Η έκθεση του ΟΟΣΑ «Health at a Glance 2025» συγκρίνει τις χώρες με βάση πέντε άξονες (κατάσταση υγείας, παράγοντες κινδύνου, πρόσβαση, ποιότητα, ικανότητα συστημάτων) και δείχνει πού ένα σύστημα «κρατά» και πού «χάνει»: όχι μόνο σε χρηματοδότηση, αλλά κυρίως σε οργάνωση, στόχευση και αποτελέσματα.

1. Η εικόνα της Ελλάδας: Ένα «παζλ» αντιφάσεων

Στην Ελλάδα, το προσδόκιμο ζωής φτάνει τα 81,8 έτη, λίγο πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (81,1). Μόλις 7% δηλώνει κακή ή πολύ κακή υγεία (ΟΟΣΑ: 8%). Ταυτόχρονα, αναδεικνύονται δείκτες που δείχνουν δομικές αδυναμίες: αποφεύξιμη θνησιμότητα (αναφέρονται 213 θάνατοι/100.000 έναντι 222) και σημαντική επιβάρυνση από χρόνιες παθήσεις, με τον διαβήτη στο 7,2% (ΟΟΣΑ: 8,6%).

2. Ανθρώπινο δυναμικό: Πολλοί γιατροί, λίγοι νοσηλευτές 

Η Ελλάδα έχει από τους περισσότερους γιατρούς: 6,3 ανά 1.000 κατοίκους (ΟΟΣΑ: περίπου 3,8-4). Η έκθεση επισημαίνει, όμως, ότι ο αριθμός μπορεί να υπερεκτιμάται, επειδή μετρά όσους έχουν άδεια άσκησης επαγγέλματος και όχι μόνο τους ενεργούς εργαζόμενους. Το κεντρικό πρόβλημα υφίσταται στη σύνθεση: μόλις 6% των γιατρών είναι γενικοί/οικογενειακοί (ΟΟΣΑ: 23%). Αυτό αποδυναμώνει την πρωτοβάθμια ως «φίλτρο» πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης και αυξάνει τις νοσοκομειακές ροές.

Στον αντίποδα, οι νοσηλευτές είναι από τους λιγότερους: περίπου 3-3,5 ανά 1.000 (ΟΟΣΑ: 9). Η υστέρηση φαίνεται και στο μέλλον: λιγότερο από 1% των 15χρονων δηλώνουν ότι θέλουν να ακολουθήσουν τη νοσηλευτική. Μαζί με τον κατακερματισμό δομών και την πολλαπλή απασχόληση, δημιουργείται περιβάλλον δύσκολου συντονισμού και μειωμένης αποτελεσματικότητας.

3. Πρόσβαση: Καθολική κάλυψη, αλλά υψηλές ακάλυπτες ανάγκες

Παρά την καθολική ασφαλιστική κάλυψη, η πραγματική πρόσβαση εμφανίζει κενά. Το 12,1% δηλώνει ότι δεν έλαβε την αναγκαία περίθαλψη, το υψηλότερο ποσοστό στον ΟΟΣΑ (μέσος όρος: 3,4%). Παράλληλα, η ικανοποίηση από την ποιότητα/διαθεσιμότητα υπηρεσιών υγείας στην περιοχή των πολιτών είναι μόλις 27% (ΟΟΣΑ: 64%), δείχνοντας κρίση εμπιστοσύνης. Το κόστος περιγράφεται ως βασικό εμπόδιο, ενώ η οδοντιατρική φροντίδα αποτυπώνει έντονα τις ανισότητες: πάνω από 8% του πληθυσμού και πάνω από 15% στα χαμηλότερα εισοδήματα δεν λαμβάνει την απαραίτητη φροντίδα.

Την ίδια στιγμή, η χώρα στηρίζεται δυσανάλογα στο νοσοκομείο: περίπου 40% των συνολικών δαπανών υγείας αφορά ενδονοσοκομειακή φροντίδα, όταν αλλού μεγάλο μέρος πράξεων έχει μεταφερθεί σε εξωνοσοκομειακές δομές. Η εισαγωγή της Ενιαίας Ψηφιακής Λίστας Χειρουργείων αποτελεί βήμα προόδου, αλλά απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες.

4. Χρηματοδότηση: Υψηλή ιδιωτική συμμετοχή

Η δημόσια/υποχρεωτική χρηματοδότηση καλύπτει περίπου 60,9% των συνολικών δαπανών υγείας (ΟΟΣΑ: πάνω από 75%), αφήνοντας μεγάλο μέρος σε πληρωμές από την τσέπη των πολιτών. Η φαρμακευτική δαπάνη είναι ιδιαίτερα υψηλή, περίπου 30% (ΟΟΣΑ: 16-20%). Παράλληλα, η κατανομή πόρων ευνοεί τη νοσοκομειακή περίθαλψη εις βάρος της πρωτοβάθμιας/εξωνοσοκομειακής: περίπου 20% έναντι ~33% του ΟΟΣΑ.

5. Πρόληψη και τρόπος ζωής: Υψηλοί κίνδυνοι, χαμηλή συμμετοχή σε ελέγχους

Το προφίλ κινδύνου επιβαρύνει το σύστημα:

  • Καθημερινό κάπνισμα: 25% (ΟΟΣΑ: 14,8%).
  • Υπερκατανάλωση αλκοόλ: πάνω από 40% δηλώνει μηνιαία.
  • Συνεχίζει να βρίσκεται ψηλά στην κατανάλωση αντιβιοτικών.

Στην πρόληψη, ο προσυμπτωματικός έλεγχος υπολείπεται: η συμμετοχή σε μαστογραφία (γυναίκες 50-69 ετών) είναι περίπου 25%, όταν σε πολλές χώρες φτάνει στο 60-80%.

6. Ψηφιακές υπηρεσίες και μακροχρόνια φροντίδα

Η χρήση ψηφιακών επισκέψεων παραμένει περιορισμένη (13%), σε αντίθεση με χώρες όπου η τηλεϊατρική έχει περάσει στην καθημερινότητα. Στη μακροχρόνια φροντίδα, η δημόσια δαπάνη είναι περίπου 0,5% του ΑΕΠ, από τις χαμηλότερες στον ΟΟΣΑ (ΟΟΣΑ: 1,5-2,5%), την ώρα που η γήρανση αυξάνει τη ζήτηση.

Η «ψαλίδα» στο προσδόκιμο ζωής

Στον ΟΟΣΑ (2023), το προσδόκιμο ζωής είναι 83,7 για γυναίκες και 78,5 για άνδρες (διαφορά 5,2 έτη). Στην Ελλάδα η διαφορά κινείται περίπου 5-6 χρόνια.

1. Πρόωρη θνησιμότητα: «εξωγενή» στους άνδρες, καρκίνος στις γυναίκες

Στους άνδρες, η πρόωρη απώλεια ζωής συνδέεται έντονα με αυτοκτονίες, ατυχήματα, βία και εργατικά συμβάντα:

  • 31% των χαμένων ετών ζωής (PYLL) αποδίδεται σε εξωγενή αίτια.
  • Έχουν περίπου 3 φορές υψηλότερους δείκτες πρόωρης απώλειας ζωής από εξωγενή αίτια.
  • Οι αυτοκτονίες είναι 2 έως 8 φορές συχνότερες.

Στις γυναίκες, ο καρκίνος είναι η βασικότερη αιτία πρόωρης θνησιμότητας:

  • 31% των χαμένων ετών ζωής πριν τα 75 λόγω καρκίνου.
  • Στους άνδρες ο καρκίνος έρχεται τρίτος, μετά τα εξωγενή αίτια και τα καρδιαγγειακά.
  • Ο καρκίνος του μαστού, του παχέος εντέρου και των ωοθηκών κυριαρχούν στις γυναίκες, ενώ στους άνδρες, ο καρκίνος του πνεύμονα, του ήπατος και του στομάχου είναι πολύ πιο συχνοί.

Αξιοσημείωτο αποτελεί το ότι οι άνδρες είναι 4,5 φορές πιθανότερο να αναπτύξουν και να πεθάνουν από καρκίνο του οισοφάγου σε σύγκριση με τις γυναίκες.

2. Καρδιαγγειακές παθήσεις: Πρώτη αιτία θανάτου και στα δύο φύλα

Τα καρδιαγγειακά νοσήματα παραμένουν η νούμερο 1 αιτία θανάτου. Μαζί με τα νεοπλάσματα ευθύνονται για πάνω από το 50% των θανάτων. Η καρδιαγγειακή θνησιμότητα καταγράφεται:

  • Άνδρες: 319/100.000
  • Γυναίκες: 226/100.000

Οι άνδρες εμφανίζουν καρδιαγγειακή νόσο 5-10 χρόνια νωρίτερα, ενώ οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να υποστούν εγκεφαλικό επεισόδιο.

3. Οι γυναίκες ζουν περισσότερο, αλλά με περισσότερα χρόνια περιορισμών

Μετά τα 60, οι γυναίκες ζουν κατά μέσο όρο 6,3 χρόνια με περιορισμούς, έναντι 5 των ανδρών. Συνολικά, περνούν περίπου 26% της ζωής τους με προβλήματα υγείας (άνδρες: 24%). Τα PaRIS surveys δείχνουν, επίσης, ότι οι γυναίκες δηλώνουν συχνότερα χειρότερη σωματική/ψυχική υγεία, μειωμένη κοινωνική λειτουργικότητα, χαμηλότερη ευεξία και υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης.

4. Παράγοντες κινδύνου ανά φύλο

Οι άνδρες καπνίζουν και πίνουν περισσότερο (βαριά επεισοδιακή κατανάλωση), είναι συχνότερα υπέρβαροι, τρώνε λιγότερα λαχανικά και κάνουν συχνότερη χρήση ουσιών. Από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα άσκησης, με συνέπειες σε σωματική και ψυχική υγεία.

Συμπέρασμα

Η Ελλάδα εμφανίζει ισχυρούς δείκτες σε μακροβιότητα και αριθμό γιατρών, αλλά υστερεί στο «τι μετράει» για την εμπειρία των πολιτών: επάρκεια νοσηλευτών, ισχυρή πρωτοβάθμια, πρόσβαση χωρίς οικονομικά εμπόδια, πρόληψη και μακροχρόνια φροντίδα. Παράλληλα, ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι η αντιμετώπιση δεν μπορεί πλέον να στηρίζεται στη λογική της «ίσης μεταχείρισης», αλλά στη λογική της στοχευμένης προσέγγισης: μείωση εξωγενών κινδύνων και ενίσχυση της ψυχικής υγείας στους άνδρες, ενίσχυση ελέγχων/έγκαιρης διάγνωσης και διαχείριση χρόνιων παθήσεων στις γυναίκες.

Διαβάστε επίσης

Αυτισμός, κατάθλιψη και άγχος απειλούν άνισα τα δύο φύλα – Τι ισχύει στην Ελλάδα

Σοβαρά λάθη σε 1 στις 7 διαγνώσεις σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ

Η ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων βρίσκεται σε κρίση – Η αυτοκτονία αποτελεί τη δεύτερη αιτία θανάτου