Πόσες νύχτες έχουμε σταθεί μπροστά στην πόρτα του ψυγείου… Όχι γιατί πεινάμε πραγματικά, αλλά γιατί κάτι μέσα μας φωνάζει. Όχι γιατί το σώμα μας ζητά τροφή, αλλά γιατί η ψυχή μας ζητά παρηγοριά.
Είναι εκείνες οι στιγμές που το φαγητό δεν είναι απλώς τροφή. Είναι παρηγορητής. Είναι σιωπηλός σύμμαχος. Είναι «ναι» σε έναν εαυτό που άκουσε πολλά «όχι». Η σοκολάτα, το παγωτό, τα πατατάκια – πόσες φορές δεν έγιναν το «γιατρικό» μας, η προσωρινή λύση σε μια δύσκολη μέρα, ένα βαρύ συναίσθημα, μια μοναχική νύχτα;
Η συναισθηματική πείνα δεν μοιάζει με τη φυσιολογική. Δεν την καταλαβαίνεις από γουργουρητά στο στομάχι. Δεν εμφανίζεται σταδιακά. Έρχεται απότομα. Δυνατά. Επιτακτικά. Είναι μια αιφνίδια, έντονη ανάγκη που μας σπρώχνει σε τροφές με μικρή θρεπτική αξία αλλά μεγάλη συναισθηματική «αξία». Τροφές λιπαρές, γλυκές, τραγανές, αλμυρές, επεξεργασμένες — τροφές που καταναλώνουμε γρήγορα, βιαστικά, σχεδόν μηχανικά, χωρίς έλεγχο, χωρίς σκέψη, χωρίς σταματημό.
Γιατί εκείνη τη στιγμή δεν προσπαθούμε να γεμίσουμε το στομάχι μας αλλά ένα εσωτερικό κενό. Να παρηγορήσουμε μια πληγωμένη καρδιά. Να ηρεμήσουμε ένα αγχωμένο μυαλό. Να κατευνάσουμε την ταραχή. Να σβήσουμε τη μοναξιά, τον θυμό, την απογοήτευση, την απόρριψη, τη βαρεμάρα, τον φόβο.
Αυτή είναι η συναισθηματική πείνα. Και δεν έχει καμία σχέση με τη λεγόμενη «φυσιολογική» ή βιολογική πείνα. Για να καταλάβουμε τη διαφορά:
Στη φυσιολογική πείνα, ο οργανισμός λειτουργεί όπως ένα αυτοκίνητο που ξεμένει από καύσιμα και χρειάζεται ανεφοδιασμό για να συνεχίσει να κινείται και να λειτουργεί ομαλά. Στέλνει σήμα: «χρειάζομαι ενέργεια», δηλαδή τροφή και θρεπτικά συστατικά. Αυτός ο μηχανισμός ρυθμίζεται από τον υποθάλαμο.
Αντίθετα, στη συναισθηματική πείνα, δεν υπάρχει έλλειμμα θερμίδων. Δεν υπάρχει ανάγκη για ενέργεια και θρεπτικά συστατικά. Υπάρχει ανάγκη για παρηγοριά, για ανακούφιση, για αναγνώριση. Και αυτός ο μηχανισμός ενεργοποιείται αλλού, σε άλλη γειτονιά του εγκεφάλου. Στον προμετωπιαίο φλοιό και στο κύκλωμα ανταμοιβής ή ευχαρίστησης του εγκέφαλου — περιοχές που ενεργοποιούνται σε κάθε μορφή εθιστικής συμπεριφοράς ή εξάρτησης.
Και τότε, το φαγητό μετατρέπεται σε ανταμοιβή. Σε διαφυγή. Σε φάρμακο της στιγμής. Είναι τότε, που λέμε σχεδόν αντανακλαστικά: «Λίγη σοκολάτα θέλω, για να νιώσω καλύτερα». Και ναι — η σοκολάτα μας «ακούει». Εκκρίνει ενδορφίνες: αυτές τις φυσικές, αναλγητικές, αντικαταθλιπτικές ουσίες του εγκεφάλου. Άρα, δεν είναι τυχαίο που την αναζητούμε όταν πονάμε — σωματικά ή ψυχικά.
Αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε όλοι είναι ότι τα μηνύματα, που ωθούν στην πρόσληψη τροφής δεν σχετίζονται πάντα με το στομάχι, την αίσθηση κορεσμού και την ικανοποίηση της βιολογικής πείνας. Σχετίζονται και με την ψυχή. Με το συναισθήμα! Και όσο πιο έντονα τα συναισθήματα που βιώνουμε, τόσο πιο έντονη είναι η ανάγκη να καταφύγουμε στο φαγητό ως ένα μέσο ανακούφισης, διαφυγής ή παρηγοριάς.
Όχι για να χορτάσουμε αλλά για να ξεχάσουμε. Όχι για να επιβιώσουμε, αλλά για να αντέξουμε. Κι έτσι, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, δημιουργείται ένα σταθερό μοτίβο. Ένας τρόπος να διαχειριζόμαστε τα συναισθήματα μέσα από το φαγητό.Ένα μοτίβο που, αν δεν το αναγνωρίσουμε, εγκαθίσταται και γίνεται συνήθεια.
Η συναισθηματική πείνα δεν είναι αδυναμία χαρακτήρα. Είναι ένας μηχανισμός που μάθαμε. Που ενισχύθηκε. Που εγκαταστάθηκε στον ψυχισμό μας. Και όσο περισσότερο τον κατανοούμε, τόσο καλύτερα μπορούμε να τον διαχειριστούμε, όχι με ενοχές, αλλά με φροντίδα.
Φαγητό… σημαίνει αγάπη. Είναι το πρώτο «δώρο» που παίρνουμε στην αγκαλιά της μάνας μας. Το πρώτο χάδι φροντίδας. Το πρώτο «είμαι εδώ για σένα». Κι όταν μεγαλώσουμε, όταν πια κανείς δεν μας κρατά όπως τότε, αυτό το «δώρο» γίνεται το πρώτο πράγμα που αναζητούμε, όταν θέλουμε να αλλάξουμε αυτό που νιώθουμε. Ή, πιο σωστά, πώς το νιώθουμε.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Για 2 βασικούς λόγους
Πρώτον, γιατί από μικροί μάθαμε – λανθασμένα – να καταφεύγουμε στο φαγητό όταν νιώθουμε πλήξη, λύπη ή άγχος. Στις πρώτες συνεδρίες ακούμε συχνά: «Το στρες με παχαίνει εμένα». Μα δεν είναι το στρες. Είναι το φαγητό που χρησιμοποιούμε για να το διαχειριστούμε. Οι αγχωμένοι άνθρωποι χάνουν επίσης τον ύπνο τους, ασκούνται λιγότερο και πίνουν περισσότερο αλκοόλ, τα οποία συμβάλουν στην αύξηση του βάρους.
Δεύτερον, γιατί ως ενήλικες ξεχάσαμε – ή ίσως δεν μάθαμε ποτέ – να αναγνωρίζουμε πότε πραγματικά πεινάμε. Μπερδέψαμε την πείνα με τη συνήθεια. Τη σωματική ανάγκη με την ψυχική επιθυμία. Πόσες φορές δεν τρώμε απλώς για να κάνουμε διάλειμμα από τη δουλειά; Ή για να περάσει η ώρα; Ή για να ανταμειφθούμε μετά από μια κουραστική μέρα;
Άλλοτε, τρώμε ό,τι περίσσεψε – γιατί «είναι αμαρτία να το πετάξουμε» ή γιατί κάποιος μας το προσέφερε με αγάπη και δεν θέλουμε να τον στενοχωρήσουμε.
Πεινάμε, όμως, πραγματικά όλες αυτές τις φορές; Ίσως όχι. Ίσως αυτό που πεινά είναι κάτι άλλο: Η ανάγκη για φροντίδα. Για αποδοχή. Για σύνδεση. Για ένα «είμαι εδώ για σένα» -που αυτή τη φορά δεν μας το λέει η μάνα μας, αλλά η σοκολάτα, η πίτσα, τα πατατάκια, το παγωτό.
Η συναισθηματική πείνα, επί της ουσίας, δεν βρίσκεται στο στομάχι, αλλά στη σκέψη! Ενώ η βιολογική πείνα μας κάνει να νιώθουμε το στομάχι μας άδειο ή να γουργουρίζει, η συναισθηματική πείνα μας οδηγεί σε μια ξαφνική, ακατανίκητη επιθυμία για συγκεκριμένα τρόφιμα. Κι όταν τρώμε «συναισθηματικά», δεν απολαμβάνουμε αυτό που τρώμε, χάνουμε εύκολα το μέτρο της ποσότητας που καταναλώνουμε και σταματάμε όταν το φαγητό πλέον προκαλεί σωματική δυσφορία. Γιατί τρώμε με μια προσδοκία: ότι το φαγητό θα μας παρηγορήσει.
Και δυστυχώς, όταν η τροφή μετατρέπεται σε παρηγορητικό ή αγχολυτικό εργαλείο, ξεκινά ένας φαύλος κύκλος: η ποσότητα της τροφής που καταναλώνεται γίνεται όλο και πιο μεγάλη μέρα με τη μέρα, το σωματικό βάρος αυξάνεται, η εικόνα του σώματος διαστρεβλώνεται, η αυτοεκτίμηση κλονίζεται και ακολουθούν ενοχές, απογοήτευση, ντροπή.
Και τότε, τρώμε ή πιο σωστά ξανατρώμε… για να καταστείλουμε τα αρνητικά συναισθήματα. Έτσι, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, παγιδευόμαστε σε έναν κύκλο υπερφαγίας και συναισθηματικής καταπίεσης. Η επιστήμη σήμερα το επιβεβαιώνει: Η συναισθηματική πείνα είναι ένας σημαντικός αιτιολογικός παράγοντας της παχυσαρκίας, με καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη και τη διατήρηση της παχυσαρκίας, η οποία πλέον πλήττει σχεδόν το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Και δεν είναι μόνο θέμα εμφάνισης. Η παχυσαρκία σχετίζεται με χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής, έως και 20 χρόνια λιγότερα — ανάλογα με τη διάρκεια τη συσσώρευση λίπους και την ύπαρξη συνοδών παθήσεων.
Τα ερευνητικά δεδομένα — από συστηματικές ανασκοπήσεις και οι μεγάλου βεληνεκούς αιτιολογικές μελέτες που πραγματοποίησε η ομάδα μου, λένε ξεκάθαρα ότι: Η συναισθηματική πείνα δεν είναι απλώς “συνήθεια”. Είναι πραγματικός, βαθύς μηχανισμός που τροφοδοτεί και διατηρεί την αύξηση του βάρους.
Και δεν σταματά εκεί. Η συναισθηματική πείνα είναι ο μεγαλύτερος και ο πιο ύπουλος “σαμποτέρ” της δίαιτας και όλων των προσπαθειών απώλειας βάρους.
Γιατί; Γιατί μπορεί να τρως σωστά, να μετράς θερμίδες, … αλλά όταν ένα συναίσθημα «ξυπνά» το φαγητό γίνεται καταφύγιο. Γιατί μπορεί να ακολουθείς ένα σωστό πρόγραμμα διατροφής, αλλά μια δύσκολη μέρα, ένα αγχωτικό βράδυ, μια στιγμή μοναξιάς — και το φαγητό γίνεται παρηγοριά.
Όχι γιατί πεινάς. Αλλά γιατί νιώθεις. Και εκεί, ούτε η δίαιτα ούτε τα ενέσιμα σκευάσματα αρκούν. Γιατί κανένα από τα δύο δεν φτάνει στην πραγματική ρίζα του πόνου. Κι όταν πονάει η ψυχή, δεν παρηγοριέται με προϊόντα χαμηλών λιπαρών. Ναι, τα σύγχρονα ενέσιμα φάρμακα είναι πολύτιμα εργαλεία για την απώλεια βάρους. Όμως κανένα φάρμακο δεν επαρκεί από μόνο του απέναντι σε ένα τόσο σύνθετο και πολυπαραγοντικό φαινόμενο όπως η παχυσαρκία.
Γιατί η παχυσαρκία δεν έχει μόνο βιολογικές ρίζες. Επηρεάζεται από συναισθήματα, πεποιθήσεις, παλιά τραύματα. Αλλά και από το περιβάλλον: τροφή παντού, υπερθερμιδικά φαγητά, καθιστική ζωή, κοινωνική πίεση, άγχος.
Η αποτελεσματική αντιμετώπισή της παχυσαρκίας χρειάζεται κάτι βαθύτερο. Χρειάζεται ολιστική, διεπιστημονική και εξατομικευμένη προσέγγιση. Ένα πρόγραμμα που να περιλαμβάνει: αξιολόγηση της σωματικής και ψυχικής υγείας, διατροφική εκπαίδευση και υποστήριξη, ενίσχυση της φυσικής δραστηριότητας και — κυρίως — ψυχολογική ή ψυχοθεραπευτική βοήθεια.
Γιατί η βιολογική πείνα μπορεί να καταλαγιάσει με ένα φάρμακο. Η συναισθηματική πείνα, όμως, θέλει κάτι άλλο: Κατανόηση. Φροντίδα. Άνθρωπο. Για αυτό η λύση δεν είναι ένα φάρμακο ή μια δίαιτα κολλημένη στο ψυγείο. Η λύση ξεκινά από μέσα. Να αναρωτηθείς: Πεινάει το σώμα μου ή πεινάει κάτι άλλο μέσα μου; Κι αν είναι η ψυχή, να της απαντήσεις όχι με τύψεις, αλλά με κατανόηση, καλοσύνη, φροντίδα. Γιατί το φαγητό μπορεί να δίνει στιγμιαία παρηγοριά… αλλά όχι λύση.
Εξάλλου, πολλές μελέτες δείχνουν ότι τα φαγητά πλούσια σε ζάχαρη και λιπαρά, στα οποία καταφεύγουμε συχνά όταν είμαστε αγχωμένοι, πιεσμένοι ή μελαγχολικοί, όσο παρηγορητικά κι αν φαίνονται, δεν μας βοηθούν πραγματικά. Αντίθετα, επιδεινώνουν την ψυχική μας υγεία.
Για παράδειγμα, άνθρωποι που ακολουθούν ένα «δυτικό» πρότυπο διατροφής πλούσιο σε επεξεργασμένα τρόφιμα, λιπαρά και σάκχαρα έχουν έως και 37% υψηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης σε σύγκριση με εκείνους που επιλέγουν παραδοσιακή, μεσογειακή διατροφή. Δηλαδή, το φαγητό, το γλυκό που νομίζουμε ότι μας «ανεβάζει» εκείνη τη στιγμή, εντέλει μας ρίχνει πιο βαθιά.
Το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της συναισθηματικής πείνα δεν είναι να κλείσεις το στόμα, αλλά να ανοίξεις την επίγνωση! Για να συνειδητοποιήσετε πότε τρώτε για βιολογικούς και πότε για συναισθηματικούς λόγους, κρατήστε ένα ημερολόγιο διατροφής, γράφοντας τι, πόσο και πότε τρώτε και πώς αισθάνεστε, για να συνειδητοποιήσετε τη σύνδεση μεταξύ των αρνητικών συναισθημάτων, του στρες, της κακής διάθεσης και της ποσότητας/ποιότητας φαγητού.
Αν φάγατε μόλις πριν από λίγες ώρες και δεν αισθάνεστε άδειο στομάχι ή γουργουρητό, πιθανότατα δεν υφίσταται βιολογική πείνα, η οποία εμφανίζεται σταδιακά. Σε αντίθεση, η συναισθηματική πείνα εκδηλώνεται απότομα και απαιτεί άμεση ικανοποίηση. Για αυτό δώστε χρόνο στην επιθυμία για φαγητό, αναρωτηθείτε εάν πεινάτε πραγματικά ή νιώθετε κάτι άλλο και εκπαιδευτείτε στον έλεγχο της παρόρμησης, αναβάλλοντας για παράδειγμα 5 λεπτά το φαγητό, μέχρι να χαλαρώσετε!
Μάθετε να δαμάζετε το στρες, δοκιμάζοντας και βρίσκοντας τεχνική διαχείρισης του στρες που σας ταιριάζει, όπως βαθιές αναπνοές, γιόγκα, διαλογισμό, και κυρίως μέσω σωματικής δραστηριότητας που βοηθάει και στον έλεγχο του βάρους.
Καταπολεμήστε την πλήξη και ξεκολλήστε από τον καναπέ. Αντί να τρώτε, όταν δεν υπάρχει βιολογική πείνα, αποσπάστε την προσοχή σας και αντικαταστήστε το φαγητό με μια άλλη δραστηριότητα. Κάντε μια βόλτα για παράδειγμα, παρακολουθήστε μια ταινία, ακούστε χαλαρή μουσική, διαβάστε, τηλεφωνήστε σε έναν φίλο, παίξτε ή βγείτε έξω με το κατοικίδιό σας.
Μελέτες με χρήση μαγνητικής τομογραφίας δείχνουν ότι η ανεξέλεγκτη επιθυμία για φαγητό συνδέεται και με την ενεργοποίηση του οπτικού φλοιού, γι’ αυτό είναι σημαντικό να μην πηγαίνετε για ψώνια με άδειο στομάχι και να μην κρατάτε στο ψυγείο ή το ντουλάπι τρόφιμα στα οποία δεν μπορείτε να αντισταθείτε και γενικά τροφές με χαμηλή θρεπτική αξία και υψηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες, λιπαρά και ζάχαρη.
Έχω υπόψη περιστατικά, που όταν χρειάζονται ένα τέτοιο τρόφιμο θα σηκωθούν μέσα στη νύχτα και θα οδηγήσουν μέχρι το ανοικτό περίπτερο που τα πουλάει. Αν θέλετε οπωσδήποτε να φάτε κάτι, διάλεξτε φρέσκα φρούτα ή μια πιο υγιεινή εκδοχή του αγαπημένου σου σνακ.
Τέλος, να θυμάστε ότι η συναισθηματική πείνα δεν είναι απλά θέμα πειθαρχίας. Συχνά συνδέεται με βαθύτερα ζητήματα: παλιά μοτίβα, μη επεξεργασμένα συναισθήματα, ακόμα και κλινικές καταστάσεις όπως η κατάθλιψη. Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά. Σύμφωνα με μετα-ανάλυση διεθνών μελετών, οι άνδρες και οι γυναίκες με παχυσαρκία έχουν 55% αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης. Την ίδια στιγμή, τα άτομα που ήδη πάσχουν από κατάθλιψη παρουσιάζουν 58% μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν παχυσαρκία.
Η σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και κατάθλιψης είναι λοιπόν αμφίδρομη και πολυσύνθετη. Το στίγμα, η κοινωνική πίεση, η χαμηλή αυτοεκτίμηση αλλά και οι βιολογικοί μηχανισμοί παίζουν ρόλο στη σύνδεση ανάμεσα στην ψυχική υγεία και τη σωματική κατάσταση. Επιπλέον, μεγάλο ποσοστό ανθρώπων με παχυσαρκία εμφανίζει καταθλιπτικά συμπτώματα που συχνά παραμένουν αδιάγνωστα ή υποτιμημένα.
Για αυτό και η παχυσαρκία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με δίαιτες ή ενέσιμα σκευάσματα νέας γενιάς. Απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη τη σωματική, αλλά και τη ψυχική διάσταση του προβλήματος. Για αυτό ζητήστε βοήθεια – όχι μόνο διατροφική.
Ένας ειδικός ψυχικής υγείας μπορεί να σας βοηθήσει να συνειδητοποιήσετε τον συναισθηματικό σας κόσμο, τον οποίο πολλές φορές δεν ακούτε, αφού τον γεμίζετε αμέσως με φαγητό, και δεν καταλαβαίνετε τι σας λέει.
Ένας ειδικός ψυχικής υγείας μπορεί με τις κατάλληλες ψυχοθεραπευτικές τεχνικές να σας βοηθήσει να απελευθερωθείτε από λανθασμένα σχήματα που κουβαλάμε από την παιδική μας ηλικία σχετικά με το φαγητό αλλά και να διαγνώσει και να θεραπεύσει υποκείμενα κλινικά ζητήματα και καταστάσεις, που συχνά συνδέονται με τη συναισθηματική πείνα ή και την παχυσαρκία.
Δεν είναι αδυναμία να ζητάς φαγητό όταν νιώθεις άσχημα. Είναι σήμα ότι κάτι μέσα σας ζητά φροντίδα. Αναζητήστε την γιατί τη δικαιούστε!
Διαβάστε επίσης
Τρώτε μέχρι σκασμού και μετά νιώθετε ενοχές; Η διατροφική διαταραχή που σας απειλεί
Επεισόδια υπερφαγίας: Υπάρχει τρόπος να σταματήσουν χωρίς φάρμακα
Τσιμπολογάτε επειδή νιώθετε άσχημα; Οκτώ τρόποι να το αντιμετωπίσετε