Μια ενδιαφέρουσα μελέτη, που δημοσιεύεται στο Nature Metabolism, αποκαλύπτει ότι το σώμα υφίσταται σημαντικές, συστηματικές αλλαγές κατά τη διάρκεια παρατεταμένων περιόδων νηστείας. Υποστηρίζεται ότι υπάρχουν ενδείξεις για οφέλη υγείας που υπερβαίνουν την απώλεια βάρους, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι οι όποιες αλλαγές στην υγεία φαίνεται να συμβαίνουν μετά από αρκετές ημέρες χωρίς τροφή.

Ερευνητές από το Πανεπιστημιακό Ερευνητικό Ινστιτούτο Ακριβείας του Πανεπιστημίου Queen Mary (PHURI) και τη Νορβηγική Σχολή Αθλητικών Επιστημών παρέχουν στοιχεία, που θα μπορούσαν μελλοντικά να οδηγήσουν σε θεραπευτικές παρεμβάσεις, μεταξύ άλλων σε άτομα που μπορεί να ωφεληθούν από τη νηστεία, αλλά δεν μπορούν να υποβληθούν σε παρατεταμένη νηστεία ή δίαιτες που μιμούνται τη νηστεία, όπως η κετογονική.

Οι άνθρωποι έχουν αναπτύξει εδώ και χιλιετίες την ικανότητα να επιβιώνουν χωρίς τροφή για παρατεταμένες χρονικές περιόδους. Η νηστεία εφαρμόζεται από εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο για διάφορους σκοπούς, όπως η απώλεια βάρους, ενώ χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα για τη θεραπεία ασθενειών, όπως η επιληψία και η ρευματοειδής αρθρίτιδα.

Κατά τη διάρκεια της νηστείας, το σώμα αλλάζει την πηγή και τον τύπο της ενέργειας που χρησιμοποιεί, μεταβαίνοντας από τις υπό κατανάλωση θερμίδες στη χρήση των δικών του αποθεμάτων λίπους. Ωστόσο, πέρα από αυτή την αλλαγή, λίγα είναι γνωστά για το πώς ανταποκρίνεται το σώμα σε παρατεταμένες περιόδους χωρίς τροφή και για τις όποιες επιπτώσεις – ευεργετικές ή δυσμενείς – μπορεί να έχει αυτό στην υγεία. Οι εξελιγμένες τεχνικές επιτρέπουν στους ερευνητές να μετρήσουν χιλιάδες πρωτεΐνες που κυκλοφορούν στο αίμα και να μελετήσουν συστηματικά λεπτομερώς τις μοριακές προσαρμογές του ανθρώπου στη νηστεία.

Οι ερευνητές παρακολούθησαν 12 υγιείς εθελοντές, που έλαβαν μέρος σε μια επταήμερη νηστεία, καταναλώνοντας μόνο νερό. Οι εθελοντές παρακολουθούνταν στενά σε καθημερινή βάση, ώστε να καταγραφούν οι αλλαγές στα επίπεδα περίπου 3.000 πρωτεϊνών στο αίμα τους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη νηστεία. Εντοπίζοντας ποιες πρωτεΐνες εμπλέκονται στην αντίδραση του οργανισμού, οι ερευνητές θα μπορούσαν στη συνέχεια να προβλέψουν τις πιθανές επιπτώσεις της παρατεταμένης νηστείας στην υγεία.

Όπως ήταν αναμενόμενο, το σώμα άλλαζε πηγές ενέργειας – από τη γλυκόζη στο λίπος που ήταν αποθηκευμένο στο σώμα – μέσα στις πρώτες δύο ή τρεις ημέρες της νηστείας. Οι εθελοντές έχασαν κατά μέσο όρο 5,7 κιλά, τόσο σε λιπώδη, όσο και σε άλιπη μάζα. Μετά το πέρας της νηστείας ακολούθησαν τρεις ημέρες φαγητού, με την ολοκλήρωση των οποίων η απώλεια βάρους και λιπώδους μάζας παρέμειναν σταθερά, ωστόσο η απώλεια της άλιπης μάζας αντιστράφηκε σχεδόν πλήρως.

Για πρώτη φορά, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ο οργανισμός υφίσταται διακριτές αλλαγές στα επίπεδα πρωτεϊνών μετά από περίπου 3 ημέρες νηστείας, υποδεικνύοντας μια αντίδραση ολόκληρου του σώματος στον πλήρη θερμιδικό περιορισμό. Οι αλλαγές αυτές ήταν συνεπείς σε όλους τους εθελοντές. Συνολικά, 1 στις 3 πρωτεΐνες που μετρήθηκαν άλλαξε σημαντικά κατά τη διάρκεια της νηστείας σε όλα τα βασικά όργανα. Πέρα από εκείνες που συμμετέχουν στην απώλεια βάρους, αλλαγές παρατηρήθηκαν και σε πρωτεΐνες που συνθέτουν, για παράδειγμα, την υποστηρικτική δομή των νευρώνων στον εγκέφαλο.

«Για πρώτη φορά, είμαστε σε θέση να δούμε τι συμβαίνει σε μοριακό επίπεδο σε όλο το σώμα όταν νηστεύουμε. Η νηστεία, όταν γίνεται με ασφάλεια, είναι μια αποτελεσματική παρέμβαση απώλειας βάρους. Οι δημοφιλείς δίαιτες που ενσωματώνουν τη νηστεία – όπως η διαλείπουσα νηστεία – ισχυρίζονται ότι έχουν οφέλη για την υγεία πέρα από την απώλεια βάρους. Τα αποτελέσματά μας παρέχουν αποδείξεις γι’ αυτά τα οφέλη, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι γίνονται ορατά μόνο μετά από τρεις ημέρες ολικού θερμιδικού περιορισμού, δηλαδή πιο αργά απ’ ότι πιστεύαμε μέχρι πρότινος», δήλωσε η Claudia Langenberg, διευθύντρια του Πανεπιστημιακού Ερευνητικού Ινστιτούτου Ακριβείας για την Υγεία του Queen Mary (PHURI).

Ο Maik Pietzner, πρόεδρος του PHURI για τα δεδομένα υγείας και συν-επικεφαλής της ομάδας υπολογιστικής ιατρικής στο Ινστιτούτο Υγείας του Βερολίνου στο Charité, πρόσθεσε από την πλευρά του: «Τα ευρήματά μας παρείχαν μια βάση για ορισμένες πανάρχαιες γνώσεις σχετικά με το γιατί η νηστεία χρησιμοποιείται σε ορισμένες παθήσεις. Ενώ μπορεί να είναι ευεργετική για τη θεραπεία ορισμένων παθήσεων, συχνά δεν αποτελεί επιλογή για τους ασθενείς με κακούς δείκτες υγείας. Ελπίζουμε ότι τα ευρήματα αυτά παρέχουν πληροφορίες σχετικά με το γιατί η νηστεία είναι ωφέλιμη σε ορισμένες περιπτώσεις και να ανοίξουν το δρόμο για την ανάπτυξη θεραπειών που οι ασθενείς θα είναι σε θέση να ακολουθήσουν».

Διαβάστε επίσης:

Αδυνάτισμα: Πόσο βοηθά η διατροφή με το ρολόι και πόσο ο περιορισμός των θερμίδων

«Κόβουμε» το φαγητό και γλυτώνουμε από τις λοιμώξεις – Έρευνα αποκαλύπτει

Τρώμε το φαγητό μας μέχρι τις 4 το απόγευμα – Τα οφέλη για το σάκχαρο και τη χοληστερόλη