Το ζήτημα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και η έκθεση παιδιών και εφήβων σε αυτά αποτελεί ένα από τα πλέον επίκαιρα και κρίσιμα θέματα δημόσιου διαλόγου. Με ολοένα και περισσότερες χώρες να θεσπίζουν περιορισμούς για άτομα κάτω των 15 ή 16 ετών, οι συζητήσεις επικεντρώνονται κυρίως στις αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η διαδικτυακή ζωή στην ψυχική -και σε ορισμένες περιπτώσεις στη σωματική -υγεία των νέων.
Ωστόσο, από αυτές τις συζητήσεις λείπει συχνά κάτι σημαντικό: η οπτική των ίδιων των παιδιών και των εφήβων. Πώς βιώνουν οι ίδιοι την ψηφιακή τους καθημερινότητα; Πώς επηρεάζει η διαδικτυακή δραστηριότητα την ψυχική τους ευεξία; Και πώς θα ήθελαν οι ενήλικες να εμπλέκονται σε αυτό το πεδίο; Αν επιδιώκουμε πραγματικές λύσεις, καλό είναι να ακούσουμε τις δικές τους ανησυχίες.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι Leo Ziegel και Carl Fredrik Sjöland από το Karolinska Institutet πραγματοποίησαν μια διαπολιτισμική έρευνα, την οποία παρουσίασαν μέσω του The Conversation, χαρτογραφώντας τη σχέση ψυχικής υγείας και χρήσης της ψηφιακής επικοινωνίας. Η μελέτη βασίστηκε σε συνεντεύξεις με περισσότερους από 490 νέους, ηλικίας 10-19 ετών, από χώρες όπως το Βέλγιο, η Χιλή, η Αίγυπτος, η Ινδονησία, η Τζαμάικα, η Ιορδανία, η Κίνα, το Μαλάουι, η Ελβετία, η Σουηδία και οι Ηνωμένες Πολιτείες -και μάλιστα στη δύσκολη περίοδο της πανδημίας.
Τι έδειξε η μελέτη
Οι απόψεις των νέων σκιαγράφησαν ένα πολυδιάστατο και συχνά αντιφατικό τοπίο. Παρά τη γενικευμένη χρήση του διαδικτύου, οι περισσότεροι επισήμαναν ότι οι ενήλικες δεν κατανοούν πλήρως τι κάνουν τα παιδιά online -και, ειρωνικά, σπάνια προβληματίζονται για τη δική τους ψηφιακή συμπεριφορά. Το παράδοξο; Οι νέοι θα ήθελαν οι ενήλικες να ενδιαφέρονται περισσότερο για τις διαδικτυακές τους εμπειρίες.
Ένα αγόρι από τη Χιλή περιέγραψε ότι προσπάθησε να στηρίξει ένα παιδί που γνώρισε μέσω online παιχνιδιού, το οποίο του εκμυστηρευόταν τις δυσκολίες του. «Μου μιλά έξι μέρες την εβδομάδα για τα προβλήματά του. Δεν μπορεί να τα πει στους γονείς του, γιατί τα υποτιμούν. Προσπαθώ να τον βοηθήσω, αλλά δεν είμαι ενήλικας που έχει ζήσει αυτά τα πράγματα». Παρόμοιες μαρτυρίες υπογράμμισαν πως η ψηφιακή επικοινωνία λειτουργεί συχνά ως πολύτιμη πηγή κοινωνικής και συναισθηματικής υποστήριξης.
Από την άλλη πλευρά, ξεδιπλώθηκε και η πιο «σκοτεινή» πλευρά του διαδικτύου: το άγχος από τις συνεχείς κοινωνικές εντάσεις, ο διαδικτυακός εκφοβισμός, η υπερβολική σπατάλη χρόνου. Σε αυτά, οι νέοι θα ήθελαν μεγαλύτερη καθοδήγηση από τους ενήλικες για το πώς να διαχειρίζονται τις δύσκολες εμπειρίες του ψηφιακού κόσμου.
Κεντρικής σημασίας, σύμφωνα με τους ίδιους, είναι η ποιότητα των διαδικτυακών αλληλεπιδράσεων. Η θετική, υποστηρικτική επικοινωνία λειτουργεί προστατευτικά, ενώ οι αρνητικές συμπεριφορές ή η παθητική κατανάλωση περιεχομένου επιβαρύνουν την ψυχική υγεία.
Η παγίδα της κοινωνικής σύγκρισης
Ένα από τα πλέον ανησυχητικά ζητήματα που ανέδειξαν οι συμμετέχοντες είναι η συνεχής σύγκριση με διάσημα πρόσωπα και influencers. Η «τέλεια» εικόνα του διαδικτύου καλλιεργεί μη ρεαλιστικά πρότυπα ζωής και ενισχύει επιβλαβή -συχνά έμφυλα -στερεότυπα. Ειδικά τα κορίτσια περιέγραψαν έντονη πίεση να ανταποκρίνονται σε πρότυπα ομορφιάς, βασίζοντας την αυτοεκτίμησή τους σε likes και αλληλεπιδράσεις.
Παρότι πολλά παιδιά ανέφεραν ότι γνωρίζουν πως όσα βλέπουν online δεν είναι πάντα αληθινά, αυτό δεν αρκεί για να εξουδετερώσει τον ψυχολογικό αντίκτυπο. Ένας έφηβος από τη Σουηδία δήλωσε ότι το να «συγκρίνεις τον εαυτό σου με άλλους ανθρώπους. Δεν βλέπεις τα προβλήματά τους, μόνο τη βιτρίνα ενός τέλειου ανθρώπου. Και αυτό σε κάνει να νιώθεις χειρότερα».
Το φλέγον ζήτημα του εκφοβισμού
Ο ψηφιακός χώρος λειτουργεί συχνά ως επέκταση του εκφοβισμού εκτός διαδικτύου. Μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ομαδικές συνομιλίες γίνονται πεδία συνεχούς έκθεσης. «Με τα κοινωνικά δίκτυα, δεν είμαστε ποτέ προστατευμένοι από τις γνώμες των άλλων», είπε ένα αγόρι. Πολλά κορίτσια τόνισαν ιδιαίτερη ανησυχία για τον κίνδυνο σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης online, με τα προσωπικά δεδομένα -και ιδιαίτερα οι φωτογραφίες -να εκλαμβάνονται ως εν δυνάμει απειλή.
Η θετική πλευρά του διαδικτύου
Παρά τις ανησυχίες, οι νέοι αναγνώρισαν και τα οφέλη. Σε μια περίοδο κοινωνικής απομόνωσης, όπως η πανδημία, η ψηφιακή επικοινωνία υπήρξε γέφυρα επαφής, επιτρέποντάς τους να δημιουργήσουν νέες φιλίες, ακόμη και με συνομηλίκους σε άλλες χώρες που αντιμετώπιζαν παρόμοιες δυσκολίες. Το gaming και τα social media λειτούργησαν συχνά ως τρόπος προσωρινής ανακούφισης από το στρες, ενώ η ανώνυμη υποστήριξη για ψυχικά ζητήματα και η πρόσβαση σε αξιόπιστη ενημέρωση θεωρήθηκαν ιδιαίτερα πολύτιμες.
Συμπέρασμα
Για να στηριχθούν πραγματικά οι νέοι στη διαχείριση της ψηφιακής τους ζωής, οι ενήλικες καλούνται να αναπτύξουν υψηλότερη ψηφιακή παιδεία, αλλά και να ακούσουν ουσιαστικά τις εμπειρίες και τις ανάγκες των παιδιών. Οι πολιτικές για ασφαλέστερο διαδίκτυο δεν μπορεί να σχεδιάζονται ερήμην των ίδιων των χρηστών: χρειάζεται να διαμορφώνονται σε συνεργασία με τους νέους, ώστε να είναι σύγχρονες, αποτελεσματικές και αξιόπιστες.
Διαβάστε επίσης
Τι συμβαίνει στο σώμα σας κάθε φορά που τσεκάρετε το Instagram – Και αμέσως μετά