Οι μειωμένες σεξουαλικές ορμές είναι απόρροια της απώλειας της λίμπιντο, με παλαιότερες έρευνες να δείχνουν ότι η κατάσταση αυτή επηρεάζει σχεδόν τις μισές γυναίκες κάποια στιγμή της ζωής τους, αλλά και αρκετούς άνδρες.

Σε αρκετές περιπτώσεις συνδέεται με προβλήματα στη σχέση, στρες ή κούραση, αλλά μπορεί, επίσης, να υποδεικνύει και κάποιο υφέρπον πρόβλημα υγείας.

Οι σεξουαλικές ορμές και η επιθυμία είναι διαφορετικές σε κάθε άνθρωπο, γι’αυτό και δεν υπάρχει κάποιο «φυσιολογικό όριο» στη λίμπιντο. Ωστόσο, όταν φτάνει να επηρεάζει τη σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων, καλό θα είναι να αποδεχθούν το πρόβλημα και να απευθυνθούν είτε σε έναν γιατρό είτε σε ένα ψυχοθεραπευτή με εξειδίκευση στις σεξουαλικές σχέσεις.

Οι πιο κοινές αιτίες απώλειας της λίμπιντο είναι:

  • Προβλήματα στη σχέση, όπως συμβαίνει όταν οι δύο σύντροφοι γνωρίζονται πλέον τόσο καλά που χάνεται κάθε πιθανό μυστήριο ή όταν υπάρχει κακή επικοινωνία και προβλήματα εμπιστοσύνης.
  • Σεξουαλικά προβλήματα, όπως η στυτική δυσλειτουργία στον άνδρα και η ξηρότητα του κόλπου στη γυναίκα.
  • Το στρες, το άγχος και η κατάθλιψη.
  • Η ηλικία. Οι ορμόνες του σεξ μειώνονται κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης, με τη χαμηλή λίμπιντο να οφείλεται σε κάποιες περιπτώσεις και στις παρενέργειες από κάποια φαρμακευτική αγωγή ή σε κινητικά προβλήματα.
  • Εγκυμοσύνη και θηλασμός. Μπορούν να προκαλέσουν αλλαγές στα επίπεδα των ορμονών, εξάντληση ή αλλαγές στις προτεραιότητες, καθώς τα ζευγάρια τείνουν να επικεντρώνονται περισσότερο στο παιδί.
  • Υφέρποντα προβλήματα υγείας, όπως οι καρδιακές παθήσεις, ο καρκίνος και ο διαβήτης.
  • Φάρμακα, όπως αντικαταθλιπτικά και όσα χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της υψηλής αρτηριακής πίεση.
  • Αλκοόλ και ναρκωτικά.