Κατά το παρελθόν, τα ζευγάρια των υψηλότερων κοινωνικών στρωμάτων συνήθιζαν να διατηρούν χωριστά υπνοδωμάτια. Αυτή η συνήθεια θεωρούνταν σημάδι άνεσης και κοινωνικής επιφάνειας, κυρίως μεταξύ των βασιλέων και των οικονομικά προνομιούχων.

Στις μέρες μας, το να κοιμάται ένα ζευγάρι στο ίδιο κρεβάτι είναι η πιο συνηθισμένη επιλογή. Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί επιλέγουν να κοιμούνται ξεχωριστά για πρακτικούς λόγους, όπως το ασύμβατο ωράριο, οι ενοχλήσεις κατά τη διάρκεια της νύχτας ή οι διαταραχές στον ύπνο. Αυτή η πρακτική έχει ονομαστεί «διαζύγιο ύπνου». Ωστόσο, αρκετοί προτιμούν τον όρο «διαχωρισμός ύπνου», ο οποίος αποδίδει πιο σωστά τον προσωρινό ή ευέλικτο χαρακτήρα αυτής της απόφασης, όπως εξηγεί η Alix Mellor, ερευνήτρια Ψυχολογίας στο Monash University σε άρθρο της στο The Conversation.

Γιατί επιλέγεται ο ξεχωριστός ύπνος;

Πολλοί λόγοι μπορούν να οδηγήσουν ένα ζευγάρι στην επιλογή του χωριστού ύπνου:

  • Διακοπτόμενος ύπνος: Ένα άτομο που ξυπνά συχνά μπορεί άθελά του να επηρεάζει την ξεκούραση του συντρόφου του.
  • Ασυμβίβαστα προγράμματα: Όταν τα ωράρια ύπνου διαφέρουν σημαντικά ή υπάρχουν βάρδιες εργασίας.
  • Ροχαλητό και κινήσεις: Συμπεριφορές όπως το ροχαλητό, η ομιλία στον ύπνο ή το τίναγμα των άκρων μπορούν να ενοχλήσουν σημαντικά.
  • Παιδιά στο σπίτι: Γονείς μικρών παιδιών, ιδιαίτερα βρεφών, ενδέχεται να επιλέξουν χωριστό ύπνο ώστε τουλάχιστον ένας από τους δύο να ξεκουράζεται επαρκώς.
  • Διαφορές στις προτιμήσεις: Θερμοκρασία, φωτισμός ή θόρυβοι μπορεί να αποτελούν σημεία διαφωνίας που καθιστούν δύσκολη τη συμβίωση στο ίδιο υπνοδωμάτιο.

Τα οφέλη και οι δυσκολίες της πρακτικής

Παρόλο που η συντροφικότητα στον ύπνο εκτιμάται από πολλούς, οι μελέτες που βασίζονται σε εγκεφαλικά δεδομένα (όπως μετρήσεις EEG) δείχνουν ότι η ποιότητα του ύπνου μπορεί να υποβαθμίζεται όταν μοιράζεται το ίδιο κρεβάτι. Η επιλογή του να κοιμάται κάποιος μόνος του μπορεί να προσφέρει βαθύτερο και συνεχόμενο ύπνο, ειδικά όταν συνυπάρχει διαταραχή, όπως η αϋπνία ή η υπνική άπνοια, η οποία τείνει να επηρεάζει και τον άλλο σύντροφο.

Επίσης, έρευνες έχουν καταλήξει στο ότι η κακή ποιότητα ύπνου μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ικανοποίηση από τη σχέση. Συνεπώς, μια αλλαγή στη συνήθεια ύπνου θα μπορούσε να ενισχύσει τη συναισθηματική ευημερία του ζευγαριού. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, ο διαχωρισμός ύπνου μπορεί να ενισχύσει την ερωτική διάθεση, καθώς ένας καλά ξεκούραστος οργανισμός είναι πιο δεκτικός στη σωματική επαφή.

Παρόλα αυτά, δεν είναι όλα τα ζευγάρια εξίσου άνετα με αυτή την ιδέα. Ορισμένοι αναφέρουν συναισθήματα μοναξιάς ή έλλειψης ασφάλειας, όταν κοιμούνται χωρίς τον σύντροφό τους. Επιπλέον, δεν διαθέτουν όλοι την υποδομή για δεύτερο υπνοδωμάτιο. Τέλος, υπάρχει και το κοινωνικό στίγμα: ο χωριστός ύπνος συχνά παρερμηνεύεται ως ένδειξη κρίσης στη σχέση -παρόλο που αυτό δεν επιβεβαιώνεται απαραίτητα από τα δεδομένα.

Πότε μπορεί να είναι χρήσιμη αυτή η τακτική;

Ο διαχωρισμός ύπνου μπορεί να αποτελέσει θετική επιλογή, όταν υπάρχουν συνεχείς διαταραχές στη διάρκεια της νύχτας, συμβιώνουν γονείς με μικρά παιδιά ή υπάρχει μεγάλη απόκλιση στις προτιμήσεις. Η εφαρμογή της πρακτικής μπορεί να είναι προσωρινή, ευέλικτη ή περιοδική όπως, για παράδειγμα, χωριστός ύπνος τις καθημερινές και κοινός τα σαββατοκύριακα.

Ορισμένα ζευγάρια βρίσκουν λύσεις για να διατηρούν την επαφή, όπως το να περνούν λίγο χρόνο μαζί στο κρεβάτι πριν κοιμηθούν ή το πρωί μετά το ξύπνημα. Η ουσία βρίσκεται στην επικοινωνία και στην αμοιβαία κατανόηση των αναγκών.

Τέλος, αν ο κακός ύπνος επιμένει ή συνοδεύεται από συμπτώματα όπως υπερβολικό ροχαλητό, αϋπνία ή περίεργες συμπεριφορές, είναι σημαντικό να ζητηθεί η συμβουλή ιατρού ή ειδικού, ώστε να διερευνηθεί εάν υπάρχει κάποια υποκείμενη κατάσταση που απαιτεί παρέμβαση.

Διαβάστε επίσης 

Σε ποια ηλικία ο μεσημεριανός ύπνος προμηνύει «κακά μαντάτα» για την υγεία

Εφιάλτες: Από τι κινδυνεύουν όσοι βλέπουν συχνά άσχημα όνειρα

Αϋπνία: Γιατί δυσκολευόμαστε να κοιμηθούμε το καλοκαίρι; Πώς θα το διορθώσουμε