Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) είναι μια από τις πιο συχνές ορμονικές διαταραχές στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, επηρεάζοντας περίπου 1 στις 10 πριν από την εμμηνόπαυση. Αν και το σύνδρομο έχει χαρακτηριστεί συγκεκριμένη νοσολογική οντότητα για περισσότερο από έναν αιώνα, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών παραμένει μια περίπλοκη και συχνά μπερδεμένη πάθηση. Τα συμπτώματα διαφέρουν σημαντικά από γυναίκα σε γυναίκα και οι γιατροί εξακολουθούν να διαφωνούν για τον καλύτερο τρόπο διάγνωσης και θεραπείας του.
Από μια πρόσφατη ευρωπαϊκή έρευνα που διοργανώσαμε υπό την αιγίδα με της Ευρωπαϊκής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας σε 500 ενδοκρινολόγους φάνηκε ότι, παρά τη σημαντική πρόοδο των τελευταίων ετών, υπάρχουν ακόμη πολλά σημεία ασάφειας. Η έρευνα αυτή ανέδειξε τις κυριότερες προκλήσεις στη διάγνωση και τη θεραπεία του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών, αλλά και τις περιοχές όπου υπάρχει πια μεγαλύτερη σύμπνοια ανάμεσα σε γιατρούς και ασθενείς. Τα δεδομένα συγκρίθηκαν με τα ευρήματα αντίστοιχης μελέτης που είχε διεξαχθεί προ δεκαετίας.
Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, όπως ακανόνιστη ή απουσία περιόδου, αυξημένη τριχοφυΐα, έντονη ακμή και δυσκολία στη σύλληψη. Επιπλέον, συνδέεται με μακροχρόνιους κινδύνους όπως ο διαβήτης και τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Δυστυχώς, επειδή τα συμπτώματά μοιάζουν με άλλες παθήσεις και ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, το βάρος, την φυλή ή την εθνικότητα, δεν υπάρχει μία και μοναδική εξέταση που να επιβεβαιώνει τη διάγνωση.
Οι γιατροί βασίζονται σε τρία κύρια σημεία: ακανόνιστη ή ανύπαρκτη ωορρηξία, αυξημένα επίπεδα ανδρογόνων στο αίμα ή σημάδια υπερανδρογονισμού (όπως έντονη τριχοφυΐα) και πολυκυστική μορφολογία στις ωοθήκες με υπερηχογράφημα. Ωστόσο, τα κριτήρια αυτά δεν εφαρμόζονται πάντα με τον ίδιο τρόπο, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε λάθος ή καθυστερημένη διάγνωση.
Πολλές γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών έχουν διαταραχές της ωορρηξίας, αλλά ακόμη και οι ειδικοί δεν συμφωνούν απόλυτα στον ορισμό της «χρόνιας ανωοθυλακιορρηξίας». Μερικοί χρησιμοποιούν το μήκος του κύκλου ως κριτήριο, ενώ άλλοι στηρίζονται σε ορμονικές εξετάσεις. Μόνο ένα μικρό ποσοστό γιατρών (12%) χρησιμοποιεί τη μέτρηση της προγεστερόνης, που θεωρείται το πιο ακριβές εργαλείο, αλλά δύσκολο να εφαρμοστεί στην καθημερινή πρακτική. Είναι προφανές ότι χρειάζεται μια ενιαία, διεθνώς αποδεκτή μέθοδος διάγνωσης.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών είναι τα αυξημένα ανδρογόνα, γνωστά ως «ανδρικές» ορμόνες. Οι γιατροί τα εντοπίζουν είτε με εξετάσεις αίματος είτε με την παρατήρηση συμπτωμάτων όπως η αυξημένη τριχοφυΐα. Όμως, η αξιολόγηση αυτή δεν είναι πάντα αξιόπιστη, αφού πολλές γυναίκες αφαιρούν την υπερβάλλουσα τριχοφυΐα με αποτρίχωση ή λέιζερ. Επιπλέον, οι εργαστηριακές μέθοδοι δεν είναι όλες εξίσου ακριβείς. Η πιο αξιόπιστη, γνωστή ως LC‑MS/MS, χρησιμοποιείται μόνο από το 1/4 τέταρτο των γιατρών, επειδή είναι ακριβή και όχι ευρέως διαθέσιμη.
Το υπερηχογράφημα βοηθά επίσης στη διάγνωση, καθώς δείχνει τον αριθμό και το μέγεθος των ωοθυλακίων. Ωστόσο, τα κριτήρια για το τι θεωρείται «πολυκυστική» ωοθήκη διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Έτσι, η ίδια γυναίκα μπορεί να πάρει διαφορετική διάγνωση ανάλογα με το πού εξετάζεται, ενώ στη χώρα μας αναφέρεται ο όρος μικροπολυκυστικές ωοθήκες, που επιτείνει την σύγχυση.
Στη θεραπεία, οι προκλήσεις είναι εξίσου μεγάλες. Για τα συμπτώματα υπερανδρογονισμού, όπως η τριχοφυΐα και η ακμή, οι περισσότερες γυναίκες λαμβάνουν αντισυλληπτικά χάπια. Ωστόσο, δεν υπάρχει συμφωνία σχετικά με το ποιο σκεύασμα είναι το πιο κατάλληλο ή πόσο καιρό πρέπει να χρησιμοποιείται. Οι γιατροί λαμβάνουν υπόψη το βάρος της γυναίκας, καθώς η παχυσαρκία και ορισμένα μόρια αυξάνουν τον κίνδυνο θρόμβωσης. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχουν ξεκάθαρα όρια για το πότε ο κίνδυνος αυτός υπερτερεί του οφέλους.
Παράλληλα, για την ρύθμιση της ωορρηξίας και της γονιμότητας, δύο θεραπείες χρησιμοποιούνται συχνότερα: η μετφορμίνη, ένα φάρμακο για τον διαβήτη που βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, και τα αντισυλληπτικά χάπια. Η μετφορμίνη βοηθά στη ρύθμιση του κύκλου και του μεταβολισμού, ενώ τα χάπια ελέγχουν τις ορμόνες και τα συμπτώματα. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ακόμη μεγάλες μελέτες που να συγκρίνουν μακροπρόθεσμα τις δύο αυτές θεραπείες. Μερικοί γιατροί προτείνουν και συμπληρώματα όπως η ινοσιτόλη, αλλά τα αποτελέσματα παραμένουν ασαφή.
Τα ευχάριστα νέα είναι ότι τελευταία χρόνια, η σχέση γιατρού και ασθενούς έχει βελτιωθεί σημαντικά. Παλαιότερα, πολλές γυναίκες ένιωθαν ότι δεν τις καταλάβαιναν ή ότι δεν είχαν λάβει σωστή ενημέρωση. Σήμερα, οι γιατροί αφιερώνουν περισσότερο χρόνο για να συζητήσουν τις ανησυχίες των γυναικών, όπως η δυσκολία απώλειας βάρους, η ψυχολογική επιβάρυνση και οι αλλαγές στον τρόπο ζωής. Επίσης, γιατροί και ασθενείς φαίνεται να έχουν πλέον πιο κοινή αντίληψη για τα βασικά προβλήματα του συνδρόμου, όπως η υπογονιμότητα, η αυξημένη τριχοφυΐα και η παχυσαρκία.
Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών δεν επηρεάζει μόνο το σώμα αλλά και την ψυχική υγεία. Μπορεί να προκαλέσει άγχος, κατάθλιψη και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Είναι ενθαρρυντικό ότι όλο και περισσότεροι γιατροί αξιολογούν αυτούς τους παράγοντες, προτείνοντας ισορροπημένη διατροφή, άσκηση και βελτίωση του ύπνου. Η ολιστική αυτή προσέγγιση βοηθά σημαντικά στην καλύτερη διαχείριση της πάθησης.
Οι γιατροί γνωρίζουν πλέον καλά ότι το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη και διαταραχές του μεταβολισμού. Στις περισσότερες γυναίκες πραγματοποιούνται πλέον εξετάσεις για σάκχαρο, λιπίδια και ηπατικές δοκιμασίες, ανεξάρτητα από το αν είναι υπέρβαρες ή όχι. Μάλιστα, οι περισσότεροι γιατροί αναγνωρίζουν ότι το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για διαβήτη και προτείνουν έγκαιρο έλεγχο, ακόμη και πριν την εγκυμοσύνη.
Η πιο σημαντική θετική αλλαγή είναι η έμφαση που δίνεται πλέον στον τρόπο ζωής. Οι γιατροί συστήνουν υγιεινή διατροφή και τακτική άσκηση ως την πρώτη και πιο αποτελεσματική θεραπεία. Ακόμη και μικρή απώλεια βάρους μπορεί να βελτιώσει τις ορμόνες, τη γονιμότητα και τη διάθεση. Επιπλέον, η συνεργασία πολλών ειδικών –όπως διαιτολόγων, ψυχολόγων, γυναικολόγων και γυμναστών – προσφέρει μια πιο ολοκληρωμένη και ανθρώπινη φροντίδα.
Συνοπτικά, αν και η πρόοδος είναι σημαντική, υπάρχουν ακόμη πολλά κενά. Η έλλειψη ενιαίων διαγνωστικών κριτηρίων και καθοδήγησης στη θεραπεία προκαλεί σύγχυση και ανισότητα στη φροντίδα των γυναικών. Χρειάζονται κοινές ευρωπαϊκές οδηγίες, καλύτερη πρόσβαση σε εξελιγμένες εξετάσεις, περισσότερες κλινικές μελέτες και μεγαλύτερη ενημέρωση του κοινού.
Τέλος, η σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στη γυναίκα και τον γιατρό της είναι θεμέλιο για μια επιτυχημένη πορεία. Όταν μια γυναίκα νιώθει ότι την ακούν, την ενημερώνουν και τη στηρίζουν, συνεργάζεται πιο εύκολα και πετυχαίνει καλύτερα αποτελέσματα. Με άλλα λόγια, η πρόοδος στη φροντίδα του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών δεν βασίζεται μόνο στην επιστήμη, αλλά και στην κατανόηση, την επικοινωνία και τη φροντίδα με επίκεντρο την ασθενή.
*Το κείμενο υπογράφει ο κ. Σαράντης Λιβαδάς, Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος, Δίκτυο Ελλήνων Ενδοκρινολόγων
Διαβάστε επίσης
Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών: Ο γυναικολόγος εξηγεί όσα δεν σας είπαν
Το σύνδρομο – πρόκληση για εκατομμύρια γυναίκες παγκοσμίως: Αφορά 7% των γυναικών στην Ελλάδα
Κύηση: Το σύνδρομο που αυξάνει τον κίνδυνο επιπλοκών και αποβολής – Αφορά 1 στις 5 γυναίκες