Ακούγεται τρομακτική και «μακρινή», η επιστήμη όμως απορρίπτει και τους δύο χαρακτηρισμούς. Στην πραγματικότητα, η ψύχωση είναι μια διαταραχή που μπορεί να εμφανιστεί στον οποιονδήποτε, στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, είναι αντιμετωπίσιμη. Περιλαμβάνει συνήθως συμπτώματα όπως παραλήρημα, ψευδαισθήσεις ή αποδιοργανωμένη σκέψη. Η επιστήμη δεν εντοπίζει μια ενιαία αιτία, αν και παραδέχεται ότι η εμφάνισή της είναι πιθανό να επηρεάζεται από παράγοντες, όπως ασθένεια ή τραυματισμός, χρήση ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ, φαρμακευτική αγωγή ή γενετική προδιάθεση. Η συνηθέστερη ηλικία για ένα πρώτο επεισόδιο είναι κατά την εφηβεία ή στην πρώιμη ενηλικίωση, όταν ο εγκέφαλος και το σώμα υφίστανται πολλές αλλαγές. Παρ’ όλα αυτά, ο εντοπισμός των νέων που χρειάζονται βοήθεια αποτελεί συχνά πρόκληση.

«Μόλις ένα 30% των ατόμων υψηλού κινδύνου παρουσιάζει αργότερα εμφανή ψυχωτικά συμπτώματα», εξηγεί ο αναπληρωτής καθηγητής Shinsuke Koike από το Πανεπιστήμιο του Τόκιο. «Ως εκ τούτου, οι κλινικοί γιατροί χρειάζονται βοήθεια για να εντοπίσουν εκείνους που θα εκδηλώσουν συμπτώματα, χρησιμοποιώντας όχι μόνο υποκλινικά σημάδια, όπως αλλαγές στη σκέψη, τη συμπεριφορά και τα συναισθήματα, αλλά και ορισμένους βιολογικούς δείκτες».

Μια ομάδα ερευνητών, προερχόμενη από 21 ιδρύματα 15 διαφορετικών χωρών, ένωσαν τις δυνάμεις τους για να δώσουν λύση σε αυτό το πρόβλημα υποδιάγνωσης. Οι ερευνητές κατάφεραν να συγκεντρώσουν μια μεγάλη και ετερογενή ομάδα εφήβων και νεαρών ενηλίκων συμμετεχόντων.

Χρησιμοποιώντας σαρώσεις εγκεφάλου των ατόμων και συγκρίνοντας τα αποτελέσματα, οι ερευνητές χώρισαν τους συμμετέχοντες σε 4 ομάδες:

  • Εκείνους που εμφάνισαν αργότερα ψύχωση,
  • Εκείνους που δεν εμφάνισαν ψύχωση
  • Εκείνους με αβέβαιη κατάσταση παρακολούθησης και
  • μια ομάδα ελέγχου σύγκρισης

Χρησιμοποιώντας τις σαρώσεις, οι ερευνητές εκπαίδευσαν έναν αλγόριθμο μηχανικής μάθησης, για τον εντοπισμό μοτίβων στην ανατομία του εγκεφάλου των συμμετεχόντων. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τον αλγόριθμο για να ταξινομήσουν τους συμμετέχοντες των 4 ομάδων σε δύο κύριες: Υγιείς και άτομα υψηλού κινδύνου, που εμφάνισαν αργότερα εμφανή ψυχωτικά συμπτώματα. Κατά την εκπαίδευση, το εργαλείο χαρακτηρίστηκε από 85% ακρίβεια αποτελεσμάτων, ενώ στην τελική δοκιμή με τη χρήση νέων δεδομένων ήταν 73% ακριβές στην πρόβλεψη των συμμετεχόντων που διέτρεχαν υψηλό κίνδυνο εμφάνισης ψύχωσης.

Μια σειρά από προγενέστερες μελέτες είχαν αποκαλύψει τις δομικές αλλαγές που συντελούνται στον εγκέφαλο μετά την έναρξη της ψύχωσης. Ωστόσο, αυτή φαίνεται να είναι η πρώτη μελέτη που εντοπίζει διαφορές στον εγκέφαλο όσων διατρέχουν πολύ υψηλό κίνδυνο, αλλά δεν έχουν ακόμη αντιμετωπίσει ψυχωσικά επεισόδια.

Έτσι, αυτό το εργαλείο ταξινόμησης που ανέπτυξε η ερευνητική ομάδα μπορεί να προβλέψει την ανάπτυξη της ψύχωσης πριν την εμφάνιση οποιουδήποτε συμπτώματος, βοηθώντας στην έγκαιρη διάγνωσή της.  Σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα, η έγκαιρη παρέμβαση οδηγεί συνήθως σε καλύτερα αποτελέσματα και σχετίζεται με λιγότερες αρνητικές επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων.

Με βάση τα αποτελέσματα, η ομάδα θεωρεί ότι η μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου σε άτομα που αναγνωρίζονται ως άτομα υψηλού κλινικού κινδύνου μπορεί να είναι χρήσιμη για την πρόβλεψη της μελλοντικής εκδήλωσης ψύχωσης.

«Πρέπει να ελέγξουμε αν το εργαλείο ταξινόμησης θα λειτουργεί καλά για νέα σύνολα δεδομένων. Είναι σημαντικό να έχουμε στη διάθεσή μας ένα εργαλείο ικανό να ταξινομεί αξιόπιστα μαγνητικές τομογραφίες από νέες τοποθεσίες και μηχανήματα. Αν το καταφέρουμε αυτό, θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε πιο ισχυρά και αξιόπιστα διαγνωστικά εργαλεία, τα οποία , στη συνέχεια, θα μπορούν να αξιοποιηθούν στην πραγματική ζωή», κατέληξε ο δρ. Koike.

Διαβάστε ακόμη:

Σχιζοφρένεια: Η τεχνητή νοημοσύνη οδηγεί σε νέες θεραπείες

Ατμοσφαιρική ρύπανση: Αυξάνει τα ψυχωσικά επεισόδια στους εφήβους

Ψύχωση: H εξέταση που την ανιχνεύει