Κλινικές παρατηρήσεις υποστηρίζουν πως παιδιά τα οποία έχουν υποστεί φυσική ή σεξουαλική κακοποίηση μπορεί να παρουσιάζουν χαρακτηριστικούς δείκτες στις ζωγραφιές τους οι οποίοι να τα διαφοροδιακρίνουν από τα μη κακοποιημένα παιδιά. Ορισμένες, μάλιστα, επιστημονικές γνώμες υποστηρίζουν πως οι ζωγραφιές ενός παιδιού και η ερμηνευτική μαρτυρία επ´ αυτών από έναν εκπαιδευμένο κλινικό επιστήμονα ψυχικής υγείας, θα πρέπει να γίνονται δεκτές από τα δικαστήρια ως απόδειξη για την τέλεση κακοποιητικών πράξεων εις βάρος του παιδιού αυτού. Πολλά από αυτά τα ιατρονομικά, όμως, σχόλια μπορεί να αντικατοπτρίζουν περιορισμένη θεώρηση των διαθέσιμων ερευνητικών συμπερασμάτων.  

Photo: Bermix Studio / Unsplash

Τα ανωτέρω αναφέρονται σε ανασκοπική μελέτη του 2012, των Allen  και Tussey, η οποία συμπεραίνει ότι είναι επιστημονικά έωλη η χρησιμοποίηση παιδικών ζωγραφιών για την ασφαλή εξαγωγή συμπερασμάτων περί πιθανής σεξουαλικής ή / και φυσικής κακοποίησης των παιδιών αυτών. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να καταλήξουμε με επιστημονική ασφάλεια στην ανάδειξη ζωγραφικών προσδιοριστών (π.χ. σχεδιασμού γεννητικών οργάνων ή παράλειψης απεικόνισης μελών του σώματος σε παιδικές ζωγραφιές)  που να μπορούν με βασιμότητα και αξιοπιστία να διακρίνουν τα κακοποιημένα από τα μη κακοποιημένα παιδιά, δεδομένου πως τα όποια μεμονωμένα αποτελέσματα προκύπτουν και παρουσιάζονται σε ορισμένες μελέτες:

  • είναι σπάνιο να μπορέσουν να επαναληφθούν
  • χαρακτηρίζονται από ελλείμματα στη μεθοδολογία τους και
  • επιδέχονται πολλαπλών ερμηνειών των όποιων ευρημάτων τους.

Άρα, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί εμπειρική αποδεικτική επάρκεια για κανέναν ζωγραφικό προσδιοριστή και για καμία κλίμακα βαθμολόγησης – αξιολόγησης των παιδικών ζωγραφιών, για χρήση στη διαδικασία εντοπισμού σεξουαλικής ή φυσικής κακοποίησης. 

Παράλληλα, πρέπει να επισημαίνονται και τα νομικά συνεπακόλουθα τέτοιων συμπερασμάτων και να υπογραμμίζεται -πάντα- η ενδεχόμενη παρουσία του συνήθους παιδοφιλικού μοτίβου επανάληψης της σεξουαλικής κακοποίησης από άτομα που την έχουν υποστεί τα ίδια κατά την ανήλικο ζωή τους. 

Ο κ. Xρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD, είναι Ψυχίατρος, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ και Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας