Πρόκειται για μια κατάσταση, η οποία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση καρδιακών νοσημάτων, διαβήτη, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και διαφόρων άλλων νοσημάτων. Η διάγνωση του συνδρόμου γίνεται όταν διαπιστωθεί η ύπαρξη τριών από τους πέντε παράγοντες που ακολουθούν:

  • Kεντρική παχυσαρκία
  • Υψηλά τριγλυκερίδια στο αίμα
  • Χαμηλή HDL («καλή» χοληστερόλη)
  • Υψηλή αρτηριακή πίεση
  • Υψηλή γλυκόζη νηστείας

Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά την παχυσαρκία απαιτείται δείκτης μάζας σώματος μεγαλύτερος από 30 kgr/m2 ή περίμετρος μέσης μεγαλύτερη από 102 εκ. για τους άνδρες και μεγαλύτερη από 88 εκ για τις γυναίκες. Τα τριγλυκερίδια πρέπει να είναι άνω των 150 mg/dl ή να λαμβάνει κάποιος αγωγή για υπερτριγλυκεριδαιμία. Η HDL πρέπει να είναι μικρότερη από 40 mg/dl για τους άνδρες και μικρότερη από 50 mg/dl για τις γυναίκες ή να λαμβάνεται αγωγή για δυλιπιδαιμία. Όσον αφορά την αρτηριακή πίεση, πρέπει να έχει κάποιος μεγαλύτερη από 135/85 mmHg ή να λαμβάνει αντιυπερτασική αγωγή και τέλος, η γλυκόζη νηστείας να είναι μεγαλύτερη από 100 mg/dl (8 ώρες νηστείας) ή να λαμβάνεται αντιδιαβητική αγωγή.

Όπως φαίνεται συνοπτικά στον πίνακα:

To μεταβολικό σύνδρομο θεωρείται ότι οφείλεται σε δυσλειτουργία του σπλαχνικού λιπώδους ιστού που προάγει την αντοχή στην ινσουλίνη μέσω παραγωγής φλεγμονωδών ουσιών. Ορισμένα ψυχολογικά χαρακτηριστικά όπως κατάθλιψη, άγχος, θυμός, εχθρότητα μπορεί να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης μεταβολικού συνδρόμου σύμφωνα με τελευταίες έρευνες.

To μεταβολικό σύνδρομο αυξάνει σε συχνότητα εμφάνισης σήμερα, παράλληλα με την αύξηση της παχυσαρκίας. Σήμερα, το 1/4 του πληθυσμού της Ευρώπης πληροί τα κριτήρια του μεταβολικού συνδρόμου. Το σύνδρομο δεν φαίνεται να έχει διαφορετική συχνότητα σε άνδρες ή γυναίκες, ωστόσο στις γυναίκες συνδέεται στενά με το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, με το οποίο μοιράζονται την ίδια παθοφυσιολογία της αντοχής στην ινσουλίνη.

Η απώλεια βάρους και η αλλαγή του τρόπου ζωής θεωρούνται τα πρώτα βήματα που πρέπει να γίνουν για την αντιμετώπιση του μεταβολικού συνδρόμου. Φάρμακα όπως η μετφορμίνη, οι στατίνες, τα Ω3 και η νιασίνη μπορούν να είναι χρήσιμα κατά περίπτωση. Επίσης, η αντιμετώπιση τυχόν συνυπάρχοντος συνδρόμου υπνικής άπνοιας είναι πολύ σημαντική καθώς μεταβολικό σύνδρομο και σύνδρομο υπνικής άπνοιας συχνά συνυπάρχουν. Τέλος, οι βαριατρικές επεμβάσεις -αν και δεν έχουν καθολική αποδοχή στο μεταβολικό σύνδρομο- όταν αυτό συνυπάρχει με νοσογόνο παχυσαρκία, έχουν αποδείξει σαφή οφέλη βελτιώνοντας τους μεταβολικούς δείκτες και μειώνοντας τους φλεγμονώδεις μεσολαβητές (κυτοκίνες).

Ακρογωνιαίος λίθος για την αποφυγή των συνεπειών του μεταβολικού συνδρόμου είναι η έγκυρη διάγνωση του και η αναγνώριση του σιωπηλού κινδύνου που συνεπάγεται η ύπαρξή του.