Μια νέα σύσταση απευθύνουν οι επιστήμονες στις έγκυες γυναίκες που θέλουν να φέρουν στον κόσμο υγιή παιδιά. Συγκεκριμένα, νέα μελέτη τάσσεται υπέρ του περιορισμού της κατανάλωσης καφέ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, καθώς τα ευρήματά της την συνδέουν με αυξημένο κίνδυνο αυτισμού. Τα σχετικά συμπεράσματα δημοσιεύονται στο Ecotoxicology and Environmental Safety.

Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Wuhan της Κίνας εκτιμούν ότι πίσω από αυτή τη συσχέτιση κρύβονται οι αλλαγές στη λειτουργία του εγκεφάλου στη μήτρα, που προκαλούν κακή επικοινωνία μεταξύ των νευρικών κυττάρων, οδηγώντας σε συμπτώματα αυτισμού. Τα νέα ευρήματα συνάδουν τόσο με τις συστάσεις του CDC, που συνιστούν στις έγκυες γυναίκες να περιορίσουν την πρόσληψη καφεΐνης σε περίπου 200 mg/ημέρα (δύο φλιτζάνια καφέ), όσο και με έναν όγκο δεδομένων που επισημαίνει την αρνητική επίδραση της καφεΐνης στην επιτυχή έκβαση της κύησης. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι παρά τις επίσημες συστάσεις, τα στοιχεία δείχνουν ότι η μέση έγκυος γυναίκα καταναλώνει από 200 mg/ημέρα έως 500 mg/ημέρα, δηλαδή από 2 έως 4 φλιτζάνια. Παράλληλα, τα δεδομένα για τον αυτισμό υποδεικνύουν μια αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια: Μόνο στις ΗΠΑ, 1 στα 36 παιδιά διαγιγνώσκεται με αυτισμό, συνήθως γύρω στην ηλικία των 4 ετών, όταν το 2021 η αντίστοιχη αναλογία ανερχόταν σε 1 στα 44 παιδιά. Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα αυτά, οι ειδικοί εκτιμούν ότι όλο και περισσότερα μωρά θα εμφανίζουν σημάδια αυτισμού, αν η τάση δεν αναστραφεί.

Η μελέτη έδειξε, ειδικότερα, ότι δύο ήταν τα διατροφικά στοιχεία που οδηγούσαν σε μεγαλύτερες πιθανότητες αυτισμού: Η κατανάλωση σημαντικών ποσοτήτων καφεΐνης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και μια διατροφή πλούσια σε λιπαρά μετά τη γέννηση. Για να καταλήξουν σε ασφαλή συμπεράσματα, οι ερευνητές εξέτασαν πειραματόζωα που κυοφορούσαν, χωρίζοντάς τα σε δύο ομάδες: Η μία εκτέθηκε σε ποσότητα που αντιστοιχεί σε 1,5 φλιτζάνι και η άλλη σε ένα εικονικό φάρμακο. Στη συνέχεια, πραγματοποίησαν τεστ συμπεριφοράς -κοινωνικής αλληλεπίδρασης και μνήμης- για τον εντοπισμό ενδείξεων που θα μπορούσαν να μαρτυρούν αυτισμό στους απογόνους. Διεξήγαγαν, επίσης, φυσιολογικές δοκιμές για να προσδιορίσουν τη σύνθεση του μικροβιώματος και την εγκεφαλική δραστηριότητα.

Οι αρουραίοι που εκτέθηκαν σε καφεΐνη όσο βρίσκονταν στη μήτρα είχαν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν σημάδια αυτισμού, όπως κοινωνική δυσλειτουργία και κακή χωρική σκέψη, μετά τη γέννησή τους. Η καφεΐνη πιστεύεται ότι διαταράσσει την αναπτυξιακή πρόοδο, ενώ μια διατροφή πλούσια σε λιπαρά αυξάνει τη φλεγμονή και τις ανισορροπίες των βακτηρίων του εντέρου, τα οποία έχουν συσχετιστεί με αυξημένες πιθανότητες ανάπτυξης αυτισμού.

Μετά τη γέννηση, οι απόγονοι χωρίστηκαν σε ομάδες με βάση τη διατροφή τους, με κάποιους να λαμβάνουν μια τυπική διατροφή και άλλους να λαμβάνουν μια διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά. Αυτή η ταξινόμηση επέτρεψε στους ερευνητές να εξετάσουν πώς τόσο η προγεννητική έκθεση στην καφεΐνη, όσο και τα μεταγεννητικά διατροφικά πρότυπα επηρέαζαν την πιθανότητα εμφάνισης συμπεριφορών που παραπέμπουν σε αυτισμό.

Η καφεΐνη είναι ένα διεγερτικό που μπορεί να αυξήσει την αρτηριακή πίεση του ατόμου. Στον εμβρυϊκό εγκέφαλο, η καφεΐνη μπορεί να επηρεάσει τη φυσιολογική ανάπτυξη των νευρικών κυκλωμάτων και των συστημάτων νευροδιαβιβαστών, τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για διάφορες γνωστικές και συμπεριφορικές λειτουργίες. Ακόμη και μια ελάχιστη πρόσληψη καφεΐνης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να διαταράξει τα πρότυπα ύπνου και κίνησης τόσο της μητέρας, όσο και του εμβρύου.

Η μελέτη εντόπισε, επιπλέον, αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου, που προκάλεσαν την αύξηση των επιπέδων μιας ένωσης, γνωστής για τις φλεγμονώδεις ιδιότητές της στο σώμα. Αυτή η φλεγμονώδης ένωση μπορεί να φτάσει στον εγκέφαλο και να βλάψει σημαντικές συνδέσεις μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων. Οι ερευνητές δήλωσαν: «Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι το μικροβίωμα του εντέρου μπορεί να αποτελέσει έναν πιθανό στόχο για την πρόληψη και τη θεραπεία της διαταραχής του φάσματος του αυτισμού στο μέλλον».

Οι ερευνητές υπογραμμίζουν την επιφύλαξή τους για τα ευρήματα, δεδομένου του ότι βασίζονται σε πειραματόζωα και όχι σε ανθρώπους, τονίζοντας την ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης του ζητήματος σε μελλοντικές έρευνες.

Διαβάστε επίσης:

Φάσμα Αυτισμού: Οι λοιμώξεις που αποτελούν «καμπανάκι» κινδύνου για το παιδί

Αυτισμός: Επτά συμπεριφορές που αποκαλύπτουν ότι μπορεί να έχουμε τη διαταραχή

Αυτισμός: Το γρήγορο τεστ αντανακλαστικών που αποκαλύπτει τη διαταραχή – Γίνεται και στο σπίτι