Οι ενήλικες με ταραγμένα παιδικά χρόνια διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο νοσηλείας ή θανάτου σε περίπτωση νόσησης με κορωνοϊό, ισχυρίζεται ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον Jamie Hanson, Επίκουρο Καθηγητή Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ. Στα ευρήματα που δημοσιεύονται στο Journal of Epidemiology and Community Health, οδήγησαν τα στοιχεία 150.000 ενήλικων Βρετανών από τη Βιοτράπεζα του Ηνωμένου Βασιλείου, μια μεγάλη βιοϊατρική βάση δεδομένων για περισσότερους από 500.000 εθελοντές ηλικίας 40 έως 69 ετών.

Σύμφωνα με τον Δρ Hanson, αν και χρειάζονται περισσότερες έρευνες, «τα αρχικά αυτά αποτελέσματα υπογραμμίζουν τις διαρκείς επιπτώσεις του στρες της παιδικής ηλικίας και την ανάγκη παροχής ψυχολογικής υποστήριξης από νωρίς για τον μετριασμό των δια βίου κινδύνων για την υγεία».

Μεγαλύτερος κίνδυνος θανάτου κατά 25%

Οι ενήλικες που ανέφεραν εντονότερο παιδικό ψυχικό τραύμα συσχετίστηκαν με 25% μεγαλύτερες πιθανότητες θανάτου σχετιζόμενου με τη νόσο COVID-19, καθώς και 22% για νοσηλεία. Οι σχέσεις διατηρήθηκαν ακόμη και μετά τη συνεκτίμηση των δημογραφικών στοιχείων και των συνθηκών υγείας. Ο όρος «τραύμα» περιλαμβάνει τη σωματική, συναισθηματική ή σεξουαλική κακοποίηση, την παραμέληση, τις δυσλειτουργικές σχέσεις στο σπίτι και αυτό αποκαλείται συχνά «τοξικό στρες».

Οι 7 εκατομμύρια θάνατοι που έχει προκαλέσει η COVID-19 έως και τον Νοέμβριο του 2023, σημειώνει ο καθηγητής, υπογραμμίζουν την ανάγκη κατανόησης όλων των παραγόντων κινδύνου, όπως η ηλικία, η φυλή, η εθνικότητα, το εισόδημα και η εκπαίδευση, δημογραφικοί παράγοντες κινδύνου που ανέδειξαν παλαιότερες μελέτες.

«Τα εντυπωσιακά ευρήματα της μελέτης υποδηλώνουν ότι το τραύμα της πρώιμης παιδικής ηλικίας θα πρέπει να προστεθεί στον κατάλογο των παραγόντων κινδύνου για ασθένειες – όχι μόνο την COVID-19, αλλά ίσως και για άλλες νόσους. Η μελέτη υποδηλώνει επίσης ότι οι κοινότητες που πλήττονται δυσανάλογα από αντιξοότητες και τραύματα μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε αρνητικά αποτελέσματα για την υγεία. Σε αυτές περιλαμβάνονται κοινότητες με υψηλά επίπεδα βίας στη γειτονιά, άγχους και φτώχειας» αναφέρει.

Τραύμα και φλεγμονή

Η μελέτη πλειοδοτεί στον μεγάλο όγκο ερευνών σχετικά με το αποτύπωμα των δυσκολιών της παιδικής ηλικίας στην ενήλικη υγεία. Οι ενήλικες με ιστορικό σοβαρής παιδικής κακοποίησης έχουν αυξημένο κίνδυνο για χρόνιες παθήσεις, συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών και αναπνευστικών νοσημάτων, του καρκίνου και του πρόωρου θανάτου.

Διάφορες υποθέσεις επιχειρούν να εξηγήσουν τη σχέση. Μια θεωρία βασισμένη σε βιολογικούς μηχανισμούς, συνδέει αιτιωδώς τις αντιξοότητες αυτές με τη χρόνια φλεγμονή, η οποία εμπλέκεται σε σοβαρές καταστάσεις υγείας όπως εγκεφαλικά επεισόδια και εμφράγματα, καθώς και χειρότερη έκβασης σε περιστατικά COVID-19.

Θα μπορούσαν όμως να ευθύνονται και μηχανισμοί συμπεριφορικής φύσης. «Οι αντιξοότητες συνδέονται με μικρότερο εισόδημα ή χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο στους ενήλικες. Αυτοί οι παράγοντες θα μπορούσαν, με τη σειρά τους, να συνδέονται με περιορισμένη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και υποβαθμισμένη φροντίδα υγείας. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα άτομα με χαμηλότερο εισόδημα και χαμηλότερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας εκτίθενται συχνότερα στην COVID-19 στο χώρο εργασίας. Οι αντιξοότητες σχετίζονται επίσης με την κατάθλιψη και τις προκλήσεις στη ρύθμιση των συναισθημάτων. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να οδηγήσει σε μετέπειτα βιολογικές και συμπεριφορικές αλλαγές» καταλήγει ο Δρ Hanson.