Νέα έρευνα που παρουσιάστηκε στο Ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη υποστηρίζει ότι μια χορτοφαγική διατροφή 16 εβδομάδων μπορεί να ενισχύσει το μικροβίωμα του εντέρου παράγοντας που σχετίζεται με βελτιώσεις στο βάρος και τη σύσταση του σώματος, καθώς και τον έλεγχο της γλυκόζης του αίματος.

Η έρευνα διεξήχθη από την Δρ. Hana Kahleova μέλος της Ιατρικής Επιτροπής για την Υπεύθυνη Ιατρική στην Ουάσινγκτον των ΗΠΑ και τους συναδέλφους της.

Ο σκοπός της έρευνας ήταν να εξεταστεί η επίδραση ενός vegan διατροφικού πλάνου 16 εβδομάδων στη σύσταση του μικροβιώματος, στο βάρος και τη σύσταση του σώματος και την αντίσταση στην ινσουλίνη σε υπέρβαρους ενήλικες χωρίς ιστορικό διαβήτη τύπου 2.

Στη μελέτη συμμετείχαν 147 άτομα (86% γυναίκες και 14% άνδρες μέσου όρου ηλικίας 55.6±11.3 ετών) που ακολούθησαν τυχαία μια χαμηλών λιπαρών χορτοφαγική διατροφή ή δεν έκαναν καμία αλλαγή στη διατροφή τους για 16 εβδομάδες. Στο τέλος της περιόδου παρακολούθησης αξιολογήθηκε με τη βοήθεια ενός kit ελέγχου (uBiome) το μικροβίωμα των συμμετεχόντων. Η μέθοδος της Απορροφησιομετρίας Ακτίνων Χ Διπλής Ενέργειας, (DXA) χρησιμοποιήθηκε για την μέτρηση της σύστασης του σώματος. Η ευαισθησία στην ινσουλίνη αξιολογήθηκε με την μέθοδο του δείκτη PREDIM.

Μετά την περίοδο παρακολούθησης παρατηρήθηκε ότι το σωματικό βάρος μειώθηκε σημαντικά στην ομάδα των χορτοφάγων (κατά μέσο όρο κατά -5,8 κιλά) κυρίως λόγω μείωσης του λιπώδους ιστού (κατά μέσο όρο -3,9 κιλά) και στο σπλαχνικό λίπος. Η ευαισθησία στην ινσουλίνη αυξήθηκε επίσης σημαντικά στην ομάδα των χορτοφάγων.

Η σχετική αφθονία των προβιοτικών Faecalibacterium prausnitzii  αυξήθηκε στην ομάδα των χορτοφάγων (κατά 4,8%). Η σχετική αύξηση των εν λόγω προβιοτικών συσχετίστηκε με μειώσεις στο βάρος του σώματος, το λιπώδη ιστό και το σπλαχνικό λίπος. Επίσης στην ομάδα των χορτοφάγων αυξήθηκε και ο σχετικός πληθυσμός των στελεχών του Bacteoides fragilis (κατά μέσο όρο +19.5%) αύξηση που συσχετίστηκε με μειώσεις στο βάρος του σώματος, στο λιπώδη ιστό και στο σπλαχνικό λίπος, καθώς και αύξηση στην ευαισθησία στην ινσουλίνη.

Οι συγγραφείς της μελέτης καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μια χορτοφαγική διατροφή χαμηλή σε λιπαρά προκαλεί αλλαγές στο μικροβίωμα του στομάχου που συσχετίζονται με αλλαγές στο βάρος, τη σύσταση του σώματος και την αντίσταση στην ινσουλίνη σε υπέρβαρους ενήλικες.

Αναγνωρίζουν ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να αποσαφηνιστεί κατά πόσο αυτές οι αλλαγές οφείλονται στην επίδραση της vegan διατροφής ή στη μειωμένη πρόσληψη θερμίδων.

Προσθέτουν επίσης ότι η κύρια μεταστροφή στο μικροβίωμα του στομάχου οφείλεται σε μια σχετική αύξηση τωνβακτηρίων που παράγουν λιπαρά οξέα βραχείας αλύσου και τα οποία τρέφονται με φυτικές ίνες. Επομένως η υψηλή διατροφική πρόσληψη φυτικών ινών φαίνεται ουσιαστική για τις αλλαγές που παρατηρήθηκαν σε αυτή την έρευνα.

Οι ερευνητές καταλήγουν ότι οι φυτικές ίνες είναι το πιο σημαντικό συστατικό των φυτικών τροφίμων που προάγει ένα υγιές εντερικό μικροβίωμα και συνιστούν την κατανάλωση φυτικών ινών για την διατήρηση της  υγείας του εντερικού μικροβιώματος.