Σε μία φαινομενικά παράδοξη διαπίστωση κατέληξε νεότερη βρετανική μελέτη, αναδεικνύοντας το όφελος που προσφέρει μια συγκεκριμένη κατηγορία συνταγογραφούμενων αντικαταθλιπτικών φαρμάκων.

Ειδικότερα, ερευνητές από το Ινστιτούτο Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας και Νευροεπιστημών (IoPPN) του King’s College του Λονδίνου διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς που λάμβαναν αντικαταθλιπτικά με συνταγή γιατρού, παρουσίαζαν σημαντικά λιγότερες πιθανότητες να βρεθούν θετικοί στον κορωνοϊό, όταν εισήχθησαν στο νοσοκομείο.

Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο BMC Medicine, υποδηλώνει ότι τα αντικαταθλιπτικά -ιδίως η πιο συχνά συνταγογραφούμενη κατηγορία που ονομάζεται εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs)– θα μπορούσαν να έχουν προληπτικό ρόλο έναντι της λοίμωξης COVID-19 και να αποτελέσουν συμπληρωματική προσέγγιση, μαζί με τον μαζικό εμβολιασμό.

Ίδια φάρμακα – διαφορετικός στόχος 

Αξιοποιώντας δεδομένα από το Clinical Record Interactive Search (CRIS), μια πλατφόρμα που επιτρέπει στους ερευνητές να διερευνούν τα αρχεία των ασθενών χωρίς πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα, οι ερευνητές ανέλυσαν τα κλινικά αρχεία 5.664 ασθενών που εισήχθησαν για περίθαλψη ψυχικής υγείας στο South London and Maudsley NHS Foundation Trust κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας COVID-19 (Απρίλιος έως Δεκέμβριος 2020).

Όλοι οι ασθενείς εξετάστηκαν υποχρεωτικά για τον κορωνοϊό πριν από την εισαγωγή τους, αλλά και κατά την παραμονή τους στην υγειονομική μονάδα.  Από τους 5.664 ασθενείς, 202 ασθενείς βρέθηκαν θετικοί. Όπως παρατηρήθηκε, τα θετικά αποτελέσματα του τεστ COVID-19 ήταν περίπου κατά το ήμισυ συχνότερα στους ασθενείς που είχαν πρόσφατα στον ιατρικό τους φάκελο αναφορές για τη χρήση των αντικαταθλιπτικών (90 ημέρες πριν από την εισαγωγή), σε σύγκριση με τους ασθενείς χωρίς τέτοιες αναφορές.

Αφού ανέλυσαν περαιτέρω  αυτά τα πρώτα δεδομένα, διαπιστώθηκε ότι η πρόσφατη συνταγογράφηση αντικαταθλιπτικών. σχετιζόταν με περίπου 40 % μείωση της πιθανότητας διάγνωσης του κορωνοϊού και οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης ήταν η μόνη κατηγορία αντικαταθλιπτικών που συνδεόταν με αυτή τη συσχέτιση.

Παρόλα αυτά, λόγω της ερευνητικής μεθόδου και της φύσης των θεραπευτικών σχημάτων, οι ερευνητές τονίζουν ότι δεν μπορούν να εγγυηθούν πως οι ασθενείς λάμβαναν τακτικά το φάρμακο κατά τη στιγμή της εξέτασης. Ωστόσο, πιστεύουν ότι η συσχέτιση είναι αρκετά ισχυρή ώστε να δικαιολογεί περαιτέρω διερεύνηση σε ευρύτερο πληθυσμό.

«Η προηγούμενη εργασία μας δείχνει ότι τα αντικαταθλιπτικά θα μπορούσαν να στοχεύσουν τις διαδικασίες κυτταρικής βιολογίας της λοίμωξης από την COVID-19 και τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης υποδηλώνουν το πιθανό κλινικό όφελος αυτής της επίδρασης. Μακροπρόθεσμα, φθηνά και άμεσα διαθέσιμα φάρμακα όπως τα αντικαταθλιπτικά θα μπορούσαν να συμβάλλουν στον περιορισμό της εξάπλωσης της COVID-19. Εάν τα ευρήματά μας επιβεβαιωθούν σε περαιτέρω έρευνα, μπορεί να παράσχουν κάποια βοήθεια για όσους δεν έχουν ακολουθήσει τις διαθέσιμες στρατηγικές για την πρόληψη της νόσου» εξηγεί ο δρ. Oleg Glebov, λέκτορας στο Τμήμα Ψυχιατρικής της Τρίτης Ηλικίας του King’s IoPPN και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.

Διαβάστε ακόμη:

Κατάθλιψη: Νέο πειραματικό αντικαταθλιπτικό δρα σε δύο ώρες

Επαρκής ύπνος: Αποτελεσματικό αντικαταθλιπτικό – Σε ποιες γυναίκες είναι πιο δραστικό