Η παχυσαρκία συμβάλλει στην εμφάνιση του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 έως και 6 φορές περισσότερο και μια καινοτομία στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας φαίνεται ότι μπορεί να ανακόψει και την εκδήλωσή του διαβήτη.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) στη Στοκχόλμη της Σουηδίας (19-23 Σεπτεμβρίου 2022), οι εβδομαδιαίες ενέσεις σεμαγλουτίδης μείωσαν έως και περισσότερο από το μισό τον κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδους  διαβήτη τύπου 2.

Το νέο αυτό φάρμακο εγκρίθηκε πρόσφατα στις ΗΠΑ ως θεραπεία κατά της παχυσαρκίας, ενώ έχει εγκριθεί προσωρινά και στην Αγγλία.

«Η σεμαγλουτίδη φαίνεται πως είναι το πιο αποτελεσματικό φάρμακο μέχρι στιγμής για τη θεραπεία της παχυσαρκίας και αρχίζει να κλείνει το χάσμα με το ποσό της απώλειας βάρους μετά από βαριατρική χειρουργική επέμβαση» αναφέρει σχετικά ο Δρ W. Timothy Garvey, από το Τμήμα Επιστημών Διατροφής του Πανεπιστημίου της Αλαμπάμα στο Μπέρμιγχαμ των ΗΠΑ, ο οποίος ήταν και ο επικεφαλής της έρευνας. «Αυτή η ποσότητα απώλειας βάρους είναι επαρκής για τη θεραπεία ή την πρόληψη ενός ευρέος φάσματος επιπλοκών της παχυσαρκίας που βλάπτουν την υγεία και την ποιότητα ζωής και αλλάζει τα δεδομένα στην ιατρική της παχυσαρκίας».

Όπως επισημαίνει, «η έγκρισή του φαρμάκου βασίστηκε στα αποτελέσματα κλινικών δοκιμών που ανέδειξαν ότι περιορίζει το βάρος κατά μέσο όρο πάνω από 15%, όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα υγιεινού τρόπου ζωής».

Οι δύο φάσεις της μελέτης

Για να διαπιστώσουν εάν η σεμαγλουτίδη θα προσέφερε θετικά αποτελέσματα, προέβησαν σε διαφορετικές δοκιμές. Στην πρώτη φάση (STEP1) χορηγήθηκε ενέσιμα σε 1.961 υπέρβαρους ή παχύσαρκους συμμετέχοντες 2,4 mg σεμαγλουτίδης ή εικονικού φαρμάκου εβδομαδιαίως, για 68 εβδομάδες.

Στην επόμενη δοκιμή, (STEP4) συμμετείχαν 803 συμμετέχοντες στις ίδιες κατηγορίες του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ), οι οποίοι έλαβαν την ίδια δόση της ενέσιμης θεραπείας εβδομαδιαίως για 20 εβδομάδες. Στη συνέχεια, είτε συνέχισαν τη σεμαγλουτίδη είτε άλλαξαν σε εικονικό φάρμακο για τις επόμενες 48 εβδομάδες.

Όλοι οι συμμετέχοντες ακολούθησαν παράλληλα τις συμβουλές των ειδικών σχετικά με τη διατροφή και την άσκηση.

Στη συνέχεια, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τη σταδιοποίηση καρδιομεταβολικών παθήσεων (CMDS), ένα εξαιρετικά ακριβές εργαλείο, για να προβλέψουν τον κίνδυνο των συμμετεχόντων να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 μέσα στα επόμενα 10 χρόνια.

Τα αποτελέσματα

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι για τους συμμετέχοντες της πρώτης φάσης οι βαθμολογίες 10ετούς κινδύνου μειώθηκαν κατά 61%. Η απώλεια βάρους ανήλθε στο 17% κατά μέσο όρο.

Στην αρχή της μελέτης, οι βαθμολογίες κινδύνου ήταν υψηλότερες στους συμμετέχοντες με προδιαβήτη απ’ ό,τι σε εκείνους με φυσιολογικά επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Ωστόσο, η σεμαγλουτίδη μείωσε τον κίνδυνο εξίσου και στις δύο ομάδες.

Όσον αφορά τη δεύτερη φάση της μελέτης, οι μεγαλύτερες μειώσεις στις βαθμολογίες κινδύνου παρατηρήθηκαν τις πρώτες 20 εβδομάδες. Για όσους συνέχισαν να λαμβάνουν την σεμαγλουτίδη, η βαθμολογία κινδύνου μειώθηκε περαιτέρω κατά 7,7%, αλλά, σε εκείνους που άλλαξαν σε εικονικό φάρμακο, αυξήθηκε σε ποσοστό 15,4%.

Αυτό υποδεικνύει ότι απαιτείται συνεχής θεραπεία με σεμαγλουτίδη για να διατηρηθεί η μείωση του κινδύνου εμφάνισης του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 αυτών των ατόμων.

«Εάν αναλογιστούμε τα αυξανόμενα ποσοστά παχυσαρκίας και διαβήτη, η σεμαγλουτίδη θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά για τη μείωση της επιβάρυνσης από αυτές τις χρόνιες ασθένειες» καταλήγει ο δρ. Timothy Garvey.