Τα δυνατά κύματα του κορωνοϊού, της γρίπης και του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού (RSV) «ανεβοκατεβαίνουν», προκαλώντας επιδημιολογική τρικυμία και παρασύροντας εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε νοσηλείες, περισσότερο ή λιγότερο διαχειρίσιμες, και μοιραία σε απώλειες. Υπό τις δύσκολες αυτές συνθήκες θα διανυθεί το πρώτο δίμηνο του έτους, σύμφωνα με τους ειδικούς, που απευθύνουν έκκληση, έστω και τώρα, για εμβολιασμό, για τήρηση μέτρων προστασίας καθώς και για έγκαιρη λήψη αντιικών φαρμάκων.

Ωστόσο, εφέτος, και παρότι έχουμε απομακρυνθεί από την οξεία φάση της εφαρμογής αυστηρών μέτρων προστασίας και από τα lockdown, ο προβληματισμός για την κατάσταση, που έχει διαμορφωθεί, εντείνεται και τα ερωτήματα πληθαίνουν. Γίναμε πιο ευάλωτοι στα παθογόνα αφότου ενέσκηψε ο κορωνοϊός; Το ανοσοποιητικό μας σύστημα «ξέχασε» πώς να αντιδρά απέναντι σε ιούς που «γνώριζε» πριν από την πανδημία; Χρειάζεται να «εκπαιδευτεί» εκ νέου και με ποιο τρόπο; Θα επανέλθουμε στην προ πανδημίας κατάσταση;

Οι απαντήσεις δεν είναι απλές ούτε εύκολες, κατά τους ειδικούς. «Ό,τι εξελίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες, είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Έχουμε απομακρυνθεί από το τείχος ανοσίας που χτίστηκε το 2021 και το 2022 έναντι του κορωνοϊού και παράλληλα το ανοσοποιητικό μας προσπαθεί να βρει την ισορροπία του, μετά τα lockdown. Πέρυσι ήταν σίγουρα πιο ανέτοιμο (το ανοσοποιητικό σύστημα), εφέτος είναι σε καλύτερη κατάσταση. Επίσης, χαλαρώσαμε τα μέτρα προστασίας, ενδεχομένως χαλαρώσαμε και εμείς οι γιατροί τις συστάσεις μας προς τους ασθενείς για τον αναγκαίο εμβολιασμό και την προφύλαξή τους. Το γεγονός ότι μέσα στις δομές υγείας δεν ήταν κανόνας η χρήση μάσκας οδήγησε σε μεγάλες διασπορές και εντός των νοσοκομείων. Επιπλέον, η κυκλοφορία των ιών διευκολύνθηκε πολύ από την εορταστική περίοδο και τις μετακινήσεις και τον συγχρωτισμό όλων» αναφέρει ο καθηγητής Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου (ΕΚΠΑ), πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρίας, Στέλιος Λουκίδης. Εκτιμά, όμως, πως όλα όσα απασχολούν τους πολίτες και απευθύνονται συχνά και ως ερωτήματα στους γιατρούς, σχετίζονται με την μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση για θέματα υγείας μετά την πανδημία.

Ευάλωτοι στους ιούς ή ευαισθητοποιημένοι στις ιώσεις; 

Κάτι το οποίο διατυπώνει σαφώς ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Γκίκας Μαγιορκίνης. «Δεν θεωρώ ότι είμαστε πιο ευάλωτοι έναντι των ιών. Αυτό θα μπορούσαμε να ισχύει πέρυσι, καθώς είχαμε μόλις βγει έπειτα από δύσκολους χειμώνες και όχι μόνο, από τα περιοριστικά μέτρα. Εφέτος, θεωρώ ότι είμαστε πιο ευαισθητοποιημένοι σε ό,τι αφορά τις ιώσεις, κάνουμε πιο συχνά και πιο εύκολα τεστ, αναζητούμε πιο σύντομα την εξέταση και τη διάγνωση για ιώσεις που πιθανόν δεν θα απασχολούσαν τους περισσότερους πριν από την πανδημία. Γενικώς γνωρίζουμε περισσότερα και είμαστε σε αυξημένη εγρήγορση. Αλλά δεν είμαστε περισσότερο ανίσχυροι έναντι των ιών» λέει ο καθηγητής.

Η ευαλωτότητα έναντι των παθογόνων χαρακτήρισε αναμφισβήτητα την περσινή χειμερινή περίοδο, με ιώσεις έντονες και περισσότερες αλλά και με ανατροπές στο σύνηθες χρονοδιάγραμμα εμφάνισής τους, όπως η εποχική γρίπη που είχε καταγραφεί νωρίτερα από τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με την πνευμονολόγο του νοσοκομείου «Σωτηρία», πρόεδρο της Ένωσης Πνευμονολόγων Ελλάδας, Σταματούλα Τσικρικά. «Εξακολουθεί όμως η ευαλωτότητα αυτή; Δεν είναι απλή η απάντηση» λέει, και εξηγεί γιατί: «Δεν μπορούν να μετρηθούν και να αποτυπωθούν με ασφαλή τρόπο οι επιπτώσεις της υποχρεωτικότητας, των περιοριστικών μέτρων, των lockdown, τα οποία φαίνεται ότι κράτησαν πρόσκαιρα σε μία «ύπνωση» το αμυντικό σύστημα του πληθυσμού παγκοσμίως. Η διαφορετική χρονική στιγμή κατά την οποία έβγαιναν από τους περιορισμούς οι διάφορες χώρες και η διακύμανση της έντασης στην κυκλοφορία κάθε ιού, καθόρισαν και το «ξύπνημα» του ανοσοποιητικού του οργανισμού. Πχ είδαμε εφέτος τι έγινε στην Κίνα που επέστρεψε πλήρως στην κανονικότητα, πολύ αργότερα από ότι οι περισσότερες χώρες, και είχε έξαρση σε αναπνευστικές ιώσεις κυρίως στον παιδικό πληθυσμό». Κατά την ειδικό, όμως, πρέπει να συνυπολογίζεται εφεξής και μία άλλη παράμετρος, η κλιματική αλλαγή. «Φυσικά δεν μπορεί να αποκλειστεί σαν αθροιστικός παράγοντας σε ό,τι εκτυλίσσεται πλέον και στις επιδημίες η κλιματική αλλαγή, καθώς μπορεί να μεταβάλλει το βιοκλίμα και τη βιωσιμότητα των παθογόνων με ευρύ αποτύπωμα στο ανθρώπινο κύτταρο που όμως ακόμη δεν μπορεί να προβλεφθεί» επισημαίνει η κυρία Τσικρικά.

Οι δύσκολες επόμενες εβδομάδες

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) το εφετινό κύμα του κορωνοϊού είναι υψηλότερο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι, ενώ το ίδιο φαίνεται πως θα συμβεί και με το κύμα της εποχικής γρίπης. Μέσα στην πρώτη εβδομάδα του έτους – για την οποία υπάρχουν επιδημιολογικά δεδομένα- καταγράφηκαν 14 σοβαρά κρούσματα με νοσηλεία σε ΜΕΘ, περίπου το 1/3 των κρουσμάτων γρίπης από την αρχή της περιόδου, δηλαδή τέλος Νοεμβρίου. Συνολικά έχουν καταγραφεί 49 νοσηλείες σε ΜΕΘ και 11 θάνατοι.

«Πέρυσι ακριβώς ίδια περίοδο η γρίπη βρισκόταν σε αντίστοιχα επίπεδα αλλά ήταν στο peak, στην κορύφωσή της. Εφέτος η γρίπη έχει ξεκινήσει περίπου τρεις εβδομάδες με ένταση και υπολογίζεται ότι θα φτάσει στο peak στις αρχές Φεβρουαρίου, άρα θα αναμένονται περισσότεροι διασωληνωμένοι όπως και νεκροί» λέει ο καθηγητής Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, πρόεδρος του ΕΟΔΥ, Χρήστος Χατζηχριστοδούλου. Ένα άλλο χαρακτηριστικό της εφετινής γρίπης που επισημαίνει ο καθηγητής Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Δημήτρης Παρασκευής είναι ότι μέχρι τώρα κυριαρχεί το πανδημικό στέλεχος Α(Η1Ν1) καθώς και ότι το κύμα φαίνεται να «παρασύρει» περισσότερο ενήλικες, σε αντίθεση με τον παιδικό πληθυσμό πέρυσι.

Από τα μέχρι τώρα διαθέσιμα στοιχεία για την εμβολιαστική κάλυψη των ασθενών με γρίπη τα στοιχεία είναι απογοητευτικά: Από τους 49 ασθενείς που διασωληνώθηκαν λόγω της γρίπης και των επιπλοκών της, μόλις 2 ήταν εμβολιασμένοι. Ανάλογη είναι η εικόνα και στους νοσηλευόμενους με covid. Από τους συνολικά 378 διασωληνωμένους του τελευταίου τετραμήνου μόλις δύο ήταν εμβολιασμένοι με το επικαιροποιημένο εμβόλιο. Ενώ και από τους 1.028 νεκρούς το ίδιο διάστημα επίσης δύο ήταν εμβολιασμένοι.