Κίνδυνος κυτταρικών αλλοιώσεων στον τράχηλο της μήτρας από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, εντοπίστηκε σε γυναίκες που εξετάστηκαν σε νοσοκομεία της χώρας μας. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μελέτης με ελληνική «υπογραφή» στην οποία συμμετείχε ο γνωστός Καθηγητής Λοιμωξιολογίας, Σωτήρης Τσιόδρας.

Η μελέτη που έτρεξε από τον Οκτώβριο του 2015 έως τον Ιούνιο του 2017 δημοσιεύτηκε τώρα στο περιοδικό «Pathogens» και υπογράφεται από τους: Γ. Βαλασούλης, Αβρ. Πουλιάκης, Γ. Μιχαήλ, Ι. Μαγκαλιού, Χρ. Παρθένης, Ν. Μάργαρη, Χρ. Κοτταρίδη, Άρ. Σπάθης, Δ. Λεβεντάκου, Αρ. Ιερωνυμάκη, Γ. Ανδρουτσόπουλος, Π. Παναγόπουλος, Ι. Παναγιωτίδης και οι καθηγητές Αλέξανδρος Δαπόντε και Σωτήρης Τσιόδρας.

Η συντακτική ομάδα επισημαίνει πως ο ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) έχει συνδεθεί με τον καρκίνο τραχήλου της μήτρας. Ωστόσο, δεν έχουν διερευνηθεί οι αιτιολογικές επιδράσεις άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων λοιμώξεων. Η συγκεκριμένη έρευνα είχε ως στόχο να διερευνήσει πιθανή συσχέτιση άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων με κυτταρολογικές εκτροπές του τραχήλου της μήτρας σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα, κυρίως νεαρών Ελληνίδων.

Πιο αναλυτικά, αξιολογήθηκαν δείγματα με μοριακή εξέταση και μελετήθηκε και ο γονότυπος του HPV από 2.256 γυναίκες που επισκέφθηκαν εξωτερικά ιατρεία για γυναικολογικό έλεγχο πανεπιστημιακών νοσοκομείων στην Αττική, τη Λάρισα και την Πάτρα στην περίοδο που προαναφέρθηκε. Η μέση ηλικία τους ήταν τα 37 έτη.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι 722 (33,3%) από τις γυναίκες βρέθηκαν θετικές σε σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα και η μέση ηλικία τους ήταν τα 34,2 έτη. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν πως η μεγαλύτερη μέση ηλικία (38,3 έτη) συσχετίστηκε με αρνητικά τεστ.

Σε ό,τι αφορά στα παθογόνα που ανιχνεύθηκαν, εντοπίστηκαν Chlamydia trachomatis σε 59 γυναίκες (8,2%), Mycoplasma hominis σε 156 (21,6%), Mycoplasma genitalium σε 14 (1,9%) και Ureaplasma spp. σε 555 (76,9%). Λοιμώξεις με δύο βακτηριακά παθογόνα εντοπίστηκαν σε 73 δείγματα (10,1%). Ο HPV ανιχνεύθηκε σε 357 από 1.385 δείγματα (25,8%). Η μέση ηλικία των γυναικών που έφεραν τον ιό ήταν τα 32 έτη.

Η θετικότητα των βακτηριακών λοιμώξεων από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα κατέδειξε σημαντική ετερογένεια μεταξύ των αρνητικών εξετάσεων για ενδοεπιθηλιακή βλάβη ή κακοήθεια (NILM) ή απλή λοίμωξη από HPV (LSIL).

Συμπερασματικά, όπως αναφέρεται στη μελέτη, σε έναν πληθυσμό με υψηλό επιπολασμό σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, ειδικά Ureaplasma spp., τεκμηριώθηκε μια συσχέτιση μεταξύ της ανίχνευσης βακτηριακού παθογόνου και της λοίμωξης του τραχήλου της μήτρας από τον HPV, καθώς και της μη φυσιολογικής κυτταρολογίας.