Η μακροχρόνια διατήρηση ενός ασφαλιστικού προγράμματος αποδεικνύεται συχνά μια δύσκολη υπόθεση. Πολλοί επιλέγουν να συνάψουν ένα ασφαλιστικό συμβόλαιο, όμως με το πέρασμα του χρόνου, κάποιοι το διακόπτουν, είτε λόγω οικονομικής αδυναμίας είτε λόγω δυσαρέσκειας με την ασφαλιστική εταιρεία. Το ερώτημα είναι: πρόκειται για μια σωστή επιλογή; Και τελικά, ποιος ωφελείται από αυτή την απόφαση;

Πριν απαντηθεί αυτό, αξίζει να θυμηθούμε γιατί κάποιος επιλέγει να ασφαλιστεί. Οι λόγοι είναι ουσιώδεις: πρόκειται για την κάλυψη ενός κινδύνου που αφορά τον ίδιο, την οικογένειά του, την επιχείρησή του ή το επάγγελμά του. Η ύπαρξη ασφαλιστικής κάλυψης βασίζεται σε πραγματικές ανάγκες. Η απουσία της σημαίνει έκθεση σε κινδύνους που, αν συμβούν, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με ίδια μέσα. Είναι όμως αυτό εφικτό;

Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: μόνο λίγοι, με ιδιαίτερα υψηλή οικονομική επιφάνεια, μπορούν να διαχειριστούν ένα σοβαρό και απρόβλεπτο γεγονός, όπως ένα πρόβλημα υγείας με υψηλό κόστος ή μια φυσική καταστροφή (π.χ. πυρκαγιά ή πλημμύρα σε επιχείρηση). Ακόμα όμως και για αυτούς, η ευχέρεια κάλυψης τέτοιων απωλειών δεν είναι δεδομένη. Για τη μεγάλη πλειονότητα των πολιτών, η ασφάλιση αποτελεί αναγκαίο δίχτυ προστασίας, και σε αυτούς ακριβώς απευθύνονται τα ασφαλιστικά προγράμματα.

Αυτό το μήνυμα πρέπει να γίνει αντιληπτό τόσο από όσους δεν έχουν ακόμη ασφαλιστεί, όσο και από εκείνους που έχουν διακόψει την ασφάλισή τους, κυρίως για οικονομικούς λόγους. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η ασφάλιση, ειδικά σε βασικούς τομείς όπως η υγεία και η περιουσία, δεν πρέπει να θεωρείται «ευέλικτη» ή προαιρετική δαπάνη. Πρέπει να διατηρείται με κάθε δυνατό τρόπο, γιατί είναι αυτή που θα σταθεί αρωγός σε μια δύσκολη στιγμή.

Αναγνωρίζοντας τη σημασία της ασφάλισης, η Πολιτεία έχει ήδη αρχίσει να ενισχύει τον ρόλο της. Πρόσφατα, καθιέρωσε έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ για τις ασφαλισμένες κατοικίες, ενώ επέβαλε υποχρεωτική ασφάλιση για επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 500.000 ευρώ. Όσον αφορά την ασφάλιση υγείας, πράγματι το κόστος της προκαλεί προβληματισμό. Όμως το γεγονός ότι το ζήτημα έχει τεθεί στο προσκήνιο δείχνει πως σύντομα θα αναζητηθούν και θα βρεθούν λύσεις που θα ωφελήσουν τόσο τους πολίτες όσο και τις ασφαλιστικές εταιρείες και τα ιδιωτικά νοσοκομεία.

Το κρίσιμο είναι να υπάρχει κάλυψη. Γιατί η ασφάλιση δεν μπορεί να αντικατασταθεί πλήρως από καμία κρατική πρόνοια. Επιπλέον, είναι κρίμα να πληρώνει κανείς ασφάλιστρα επί σειρά ετών και, χωρίς να έχει επωφεληθεί από το πρόγραμμά του, να το διακόπτει – χάνοντας έτσι όλα τα προηγούμενα.

Η απόφαση ασφάλισης πρέπει να συνοδεύεται από ώριμη σκέψη: όχι μόνο για το αν το πρόγραμμα ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σήμερα, αλλά και για το αν μπορεί να υποστηριχθεί οικονομικά και στο μέλλον. Μόνο τότε μπορεί η ασφάλιση να λειτουργήσει πραγματικά ως σύμμαχος – να είναι παρούσα όταν χρειαστεί και να προσφέρει την προστασία για την οποία αποκτήθηκε.

Διαβάστε επίσης

Ασφάλιση: Τι μπορεί να αλλάξει στους όρους και τα πρόσωπα του συμβολαίου – Ενημερωθείτε

Kρύψατε χρόνια από τον ασφαλιστή – Και άλλες 3 ψευδείς δηλώσεις που σας «καίνε»

Λήξη ασφαλιστηρίου: Τι ισχύει για την ανανέωση και για τα εξαρτώμενα μέλη