Ερευνητές από το Κέντρο Ερευνών Γήρανσης (ARC) του Τμήματος Νευροβιολογίας, Επιστημών Φροντίδας και Κοινωνίας του Karolinska Institutet, σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Ικανότητας Οικογενειακής Φροντίδας (Nka), έστειλαν πρόσφατα μια πανεθνική έρευνα σε 31.000 ηλικιωμένους για να μάθουν περισσότερα για όσους φροντίζουν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο, εντός ή εκτός σπιτιού. Συνολικά, 15.129 άτομα απάντησαν και αποδείχθηκε ότι 2.157 άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών παρέχουν τέτοια φροντίδα σε τακτική βάση.
Η πρώτη μελέτη που χρησιμοποιεί αυτά τα δεδομένα, η οποία δημοσιεύθηκε στο Scandinavian Journal of Public Health, δείχνει ότι η ένταση της φροντίδας συνδέεται άμεσα με την υγεία των φροντιστών και την ανεκπλήρωτη ανάγκη για υποστήριξη. Ειδικότερα, όσο αυξάνονται οι ώρες φροντίδας, τόσο αυξάνονται οι αρνητικές επιπτώσεις για εκείνους-σωματικές, ψυχολογικές και κοινωνικές.
Οι περισσότεροι από τους ηλικιωμένους άτυπους φροντιστές παρέχουν φροντίδα χαμηλής έντασης (1–10 ώρες εβδομαδιαίως) αλλά ένα αξιοσημείωτο ποσοστό (16,8% των φροντιστών) παρέχει φροντίδα υψηλής έντασης, δηλαδή τουλάχιστον 30 ώρες την εβδομάδα, βοηθώντας σε εργασίες όπως το μπάνιο, το φαγητό, τα ψώνια, τη διαχείριση των οικονομικών και την παροχή παρέας. Είναι ενδεικτικό ότι σχεδόν 1 στους 4 φροντιστές άνω των 75 ετών προσφέρει τέτοια εντατική φροντίδα, με μέσο όρο ηλικίας τα 77,5 έτη.
«Η έρευνά μας δείχνει ότι οι ηλικιωμένοι φροντιστές που παρέχουν φροντίδα υψηλής έντασης βιώνουν συχνά αρνητικές συνέπειες για τη δική τους ζωή και ευημερία και έχουν μεγαλύτερες ανάγκες για υποστήριξη από διάφορες πηγές», λέει η Mariam Kirvalidze, διδακτορική φοιτήτρια στο ARC και βασική συγγραφέας.
Οι γυναίκες, οι σύζυγοι και οι ηλικιωμένοι υπερεκπροσωπούνται
Οι γυναίκες, οι σύζυγοι φροντιστές και τα άτομα άνω των 75 ετών υπερεκπροσωπούνται μεταξύ όσων προσφέρουν φροντίδα υψηλής έντασης. Οι περισσότεροι φροντίζουν τον/την σύζυγο (87,3%), ενώ οι κυρίαρχες αιτίες φροντίδας είναι η άνοια και οι σωματικοί περιορισμοί. Οι φροντιστές αυτοί είναι πιο πιθανό να αναφέρουν αρνητικές εμπειρίες που σχετίζονται με τη φροντίδα, όπως προβλήματα ύπνου, ψυχική κόπωση, κοινωνική απομόνωση και παραμέληση της δικής τους υγείας.
Ταυτόχρονα, βιώνουν χαμηλότερο βαθμό ικανοποίησης από τη φροντίδα, σε αντίθεση με εκείνους που την παρέχουν λίγες ώρες εβδομαδιαίως. Η θετική αίσθηση από τον ρόλο μειώνεται όσο αυξάνεται το φορτίο φροντίδας.
«Είναι σαφές ότι η φροντίδα υψηλής έντασης μπορεί να είναι πολύ απαιτητική και να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα ζωής των φροντιστών. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι αυτοί οι ηλικιωμένοι φροντιστές λαμβάνουν την υποστήριξη που χρειάζονται για να συνεχίσουν να παρέχουν φροντίδα χωρίς να υποστούν οι ίδιοι σοβαρά προβλήματα υγείας», αναφέρει η Amaia Calderón-Larrañaga, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Κέντρο Ερευνών Γήρανσης (ARC) και μία από τις συγγραφείς.
Ανάγκη για στοχευμένες παρεμβάσεις
Η μελέτη υπογραμμίζει τη σημασία της ανάπτυξης στοχευμένων παρεμβάσεων για τη στήριξη των ηλικιωμένων φροντιστών, ιδίως εκείνων που παρέχουν φροντίδα υψηλής έντασης. Οι ανάγκες τους δεν καλύπτονται επαρκώς από τις υπάρχουσες γενικές πολιτικές. Ποσοστά ανεκπλήρωτων αναγκών είναι σημαντικά υψηλότερα σε αυτή την ομάδα: για παράδειγμα, πάνω από 1 στους 4 φροντιστές υψηλής έντασης ανέφερε ότι θα ήθελε υπηρεσία φροντίδας ανάπαυλας αλλά δεν του προσφέρθηκε.
Μεταξύ των υπηρεσιών υποστήριξης που ζητούνται περισσότερο είναι η φροντίδα ανάπαυλας, η προσωπική συμβουλευτική και η οικονομική υποστήριξη. Οι φροντιστές που παρέχουν φροντίδα υψηλής έντασης είναι συχνά ήδη σε μεγάλη ηλικία, με περιορισμένες αντοχές και παράλληλες δικές τους ανάγκες φροντίδας, γεγονός που καθιστά απαραίτητη μια ευέλικτη και προσαρμοσμένη προσέγγιση.
«Χρειάζεται μια πιο λεπτομερής έρευνα σε δημοτικό επίπεδο για την καλύτερη κατανόηση και αντιμετώπιση των αναγκών όλων των φροντιστών, ιδίως εκείνων που είναι ηλικιωμένοι και πιο ευάλωτοι, ώστε να διασφαλιστεί ότι λαμβάνουν την υποστήριξη που χρειάζονται. Με την κατανόηση των συγκεκριμένων αναγκών τους, μπορούμε να δημιουργήσουμε καλύτερες συνθήκες και για τους φροντιστές και να διασφαλίσουμε ότι οι λήπτες φροντίδας θα παραμείνουν στο σπίτι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα», λέει η Kirvalidze.
Διαβάστε επίσης
Πώς θα επιβιώσουν οι σημερινοί 50χρονοι με τις ατελείωτες υποχρεώσεις – Η ψυχολόγος συμβουλεύει
Μοναξιά: Ποια χώρα κρατά τα πρωτεία – Τι ισχύει για την Ελλάδα
Burnout λόγω ενηλικίωσης: Οι δύο γενιές που δεν θέλουν να «γίνουν μεγάλοι»