Οι θυρεοειδίτιδες αναφέρονται σε φλεγμονή και διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα, η οποία, σε κάποιες μορφές, μπορεί να προκαλεί και πιεστικά συμπτώματα.

Διακρίνονται στις εξής:

  • Αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα Hashimoto: Είναι ο συχνότερος τύπος θυρεοειδίτιδας κα αφορά πάνω από 10% του γενικού ενήλικου πληθυσμού. Η αιτία είναι θετικά αυτο- αντισώματα κυρίως έναντι της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (anti-TPO) αλλά και έναντι της θυρεοσφαιρίνης (anti-TG) με λεμφοκυτταρική διήθηση του θυρεοειδούς και απόπτωση των θυρεοειδικών κυττάρων. Πρόκειται λοιπόν για λεμφοκυτταρική αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα. Ο θυρεοειδής στα αρχικά στάδια είναι διογκωμένος, ανώδυνος και η υφή του λοβώδης. Στα πιο προχωρημένα στάδια μειώνεται το μέγεθός του λόγω της αυτοάνοσης καταστροφής των θυρεοειδικών κυττάρων. Εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες. Υπάρχει οικογενής επίπτωση και μεταφέρεται κυρίως από τη μητέρα στην κόρη. Στις περισσότερες περιπτώσεις οδηγεί σε υποκλινικό ή κλινικό υποθυρεοειδισμό και χρειάζεται διά βίου αγωγή με εξωγενή χορήγηση λεβοθυροξίνης.
  • Υποξεία θυρεοειδίτιδα De Quervain: Πρόκειται για φλεγμονή μετά από ιογενή λοίμωξη. Χαρακτηρίζεται από έντονο άλγος στην πρόσθια τραχηλική χώρα και δυσφαγία, με αντανάκλαση στα πλάγια του τραχήλου. Συνυπάρχει συχνά πυρετός και κακουχία καθώς και υπερθυρεοειδικό σύνδρομο. Τα συμπτώματα μπορεί να κυμαίνονται από ήπια ως θορυβώδη. Η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών είναι υψηλή. Ο θυρεοειδής αδένας καταστρέφεται, οι θυρεοειδικές ορμόνες διαρρέουν στην κυκλοφορία και σ’ αυτό οφείλεται η υπερθυρεοειδική φάση της νόσου. Ακολουθεί η υποθυρεοειδική φάση μέχρι να αναπλασθούν τα θυρεοειδικά θυλάκια που έχουν καταστραφεί. Σε ένα ποσοστό ασθενών η υποθυρεοειδική φάση είναι μόνιμη. Η νόσος συνήθως διαρκεί 1 ως 3 μήνες και είναι αυτοϊώμενη. Μπορεί όμως να υποτροπιάσει μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Δεν χρειάζονται αντιθυρεοειδικά φάρμακα, αλλά αντιμετώπιση των συμπτωμάτων με β αναστολείς. Για την αντιμετώπιση της φλεγμονής χορηγούνται μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη σε υψηλές δόσεις ή γλυκοκορτικοειδή, στα οποία η απάντηση είναι συνήθως καλή. Εάν επέλθει υποθυρεοειδισμός, τότε χρειάζεται εξωγενής χορήγηση λεβοθυροξίνης.
  • Οξεία πυώδης θυρεοειδίτιδα. Είναι σπάνια φλεγμονή του θυρεοειδούς από μικρόβια. Κλινικά παρουσιάζεται με πόνο, δυσκαταποσία και συχνά προκύπτει απόστημα. Η θεραπευτική αγωγή περιλαμβάνει αντιβιοτικά, αναλγητικά, διάνοιξη αποστήματος ή και ευρύτερη χειρουργική επέμβαση.
  • Θυρεοειδίτιδα Riedel: Πρόκειται για ινώδη θυρεοειδίτιδα και σπάνια κατάσταση. Μπορεί να συνοδεύεται από υποθυρεοειδισμό και σπανίως και από υποπαραθυρεοειδισμό. Μερικές φορές συνυπάρχει με οπισθοπεριτοναϊκή ίνωση. Μπορεί να χρειαστεί χειρουργική αντιμετώπιση, καθώς δημιουργεί τοπικά πιεστικά φαινόμενα.

 

*H Σταυρούλα (Λίνα) Πάσχου είναιΕπίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών