Η εφηβεία αποτελεί μια περίοδο κατά την οποία συμβαίνουν πολλές σωματικές, συναισθηματικές και ψυχολογικές αλλαγές σε ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Σε αυτό το πλαίσιο, αναπτύσσεται η σεξουαλικότητα των νεαρών κοριτσιών, καθιστώντας την έφηβη ιδιαίτερα ευάλωτη στη μετάδοση κάποιου σεξουαλικώς μεταδιδόμενου νοσήματος (ΣΜΝ). Είναι ιδιαίτερα σημαντικό πως όλα αυτά συμβαίνουν παράλληλα με μια διαρκώς μειούμενη μέση ηλικία έναρξης των σεξουαλικών επαφών τα τελευταία χρόνια, που δεν παρατηρείται μόνο στη χώρα μας, αλλά και παγκοσμίως, κρίνοντας επιτακτική την ανάγκη ορθής σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης και ενημέρωσης των εφήβων.

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από μελέτες, καθώς στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ), το 42% των εφήβων ξεκινά τις σεξουαλικές επαφές του πριν τα 19 έτη, ενώ σε αναφορές άλλων μελετών, αυτό το ποσοστό αγγίζει το 71%. Η Ελλάδα, ως αναπτυγμένη χώρα του δυτικού πολιτισμού, δεν θα μπορούσε να αποκλίνει αυτής της τάσης. Μολονότι οι μελέτες είναι λίγες, φαίνεται πως περίπου οι μισές έφηβες ξεκινούν τη σεξουαλική τους ζωή πριν από τα 17 έτη, ενώ υπάρχουν μελέτες που δείχνουν πως το 73% των εφήβων 14 έως 16 ετών είχαν μιας κάποιας μορφής σεξουαλική δραστηριότητα.

Σε αυτό το πλαίσιο, τα ΣΜΝ απασχολούν ιδιαίτερα τους επαγγελματίες υγείας ανά τον κόσμο, καθώς πολλά από αυτά μπορούν ευκόλως να προληφθούν ή να θεραπευτούν. Κάθε χρόνο παρατηρούνται παγκοσμίως 448 εκατομμύρια νέες λοιμώξεις θεραπεύσιμων ΣΜΝ (σύφιλη, χλαμύδια, γονόρροια, τριχομονάδες) σε γυναίκες ηλικίας 15-49 ετών, ενώ σε αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται άλλα ΣΜΝ, όπως ο ιός HIV και ο ιός HPV, που εξακολουθούν να επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Παράλληλα, είναι ο κύριος λόγος αναστρέψιμης υπογονιμότητας μεταξύ των γυναικών, ενώ στις αναπτυσσόμενες χώρες αποτελούν μία από τις πέντε συχνότερες αιτίες για τις οποίες οι έφηβοι προσέρχονται στον ιατρό.

Οι ευάλωτοι ασθενείς
Οι έφηβοι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσουν από κάποιο ΣΜΝ γιατί έχουν πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους, σύντομες σχέσεις, διάθεση για πειραματισμό και είναι πιο ευάλωτοι στις λοιμώξεις. Υπολογίζεται μάλιστα πως 1 στους 4 σεξουαλικά ενεργούς εφήβους παγκοσμίως έχει μολυνθεί από κάποιο ΣΜΝ, ενώ περίπου 60% των νέων περιστατικών λοιμώξεων και 50% των ασθενών με HIV σε όλο τον κόσμο ανήκουν σε αυτήν την πληθυσμιακή ομάδα. Ο πιο συχνός τρόπος μετάδοσης των ΣΜΝ είναι η διεισδυτική ή μη σεξουαλική επαφή, ενώ πολύ πιο σπάνια μπορούν κάποια εξ αυτών να μεταδοθούν μέσω της δερματικής επαφής ή ακόμα και από τη μητέρα στο νεογνό κατά τον τοκετό.

Τα συχνότερα ΣΜΝ
Τα πιο συχνά ΣΜΝ στην εφηβεία προκαλούνται από βακτήρια (χλαμύδια, γονόρροια, σύφιλη), ιούς (έρπης HSV, ανθρωπίνων θηλωμάτων HPV, ανοσοανεπάρκειας HIV / AIDS, ηπατίτιδα Β HBV, ηπατίτιδα C HCV) και πρωτόζωα (τριχομονάδα). Η συνήθης συμπτωματολογία στις έφηβες αφορά κνησμό του αιδοίου, άλγος, διόγκωση ή εμφάνιση φυσαλίδων στα γεννητικά όργανα, στον πρωκτό ή στο στόμα, κολπική υπερέκκριση, δύσοσμη ή μη, αίσθημα πληρότητας στον κόλπο, άλγος υπογαστρίου και συχνουρία ή/και δυσουρία. Ωστόσο, κάποια συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν εβδομάδες ή μήνες μετά την επαφή. Ο τρόπος αντιμετώπισης των βακτηρίων και της τριχομονάδας είναι η λήψη κατάλληλης αντιβιοτικής θεραπείας τόσο από τη γυναίκα όσο και από τον σύντροφο, ενώ για τα ΣΜΝ που οφείλονται στους ιούς απαιτούνται εξειδικευμένες αντι-ιικές θεραπείες.

Ο πιο συχνός σεξουαλικά μεταδιδόμενος ιός
Το συχνότερο ΣΜΝ παγκοσμίως είναι ο ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV), ένας DNA ιός του οποίου έχουν αναγνωριστεί περισσότεροι από 200 διαφορετικοί ορότυποι. Τουλάχιστον 80% των γυναικών θα έχει μολυνθεί με τον ιό HPV μέχρι την ηλικία των 50 ετών, ενώ ανιχνεύεται σε ποσοστό μεγαλύτερο από 99% των περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Από το 2002 έχει ξεκινήσει η εφαρμογή εμβολίων με στόχο την πρωτογενή πρόληψη έναντι της HPV λοίμωξης. Στην εφαρμογή αυτών των εμβολίων, που εντάσσεται στο πλαίσιο ενός διεθνούς προγράμματος, συμμετείχε από την Ελλάδα το Τμήμα Παιδικής – Εφηβικής Γυναικολογίας και Επανορθωτικής Χειρουργικής της Β’ Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Αρεταίειο Νοσοκομείο, με κύριους ερευνητές τους Καθηγητές Γεώργιο Κρεατσά και Ευθύμιο Δεληγεώρογλου και από την ανάλυση των δεδομένων μας, μαζί με 22 άλλα ερευνητικά κέντρα παγκοσμίως, επιβεβαιώθηκε η αποτελεσματικότητα, η ασφάλεια, και η καλή ανοχή των εμβολίων στα άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη.

Σεξουαλική διαπαιδαγώγηση
Συμπερασματικά, είναι σημαντικό να επικεντρωθούμε στην προαγωγή της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης των εφήβων. Η συμβουλευτική και η εκπαίδευσή τους αποτελούν τα μοναδικά μας όπλα απέναντι στη μάστιγα των σεξουαλικώς μεταδιδομένων νοσημάτων, με ιδιαίτερη μνεία στην ενημέρωσή τους γύρω από τη χρήση του ανδρικού προφυλακτικού, ενθαρρύνοντάς τους μάλιστα να το χρησιμοποιούν σε κάθε σεξουαλική τους επαφή, ώστε να μειωθούν στο ελάχιστο τα συμβάματα των ΣΜΝ.

 

Ο Δρ. Ευθύμιος Κ. Δεληγεώρογλου, είναι Ομ. Καθηγητή Ιατρικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, τ. Διευθυντή Β΄ Μαιευτικής-Γυναικολογικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών Αρεταίειον Νοσοκομείου, τ. Διευθυντή Τομέα Υγείας «Μητέρα» – Παιδιού Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, τ. Αντιπροέδρου Εφορείας Αρεταίειου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου, Τμήμα Παιδικής και Εφηβικής Γυναικολογίας Παίδων «Μητέρα»