Είναι γνωστό ότι οι βιταμίνες, τα ιχνοστοιχεία και τα μέταλλα, όταν λαμβάνονται σε επαρκή ποσότητα, παίζουν σημαντικό ρόλο στη φυσιολογική λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.

Η βιταμίνη Α, το σύμπλεγμα βιταμινών Β, η βιταμίνη C, η βιταμίνη D, ο ψευδάργυρος, ο σίδηρος (Fe), το ασβέστιο και το σελήνιο ανήκουν στα μικροστοιχεία που προσφέρουν προστασία και ταχύτερη ανάρρωση από τις ιογενείς λοιμώξεις, στην κατηγορία των οποίων ανήκει και η COVID-19.

Ο στόχος της λήψης των συμπληρωμάτων, θα πρέπει να είναι η ικανοποίηση της Συνιστώμενης Ημερήσιας Δόσης, με βάση την ηλικία, το φύλο και τη σωματική δραστηριότητα των ατόμων.

Οι ανεπάρκειες σε βιταμίνη D και Fe είναι οι συχνότερες στα παιδιά και τους εφήβους, στα οποία έχουν και τη μεγαλύτερη επίπτωση στην υγεία τους.

Φαίνεται ότι η ανεπάρκεια σε βιταμίνη D έχει συνδεθεί με την ευαισθησία σε λοιμώξεις, αλλά και σε διάφορα άλλα νοσήματα. O περιορισμός της κυκλοφορίας του πληθυσμού, λόγω της πανδημίας, σε συνδυασμό με την μειωμένη πρόσληψή της με τις τροφές συντελέσαν σε ανεπάρκειά της σε παιδιά και εφήβους. Η ελάχιστη απαραίτητη έκθεση στον ήλιο την ημέρα για την επαρκή παραγωγή της βιταμίνης D είναι τα 15 λεπτά. Εκτός από την ευαισθησία στις λοιμώξεις η ανεπαρκής πρόσληψη της βιταμίνης D στην εφηβεία αναστέλλει τη μέγιστη οστική πυκνότητα και το τελικό ύψος.

Οι έφηβοι, λόγω της ταχείας ανάπτυξής τους, έχουν αυξημένες ανάγκες σε σίδηρο, και ειδικά τα κορίτσια με την έμμηνο ρύση. Η ανεπάρκεια του κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του εγκεφάλου, που συνεχίζεται και στην εφηβεία μπορεί να αποβεί καταστροφική. Αξίζει να αναφερθεί ότι, όταν ο Fe λαμβάνεται μαζί με βιταμίνη C, η απορρόφηση του διπλασιάζεται ή τριπλασιάζεται.

Πολλοί έφηβοι επίσης δεν λαμβάνουν την ελάχιστη απαραίτητη ποσότητα ασβεστίου που είναι τα 1.300 mg. Το ένα ποτήρι γάλα περιέχει 300 mg ασβεστίου. Άρα χρειάζονται περίπου 4,5 ποτήρια γάλα τη μέρα ή μια ισοδύναμη ποσότητα γαλακτοκομικών προϊόντων – μια ποσότητα, την οποία λαμβάνουν ελάχιστοι έφηβοι.

Για τη εργαστηριακή διερεύνηση της ανεπάρκειας του σιδήρου και της βιταμίνης D αρκούν να γίνουν μια γενική αίματος, η μέτρηση της φερριτίνης και της βιταμίνης D.

Τo 25% των εφήβων στις ΗΠΑ είχαν επίπεδα 25(ΟΗ)D <20 ng/ml, το οποίο θεωρείται ως το κατώτερο φυσιολογικό όριο. Οποιοδήποτε παιδί που δεν καταναλώνει τουλάχιστον 950ml γάλακτος ενισχυμένο με βιταμίνη D, θα πρέπει να λάβει το ανάλογο συμπλήρωμα σε χάπι ή σταγόνες. Ειδικά για τους εφήβους, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συνιστά την ημερήσια λήψη συμπληρωμάτων με 600 IU βιταμίνης D.

Η συστηματική χορήγηση συμπληρωμάτων βιταμινών και μετάλλων δεν είναι απαραίτητη για τα υγιή παιδιά που αναπτύσσονται φυσιολογικά, καταναλώνουν μια ισορροπημένη δίαιτα και εκτίθενται στο φως του ήλιου τακτικά.

Ισορροπημένη δίαιτα

Ισορροπημένη δίαιτα είναι αυτή που περιλαμβάνει τροφές και των 4 ομάδων:

  • γαλακτοκομικά,
  • κρεατικά και πρωτεΐνες,
  • δημητριακά και
  • φρούτα-λαχανικά.

Το Myplate.gov είναι ένας διαδραστικός ιστότοπος ο οποίος δίνει ολοκληρωμένες διατροφικές συστάσεις, με βάση τις επικαιροποιημένες κατευθυντήριες οδηγίες ,που αφορούν την υγιεινή διατροφή. Φυσικά σε ορισμένα παιδιά η χορήγηση συμπληρωμάτων μπορεί να είναι απαραίτητη.

Εάν η οικογένεια ακολουθεί μια αυστηρή χορτοφαγική δίαιτα, χωρίς καθόλου ζωικά προϊόντα, όπως τα αβγά ή τα γαλακτοκομικά, το παιδί μπορεί να ακολουθήσει αυτή τη δίαιτα μόνο μετά από συμβουλή παιδιάτρου και αφού εξασφαλιστεί η χορήγηση συμπληρωμάτων με βιταμίνη Β12, βιταμίνη D, σίδηρο, βιταμίνη Α, ασβέστιο, ψευδάργυρο και ριβοφλαβίνη.

Επίσης, μπορεί να χρειαστεί να λαμβάνουν συμπληρώματα τα παιδιά που αθλούνται έντονα, τα παιδιά που ακολουθούν στερητικές δίαιτες, και τα παιδιά με χρόνια νοσήματα, τα οποία επηρεάζουν την απορρόφηση των λιποδιαλυτών βιταμινών A, D, E και Κ.

Φυσικά εάν οι γονείς το επιθυμούν μπορούν να χορηγήσουν κάποιο τυπικό πολυβιταμινούχο σκεύασμα, πάντα όμως στο πλαίσιο της επίτευξης της ημερήσιας συνιστώμενης ποσότητας των θρεπτικών συστατικών.

Ειδικά για τις λιποδιαλυτές βιταμίνες A, D, E και K, οι οποίες συσσωρεύονται στον οργανισμό εκτός από την μειωμένη πρόσληψή τους και η υπερβολική λήψη τους μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στην υγεία.