Εκτεταμένες έρευνες αποκαλύπτουν ότι οι υψηλές θερμοκρασίες που χαρακτηρίζουν τα κύματα καύσωνα, κατά τους θερινούς μήνες, τα επονομαζόμενα από τους αρχαίους «κυνικά καύματα», συσχετίζονται με εκτεταμένη θνησιμότητα, εντός του πλαισίου της κλιματικής αλλαγής.

Οι ασθενείς με ψυχικές διαταραχές είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στον κίνδυνο θανάτου εξαιτίας των υπερβολικά υψηλών θερμοκρασιών, εν συγκρίσει με τον γενικό πληθυσμό.

Βαρέως επιβαρυντική κρίνεται, κυρίως για τις ευάλωτες ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά και οι εμφανίζοντες ψυχιατρικό ιστορικό, η κατάσταση που διαμορφώνεται και από τις, πολύ συχνά συνεκδηλούμενες με τους καύσωνες, καταστροφικές πυρκαγιές. Οι προβαλλόμενες στους τηλεοπτικούς δέκτες σκηνές από φλεγόμενες περιοχές και σπίτια προκαλούν τρόμο και έντονες αντιδράσεις στα ευάλωτα αυτά άτομα. Οι άμεσες αντιδράσεις περιλαμβάνουν τη συναισθηματική και φυσική εξάντληση. Στις άμεσες αντιδράσεις συμπεριλαμβάνονται η συναισθηματική και φυσική εξάντληση. Οι μεταδόσεις εικόνων, ήχων και η οσμή συνήθως προκαλούν έντονο φόβο και άγχος. Παρόμοιες αντιληπτικές αισθήσεις που πυροδοτούνται για παράδειγμα από τον καπνό δύνανται να προκαλέσουν έντονο stress έως και μήνες μετά τα συμβάντα. Ενώ έντονες αντιδράσεις stress πυροδοτεί και ο απόηχος της πυρκαγιάς με νέφος καπνού ή φλόγες στον ορίζοντα.

Πρόσφατες έρευνες αποκαλύπτουν ότι άνθρωποι με χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, άνθρωποι που ζούνε μόνοι, ηλικιωμένοι και όσοι έχουν προϋπάρχουσες χρόνιες παθήσεις του καρδιαγγειακού ή/και του αναπνευστικού συστήματος ή σακχαρώδη διαβήτη είναι περισσότερο ευάλωτοι στη ζέστη και εμφανίζουν μεγαλύτερο δείκτη κινδύνου θνησιμότητας εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών. Έχει προταθεί επίσης η συσχέτιση των ψυχικών διαταραχών με την ευαλωτότητα στη ζέστη.

Οι προαναφερθείσες, μάλιστα, σωματικές χρόνιες νόσοι (καρδιαγγειακές-αναπνευστικές παθήσεις και σακχαρώδης διαβήτης) είναι ιδιαίτερα συχνές στους ψυχιατρικώς πάσχοντες συνανθρώπους μας.

Επίπροσθέτως, οι άνθρωποι που υποφέρουν από ψυχικές παθήσεις μπορεί να εμφανίζουν περιορισμένους μηχανισμούς αντιμετώπισης της υπερβολικής ζέστης, όπως είναι η αναζήτηση δροσερού περιβάλλοντος, η κατάλληλη ελαφρά ένδυση και η αύξηση της λήψης υγρών.

Ορισμένες μελέτες καταδεικνύουν πως άτομα με ψυχικές διαταραχές αντιμετωπίζουν προβλήματα στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, γεγονός που έχει πολλαπλάσια αρνητικό αντίκτυπο εν μέσω κυμάτων έντονου καύσωνα.

Τα ψυχοτρόπα φάρμακα παίζουν επίσης ιδιαίτερο ρόλο, καθώς η χρήση αντιψυχωτικών και υπνωτικών φαρμάκων σχετίζεται ισχυρά με τον κίνδυνο θανάτου στη διάρκεια περιόδων υψηλών θερμοκρασιών σε ασθενείς που πάσχουν από ψυχώσεις, άνοια και χρήση ουσιών.

Ανάμεσα στους ψυχικώς πάσχοντες, οι άνδρες και όσοι ζουν σε αγροτικές περιοχές εμφανίζουν υψηλότερη θνησιμότητα σχετιζόμενη με τις υψηλές θερμοκρασιές, εν συγκρίσει με τις αντίστοιχες πληθυσμιακές ομάδες που δεν εμφανίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας.

Ασθενείς με κατάθλιψη εμφανίζουν τον υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας σχετιζόμενης με τον καύσωνα. Αυτή η επισήμανση ειναι πολύ σημαντική, καθώς οι καταθλιπτικοί ασθενείς αναμένεται να εμφανίζουν, γενικότερα, υψηλότερη κοινωνική λειτουργικότητα σε σύγκριση με τους πάσχοντες από σχιζοφρένεια ή άλλες ψυχώσεις, με αποτέλεσμα να μη συμπεριλαμβάνονται στις πληθυσμιακές ομάδες υψηλού κινδύνου και να μη συμπεριλαμβάνονται στις παρεμβάσεις πρόληψης-αντιμετώπισης των βλαπτικών επιδράσεων του καύσωνα. Τα άτομα αυτά όμως, εξαιτίας της καταθλιπτικής τους διαταραχής, είναι πιθανό να εμφανίζουν βασικές δυσλειτουργίες στους θερμοαισθητηριακούς / θερμορυθμιστικούς μηχανισμούς, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν ιδιαίτερα αυξημένη θερμοκρασία σώματος σε συνθήκες καύσωνα. Επιπροσθέτως, οι αναστολείς των υποδοχέων επαναπρόσληψης της ντοπαμίνης και της νοραδρεναλίνης, οι οποίοι χρησιμοποιούνται για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση της κατάθλιψης έχει προσδιοριστεί πως αυξάνουν τη σωματική θερμοκρασία κατά τη διάρκεια φυσικής προσπάθειας. Οι εκλεκτικοί αναστολείς των υποδοχέων επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs), οι οποίοι αποτελούν τα περισσότερο ευρέως χορηγούμενα αντικαταθλιπτικά, φαίνεται ότι διαταράσσουν την αντίληψη της δίψας, ενισχύοντας τον κίνδυνο της φαρμακοεπαγώμενης υπόνατριαιμίας, στη διάρκεια των θερμών περιόδων.

Εκτός από τους ασθενείς με κατάθλιψη, την υψηλότερη πιθανότητα θανάτου εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών εμφανίζουν και όσοι παρουσιάζουν έκπτωση των νοητικών λειτουργειών, όπως ειναι οι πάσχοντες από ανοϊκές διαταραχές.

Εξαιτίας συμπεριφορικών ζητημάτων και φαρμακευτικών αγωγών που εμπλέκονται στις διαδικασίες της φυσιολογικής ομοιόστασης, όσοι πάσχουν από ψυχικές παθήσεις εμφανίζονται, λοιπόν, ευάλωτοι στις επιδράσεις της υπερβολικής ζέστης, όπως φαίνεται από τις αυξήσεις στις νοσοκομειακές εισαγωγές.

Οι τελευταίες αυξάνονται κατά τις περιόδους καύσωνα, για τους πάσχοντες από συμπτωματικές ψυχιατρικές παθήσεις -συμπεριελαμβανομένης της σχιζοφρένειας-άνοια, συναισθηματικές διαταραχές, νευρώσεις, αγχώδεις και σωματόμορφες διαταραχές, καθώς και για τους εμφανίζοντες αναπτυξιακές διαταραχές.

Η πληθυσμιακή ομάδα που συμπεριελάμβανε τους ασθενείς με ψυχικές παθήσεις ήταν η μόνη στην οποία καταγράφηκαν αυξήσεις και στις νοσοκομειακές εισαγωγές και στη θνησιμότητα, την ίδια στιγμή που η γνωσιακή έκπτωση και οι νοσοκομειακές εισαγωγές καταπονημένων από τη ζέστη ηλικιωμένων φαίνεται να υπέρδιπλασιάζονται στη διάρκεια των κυμάτων καύσωνα.

Είναι πλέον εμφανές πως, εξαιτίας συμπεριφορικών ζητημάτων αλλά και ψυχοτρόπων φαρμακευτικών αγωγών που εμπλέκονται στις διαδικασίες της φυσιολογικής ομοιόστασης, όσοι πάσχουν από ψυχικές παθήσεις είναι πιο ευάλωτοι στις επιδράσεις της υπερβολικής ζέστης, όπως προκύπτει από τις καταγραφόμενες αυξήσεις στις νοσοκομειακές εισαγωγές.

Τα αντιψυχωτικά φάρμακα τα οποία ελαττώνουνε τη θερμορυθμιστική ικανότητα του οργανισμού, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο θανάτου για τους ψυχιατρικούς ασθενείς, εν μέσω καύσωνα, αν και οι μελέτες δείχνουν αυξημένο κίνδυνο θανάτου, συναρτώμενο από τις υψηλές θερμοκρασίες, για τους ψυχιατρικούς ασθενείς, ήδη από τη δεκαετία του 50, πριν -δηλαδή- από την εισαγωγή των αντιψυχωτικών στην κλινική θεραπευτική πράξη. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει πως τόσο η σχιζοφρένεια αυτή καθ’ εαυτή, όσο και η φαρμακευτική αγωγή που χορηγείται για την αντιμετώπισή της, αυξάνουν τον κίνδυνο των σχετιζόμενων με την υψηλή θερμοκρασία θανάτων.

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει οι οποίες παρεμβάσεις στοχεύουν, σε επίπεδο Δημόσιας Υγείας, να προστατεύσουν και να ανακουφίσουν τις ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες από τις σωματοψυχικές συνέπειες του καύσωνα και των συνενκδηλούμενων απειλητικών φαινομένων (πχ φωτιές, πλημμύρες), να συμπεριλαμβάνουν, σε υψηλή προτεραιότητα και τους συνανθρώπους μας οι οποίοι αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας.