Είναι γνωστό βιβλιογραφικά ότι οι μετέφηβοι και νεαροί ενήλικες αντιμετωπίζουν προκλήσεις της μετάβασης στην ενήλικο ζωή, όπως:

  • η διαχείριση του χρόνου, ελλείψει του δομημένου περιβάλλοντος και του προγράμματος που παρείχε το σχολείο
  • ο φόβος της αποτυχίας
  • ο αποχωρισμός από την οικογένεια
  • η απώλεια φιλικών προσώπων και συντρόφων
  • οικονομικές δυσκολίες ή προβλήματα διαβίωσης σε μία νέα πόλη κ.λπ.
  • ενδεχόμενη απογοήτευση από το αντικείμενο σπουδών (φοιτητές).

Η περίοδος που σηματοδοτεί το τέλος της εφηβείας ή/και την αρχή της ενηλικίωσης αναφέρεται ως «αναδυόμενη ενηλικίωση» (emerging adulthood). Είναι η περίοδος μεταξύ 18-26 ετών, κατά τη διάρκεια της οποίας οι νέοι των σύγχρονων Δυτικών κοινωνιών, όπως και η δική μας, μπορούν να απολαμβάνουν τις πολυπόθητες ελευθερίες και την ανεξαρτησία που επιζητούσαν, χωρίς αυτό να σημαίνει και επιβάρυνση με τις ευθύνες της πλήρους ενηλικίωσης. Ωστόσο, σημειώνονται σημαντικές αναπτυξιακές προκλήσεις (κατάκτηση ταυτότητας, αυτοεκτίμησης, λειτουργικών σχέσεων, ρεαλιστικών στόχων κ.α.). Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από μεγάλη δημογραφική ανομοιομορφία και την ιδιαίτερη συνθήκη της ανάγκης των νέων να ανταποκριθούν διανοητικά στις απαιτήσεις της ενηλίκου ζωής, ενώ συναισθηματικά και αναπτυξιακά ανήκουν στην εφηβεία.

Ας σημειωθεί ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος συνεχίζει να αναπτύσσεται έως την πρώτη ενήλικο ζωή (24-25 έτη), όταν και ολοκληρώνεται το κέντρο κριτικής σκέψης και λογικής – ο προμετωπιαίος φλοιός. Συνεπώς, αν και στις περισσότερες κοινωνίες ως ενήλικες θεωρούνται τα άτομα που νομικά έχουν τις ευθύνες ενήλικα (>18 ετών), η πλήρης ενηλικίωση ξεκινά αναπτυξιακά μετά τα 21 έτη. Επιπλέον, στις κοινωνίες σε κοινωνική/οικονομική κρίση οι νεαροί ενήλικες δυσκολεύονται ιδιαίτερα να υιοθετήσουν αξίες, να αποκτήσουν στόχους και να αποχωριστούν την οικογενειακή εστία. Η χώρα μας έχει ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό «παγιδευμένων» νεαρών ατόμων – από τα πρώτα στην Ευρώπη – οι οποίοι ονομάζονται NEETs (noninEducation, EmploymentorTraining). Οι NEETs μπορεί να παρουσιάζουν σημαντική ψυχοκοινωνική δυσλειτουργία, με συμπεριφορές «κορυφής του παγόβουνου» την διαδικτυακή εξάρτηση, την απομόνωση, την παραίτηση και την κοινωνική φοβία κ.α.

Κατά την περίοδο αυτή χαρακτηριστική είναι η αστάθεια, η οποία προέρχεται από τις συνεχείς αναζητήσεις και τον πειραματισμό των νέων σε προσωπική και επαγγελματική ζωή, καθώς και από τη σύγκρουση που δημιουργείται μεταξύ του μέχρι τώρα πλάνου ζωής και της πραγματικότητας που βιώνουν. Η εστίαση στον εαυτό είναι ίσως αυτή την περίοδο πιο έντονη από οποιαδήποτε άλλη περίοδο της ζωής και έχει ως στόχο την απόκτηση προσωπικής επάρκειας. Κατά την «αναδυόμενη ενηλικίωση» υπάρχει πληθώρα εναλλακτικών επιλογών και πιθανοτήτων, καθώς πρόκειται για μία ηλικία που χαρακτηρίζεται από υψηλές προσδοκίες, αλλά και από πολλές ματαιώσεις!

Χαρακτηριστική είναι και η αμφιθυμία σχετικά με την ενηλικίωση, η οποία εκπηγάζει από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της αποδοχής ευθύνης, της κατανόησης των δυναμικών των σχέσεων και της λήψης αποφάσεων.

Κάθε περίοδος μετάβασης και αλλαγής κοινωνικών ρόλων, μπορεί να οδηγήσει σε αμφισβήτηση εαυτού, ακινητοποίηση ή και άρνηση. Η μετάβαση θέτει προ επιλογών τους νεαρούς ενήλικες και κάθε επιλογή συνιστά και μια απώλεια – μία διάψευση της πεποίθησης ότι «μπορούμε να τα έχουμε όλα». Η άρνηση της απώλειας συνδέεται με καθυστέρηση της κατάκτησης ταυτότητας, γεγονός που ενισχύει περαιτέρω το αίσθημα απώλειας…

Ταυτόχρονα, επέρχεται η συνειδητοποίηση για το ότι οι γονείς «δεν έχουν πια όλες τις απαντήσεις» και μπορεί να δεχθούν αμφισβήτηση ή και εκφράσεις θυμού και συμπεριφορές απομάκρυνσης.

Συμπερασματικά, η κατανόηση, ενσυναίσθηση και τελικά ενδυνάμωση/ πλαισίωση των νεαρών ατόμων κατά τη διάρκεια του σταδίου της μετάβασης είναι σημαντική για την επιτυχή προσαρμογή και πρόοδο, καθώς και την κατάκτηση δεξιοτήτων ζωής για το «κλείσιμο κύκλων» και «άνοιγμα» νέων.