Τα γλυκαντικά όπως η ασπαρτάμη, η σουκραλόζη και οι λεγόμενες «αλκοόλες σακχάρων» θεωρούνται εδώ και χρόνια ασφαλέστερες επιλογές από τη ζάχαρη. Ωστόσο, νέα επιστημονικά δεδομένα έρχονται να αμφισβητήσουν αυτή την πεποίθηση – και στο επίκεντρο μπαίνει η σορβιτόλη: Ένα ευρέως διαδεδομένο υποκατάστατο ζάχαρης που μέχρι σήμερα θεωρούνταν σχεδόν ακίνδυνο.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Science Signaling, η σορβιτόλη μπορεί να λειτουργεί στον οργανισμό με τρόπο παρόμοιο με τη φρουκτόζη, ένα σάκχαρο που έχει ήδη ενοχοποιηθεί για βλάβες στο ήπαρ. Η έρευνα προέρχεται από το εργαστήριο του Gary Patti στο Πανεπιστήμιο Washington στο Σεντ Λούις, που εδώ και χρόνια μελετά τις μεταβολικές επιπτώσεις των σακχάρων.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, η σορβιτόλη βρίσκεται «μόλις ένα βήμα» πριν από τη φρουκτόζη σε βιοχημικό επίπεδο – και αυτό αρκεί για να προκαλέσει παρόμοιες μεταβολικές διαταραχές. Η φρουκτόζη έχει ήδη συνδεθεί με τη λιπώδη νόσο του ήπατος, η οποία σήμερα επηρεάζει περίπου το 30% του παγκόσμιου ενήλικου πληθυσμού.
Από τη «δίαιτα» στο ήπαρ
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν πειραματικό μοντέλο σε ειδικό είδος ψαριού, προκειμένου να παρακολουθήσουν πώς μεταβολίζεται η σορβιτόλη στον οργανισμό τους. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η σορβιτόλη, που χρησιμοποιείται συχνά σε «light» καραμέλες και τσίχλες και απαντάται φυσικά σε κάποια φρούτα, μπορεί να παραχθεί και από τον ίδιο τον οργανισμό στο έντερο και τελικά να μετατραπεί σε φρουκτόζη στο ήπαρ.
Η εξέλιξη αυτή εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από δύο παράγοντες: τη διατροφή και τη σύσταση του μικροβιώματος του εντέρου. Όπως εξηγούν οι ερευνητές, υπάρχουν «πολλοί δρόμοι» που οδηγούν τη φρουκτόζη στο ήπαρ, και όλοι εξαρτώνται από τα επίπεδα γλυκόζης και σορβιτόλης, αλλά και από τα βακτήρια που κατοικούν στο έντερό μας.
Ο ρόλος-κλειδί των βακτηρίων του εντέρου
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, το έντερο μπορεί να «καθαρίσει» τη σορβιτόλη όταν αυτή καταναλώνεται σε μικρές ποσότητες, όπως συμβαίνει με την κατανάλωση φρούτων. Κάποια ωφέλιμα βακτήρια, όπως συγκεκριμένα στελέχη του Aeromonas, μπορούν να τη μετατρέψουν σε ακίνδυνα υποπροϊόντα.
Ωστόσο, το πρόβλημα ξεκινά όταν ο οργανισμός «βομβαρδίζεται» με μεγάλες ποσότητες σορβιτόλης ή γλυκόζης – είτε μέσω της διατροφής είτε μέσω της υπερπαραγωγής σορβιτόλης στον οργανισμό. Τότε τα προστατευτικά βακτήρια αδυνατούν να διαχειριστούν το φορτίο και η σορβιτόλη καταλήγει στο ήπαρ, όπου μετατρέπεται σε παράγωγο της φρουκτόζης.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο μηχανισμός παραγωγής σορβιτόλης έχει έως τώρα συνδεθεί κυρίως με παθολογικές καταστάσεις, όπως ο διαβήτης, όπου τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είναι υψηλά. Ωστόσο, σύμφωνα με τη μελέτη, ακόμη και σε υγιή άτομα, μετά το φαγητό, τα επίπεδα γλυκόζης στο έντερο μπορούν να αυξηθούν αρκετά ώστε να ενεργοποιείται αυτή η διαδικασία.
Ο ίδιος ο επικεφαλής της έρευνας, Gary Patti, παραδέχεται ότι αιφνιδιάστηκε όταν ανακάλυψε πως ακόμη και η δική του μπάρα πρωτεΐνης περιείχε σορβιτόλη. Όπως τονίζει, η γενικευμένη αντίληψη ότι οι αλκοόλες σακχάρων αποβάλλονται ακίνδυνα από τον οργανισμό δεν επιβεβαιώνεται πλέον επιστημονικά. Αντίθετα, τα πειράματα έδειξαν ότι η σορβιτόλη μπορεί να καταλήγει σε ιστούς σε ολόκληρο το σώμα.
Διαβάστε επίσης
Οστεοπόρωση: Πώς θα αυξήσετε την απορρόφηση ασβεστίου για γερά οστά
Ο χειμωνιάτικος χυμός που κάνει θαύματα σε μεταβολισμό, φλεγμονή και καρδιά