Μια σύγχρονη τεχνική στην ακτινοθεραπεία αλλάζει τα δεδομένα στη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα σε αρχικά στάδια. Πρόκειται για την Επιφανειακά Καθοδηγούμενη Ακτινοθεραπεία (Surface-Guided Radiation Therapy/ SGRT), μια τεχνική που προσφέρει μεγαλύτερη ακρίβεια στην ακτινοβόληση και λιγότερες παρενέργειες στους υγιείς ιστούς.
Έναν από τους βασικούς πυλώνες αντιμετώπισης του καρκίνου του πνεύμονα, σε όλα τα στάδια της νόσου, αποτελεί η σύγχρονη ακτινοθεραπεία, η οποία, σε συνδυασμό με τις συστηματικές θεραπείες (χημειοθεραπεία, ανοσοθεραπεία, στοχευμένες θεραπείες και εμβόλια), κατάφερε να προσφέρει καλύτερα ποσοστά επιβίωσης στους ασθενείς.
Κατά τη διάρκεια της ακτινοθεραπείας είναι ζωτικής σημασίας η ακτινοβόληση της πάσχουσας περιοχής και όχι των υγιών ιστών που βρίσκονται γύρω από αυτή. Μία νέα τεχνική, η Επιφανειακά Καθοδηγούμενη Ακτινοθεραπεία, αποτελεί σήμερα ένα σημαντικό εργαλείο που διασφαλίζει υψηλής ποιότητας θεραπεία για ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα σε αρχικά στάδια, με μεγάλη ακρίβεια και με λιγότερες παρενέργειες στους υγιείς ιστούς. Η τεχνική αυτή εφαρμόζεται σε δημόσια νοσοκομεία της χώρας, όπως το Θεαγένειο , αλλά και σε ιδιωτικά.
Για την Επιφανειακά Καθοδηγούμενη Ακτινοθεραπεία και τα πλεονεκτήματά της μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ακτινοθεραπεύτρια-ογκολόγος, διευθύντρια ΕΣΥ στο Θεαγένειο και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας, Κωνσταντίνα Μπόνιου.Όπως εξηγεί η κ. Μπόνιου, στην ακτινοθεραπεία είναι ζωτικής σημασίας η ακτινοβόληση του όγκου και όχι των υγιών ιστών. Για να γίνει αυτό, ο ασθενής πρέπει να τοποθετηθεί με απόλυτη ακρίβεια στη σωστή θέση.
«Παραδοσιακά, η ακτινοθεραπεία πραγματοποιείται με τη χρήση δεσμών laser και τριών ή τεσσάρων οδηγών σημείων (tattoos), που γίνονταν στο δέρμα του ασθενούς κατά την τοποθέτησή του στον αξονικό τομογράφο. Πριν από κάθε συνεδρία, είθισται να πραγματοποιείται μια σάρωση με ακτίνες Χ χαμηλής δόσης μέσω Κωνικής Δέσμης Υπολογιστικής Τομογραφίας (CBCT) για την επιβεβαίωση της ορθής τοποθέτησης. Όμως, αυτά τα δύο βήματα ενέχουν δύο σημαντικά προβλήματα. Το ένα είναι ότι η τοποθέτηση ενός ολόκληρου σώματος με βάση λίγα σημεία μπορεί να επιφέρει ανακρίβειες. Το δεύτερο είναι ότι η CBCT εστιάζει μεν σε μεγαλύτερη περιοχή, αλλά επιβαρύνει τον ασθενή με επιπλέον δόση ακτινοβολίας. Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων αναπτύχθηκε μια νέα τεχνική, η Επιφανειακά Καθοδηγούμενη Ακτινοθεραπεία», αναφέρει η κ. Μπόνιου.
Η βασική ιδέα της Επιφανειακά Καθοδηγούμενης Ακτινοθεραπείας, όπως εξηγεί η κ. Μπόνιου, είναι ένα σύστημα καμερών που βρίσκεται στους χώρους του αξονικού τομογράφου εξομοίωσης και του γραμμικού επιταχυντή και «διαβάζει» την επιφάνεια του σώματος του ασθενούς, δημιουργώντας ένα τρισδιάστατο ολόγραμμα. Το σύστημα συγκρίνει αυτή την εικόνα με την αρχική, που ελήφθη στον αξονικό τομογράφο όταν σχεδιάστηκε η θεραπεία, και εντοπίζει αποκλίσεις με ακρίβεια κάτω του χιλιοστού.
Έτσι, η τοποθέτηση δεν βασίζεται πια σε 3-4 σημάδια (tattoos), αλλά σε εκατομμύρια σημεία που αφορούν το σύνολο της επιφάνειας, το οποίο μπορούν να «δουν» οι κάμερες. Η μεγάλη καινοτομία της Επιφανειακά Καθοδηγούμενης Ακτινοθεραπείας είναι ότι χρησιμοποιεί φως και όχι ακτίνες Χ. Έτσι, δεν επιβαρύνει καθόλου τον ασθενή, ενώ η τοποθέτηση βασίζεται όχι σε λίγα σημάδια, αλλά σε εκατομμύρια σημεία πάνω στην επιφάνεια του σώματος.
«Η ακρίβεια των σύγχρονων συστημάτων είναι τέτοια που αρκετά ακτινοθεραπευτικά κέντρα δεν χρησιμοποιούν πλέον οδηγά σημεία, ενώ μειώνουν και τη συχνότητα διενέργειας CBCT. Έχουμε, δηλαδή, μια πιο γρήγορη, πιο ασφαλή και πιο άνετη διαδικασία, χωρίς ανάγκη για τατουάζ ή συνεχείς επανελέγχους», σημειώνει η κ. Μπόνιου.
Και η θεραπεία ξεκινά. Όμως, τι θα συμβεί εάν ο ασθενής κινηθεί κατά τη διάρκειά της; «Σε αυτό το σημείο, η Επιφανειακά Καθοδηγούμενη Ακτινοθεραπεία προσφέρει την πραγματική επανάσταση, καθώς είναι σε θέση να ανιχνεύσει το εάν η κίνηση είναι εντός αυστηρά καθορισμένων ορίων. Εάν όχι, σε κλάσματα του δευτερολέπτου, η δέσμη της ακτινοβολίας διακόπτεται αυτόματα, προφυλάσσοντας τους υγιείς ιστούς, ενώ ο γραμμικός επιταχυντής θα συνεχίσει τη θεραπεία μόνο μετά την επαναφορά του ασθενούς στην κατάλληλη θέση — γεγονός εξαιρετικά σημαντικό, ειδικά για στερεοτακτικές τεχνικές», εξηγεί η κ. Μπόνιου.
Παράλληλα, αναφέρει ότι υπάρχουν δύο περιπτώσεις που η ακτινοβόληση θα πρέπει να γίνει σε συγκεκριμένη φάση της αναπνοής του ασθενούς. «Η πρώτη είναι για τη διενέργεια ακτινοβόλησης με βαθιά εισπνοή (Deep inspiration breath-hold – DIBH), κυρίως για να μην ακτινοβοληθεί η καρδιά του ασθενούς. Η δεύτερη αφορά την ακτινοβόληση όγκων που, λόγω της θέσης τους (π.χ. πνεύμονας), κινούνται. Εδώ, ο σχεδιασμός της θεραπείας γίνεται σε συγκεκριμένη αναπνευστική φάση, με τη διενέργεια ειδικής τεχνικής (4DCT). Χάρη στα συστήματα Επιφανειακά Καθοδηγούμενης Ακτινοθεραπείας, είναι εφικτή τόσο η διενέργεια της 4DCT τεχνικής όσο και η μετέπειτα στοχευμένη ακτινοβόληση του ασθενούς.Επομένως, η Επιφανειακά Καθοδηγούμενη Ακτινοθεραπεία είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό εργαλείο για την τοποθέτηση του ασθενούς, τον έλεγχο της κίνησής του αλλά και τη διενέργεια εξειδικευμένων τεχνικών, όπως η Στερεοτακτική Ακτινοθεραπεία Σώματος (Stereotactic Body Radiotherapy – SBRT), η οποία διασφαλίζει την υψηλής ποιότητας θεραπεία για ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα σε αρχικά στάδια (μικρούς όγκους), με υψηλές δόσεις ακτινοθεραπείας σε λιγότερες συνεδρίες (3-5), με μεγάλη ακρίβεια και με λιγότερες παρενέργειες στους υγιείς ιστούς», σημειώνει η κ. Μπόνιου.
Ειδήσεις σήμερα
Η Ελλάδα «πεθαίνει» – Πόσες περιοχές μετρούν περισσότερους θανάτους από ότι γεννήσεις
Στα ροζ «ντύθηκε» η πλατεία Κοτζιά για τον καρκίνο του μαστού