Τι συμβαίνει στο μυαλό και το σώμα ενός υπεραιωνόβιου ανθρώπου καθώς γερνάει; Απ’ ότι φαίνεται, η φθορά που φανταζόμαστε δεν είναι δεδομένη και οφείλεται τόσο στη γενετική όσο και στον τρόπο ζωής.

Σύμφωνα με την πιο εμπεριστατωμένη μελέτη μέχρι σήμερα στη βιολογία ενός υπεραιωνόβιου ανθρώπου, διαπιστώθηκε ότι ακόμη και σε πολύ προχωρημένη ηλικία ο εγκέφαλος δεν παρουσιάζει απαραίτητα δυσλειτουργίες. Αυτό συμβαίνει ότι δεν εμφανίζονται οι συνήθεις νευροεκφυλιστικές ασθένειες, όπως η άνοια.

Οι ερευνητές από την Ισπανία που εκπόνησαν τη μελέτη εστίασαν στην διερεύνηση ενός και μόνο οργανισμού: της Maria Branyas Morera, η οποία ήταν η γηραιότερη γυναίκα στον κόσμο πριν πεθάνει σε ηλικία 117 ετών πέρυσι. Αυτό που παρατήρησαν ήταν ότι, ενώ το σώμα της έδειχνε σαφή σημάδια ακραίας γήρανσης, μια σειρά βιολογικών παραγόντων την προστάτευαν από τις ασθένειες που συνήθως ταλαιπωρούν τα τελευταία χρόνια της ζωής των ηλικιωμένων.

«Ο γενικός κανόνας είναι ότι καθώς γερνάμε, αρρωσταίνουμε περισσότερο, αλλά αυτή ήταν μια εξαίρεση. Θέλαμε να καταλάβουμε γιατί», δήλωσε ο Δρ Manel Esteller από το Ινστιτούτο Έρευνας Λευχαιμίας Josep Carreras στη Βαρκελώνη. «Για πρώτη φορά, καταφέραμε να διαχωρίσουμε το γήρας από την ασθένεια».

Μια μελέτη ιδιάζουσας περίπτωσης 

Ακόμα και η ίδια η ζωή της θα μπορούσε να είναι βγαλμένη από εγκυκλοπαίδεια, εκτός από το βιβλίο Guiness. Γεννημένη στο Σαν Φρανσίσκο το 1907, η κυρία Morera μετακόμισε στην Καταλονία το 1915 και επέζησε δύο παγκόσμιους πολέμους, τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και την πανδημία Covid, αναρρώνοντας από τον ιό σε ηλικία 113 ετών. Λίγα χρόνια πριν το θάνατό της, προσκάλεσε γιατρούς να την μελετήσουν για να μάθουν γιατί έφτασε σε τόσο προχωρημένη ηλικία.

H Maria Branyas Morera. Πηγή: Guinness world records

Έτσι, η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τον Δρα Esteller, χρησιμοποίησε δείγματα αίματος, σάλιου, ούρων και κοπράνων που είχαν συλλεχθεί ένα χρόνο πριν από το θάνατό της, για να δημιουργήσουν μια λεπτομερή εικόνα της βιολογίας της. Οι εξετάσεις εστίασαν στη γενετική της και στον βαθμό στον οποίο τα διάφορα γονίδια ενεργοποιούνταν και απενεργοποιούνταν, στις ποικιλίες και τα επίπεδα των πρωτεϊνών στο αίμα της, στα προϊόντα διάσπασης από τις αντιδράσεις στο σώμα της και στην ποικιλομορφία των μικροβίων στο έντερό της.

Τι έδειξαν τα αποτελέσματα

Μεταξύ των πολλών ευρημάτων, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα προστατευτικά καλύμματα που ονομάζονται τελομερή στα άκρα των χρωμοσωμάτων της Morera ήταν εξαιρετικά μικρά, ένα σαφές σημάδι γήρανσης των κυττάρων της. Το ανοσοποιητικό της σύστημα έδειχνε επίσης σημάδια γήρανσης, ήταν επιρρεπές σε φλεγμονές και είχε αποκτήσει μεταλλάξεις που οδηγούν σε λευχαιμία.

Παρόλα αυτά, ο οργανισμός της ήταν υγιής. Τα τελομερή μικραίνουν κάθε φορά που τα κύτταρα διαιρούνται, αλλά τα δικά της ήταν τόσο κοντά που μπορεί να την προστάτευαν από τον καρκίνο, περιορίζοντας τον αριθμό των κυττάρων που συνέχιζαν να διαιρούνται, σημείωσε ο Δρ. Esteller.

Επιπλέον, μια προσεκτική εξέταση του DNA της αποκάλυψε γονιδιακές παραλλαγές που προστάτευαν την καρδιά και τα εγκεφαλικά της κύτταρα από ασθένειες και άνοια. Συγκεκριμένα, είχε χαμηλά επίπεδα φλεγμονής σε όλο το σώμα της, γεγονός που μείωνε τον κίνδυνο καρκίνου και διαβήτη, και αποτελεσματικό μεταβολισμό χοληστερόλης και λιπών. «Όλα αυτά θεωρούνται καθοριστικά, επειδή συνδέονται με ασθένειες που είναι τυπικές στους ηλικιωμένους και τελικά οδηγούν σε θάνατο», είπε ο Δρ. Esteller.

Πόσο χρονών ήταν το σώμα της 

Στη συνέχεια, οι ερευνητές στράφηκαν στα επιγενετικά ρολόγια, τα οποία εξετάζουν τα μοτίβα έκφρασης των γονιδίων, για να εκτιμήσει τη βιολογική ηλικία της Branyas. «Ήταν τουλάχιστον 10 έως 15 χρόνια νεότερη από τη χρονολογική της ηλικία», τόνισε ο Δρ. Esteller. Το μικροβίωμα του εντέρου της ήταν επίσης πολύ «νέο» για την ηλικία της, με αφθονία βακτηρίων Bifidobacterium, τα οποία θεωρούνται επίσης ευεργετικά για την υγεία.

Ωστόσο, η μακροζωία της δεν οφειλόταν αποκλειστικά στη γενετική, αλλά και στον τρόπο ζωής της. Η Morera δεν ήταν υπέρβαρη, έτρωγε πολύ γιαούρτι και δεν κάπνιζε ούτε έπινε. Είχε μια καλή κοινωνική ζωή με φίλους και οικογένεια κοντά της. Όλα αυτά σίγουρα βοήθησαν, δήλωσε ο Δρ. Esteller.

Ο ίδιος ελπίζει ότι ο πλούτος των πληροφοριών αυτών θα βοηθήσει τους επιστήμονες να αναπτύξουν νέες θεραπείες για να διατηρήσουν τους ανθρώπους υγιείς στην τρίτη ηλικία. «Μπορούμε να αναπτύξουμε φάρμακα για να αναπαράγουμε τα αποτελέσματα των καλών γονιδίων», είπε. «Οι γονείς της Μαρίας της έδωσαν πολύ καλά γονίδια, αλλά δεν μπορούμε να επιλέξουμε τους γονείς μας» κατέληξε.

Διαβάστε επίσης

Αυτή είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη αύξηση στο προσδόκιμο ζωής – Τα μυστικά της μακροζωίας της

Μακροζωία: Αυτός ο συνδυασμός μακραίνει τη ζωή και αδυνατίζει

Μακροζωία: Προσθέστε 7 χρόνια στη ζωή σας και περισσότερη δύναμη μετά τα 65 – Δείτε τον τρόπο