Η ακριβής μέτρηση της αρτηριακής πίεσης είναι απαραίτητη για την παροχή φροντίδας διάσωσης, ειδικά σε μια μονάδα εντατικής θεραπείας όπου μεταφέρεται κάποιος που έχει πάθει εγκεφαλικό επεισόδιο. Αν και είναι γνωστό ότι η αρτηριακή πίεση μπορεί να ποικίλει σημαντικά στον ίδιο ασθενή από ώρα σε ώρα, οι πάροχοι ιατρικής περίθαλψης έχουν από καιρό υποθέσει ότι υπήρχε μικρή διακύμανση μεταξύ των μετρήσεων, ανάλογα με το σημείο μέτρησης.

Για να ελέγξουν αυτή την υπόθεση, οι ερευνητές συνεργάστηκαν με 80 ασθενείς που εισήχθησαν στην εντατική του UT Southwestern Medical Center, το 2019. Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο Scientific Reports -μπορείτε να βρείτε την έρευνα εδώ.

Σε κάποιους προχώρησαν σε ταυτόχρονη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης, στους δύο άνω βραχίονες συνδεδεμένους με διαφορετικά μηχανήματα. Κατόπιν, έκαναν μέτρηση στον καρπό. Οι μετρήσεις καταγράφηκαν και αυτό που φάνηκε ήταν ότι υπήρχαν συχνά μεγάλες διαφορές στην αρτηριακή πίεση του ίδιου ασθενούς. Υπήρχε μια μέση διαφορά περίπου 8 σημείων στη συστολική πίεση μεταξύ των άνω βραχιόνων και μια μέση διαφορά έως και 13 σημείων μεταξύ των τιμών συστολικής πίεσης του άνω βραχίονα και του καρπού. Μικρότερες αποκλίσεις υπήρχαν στη μέτρηση της διαστολικής πίεσης, περίπου πέντε σημείων από τον βραχίονα στον καρπό. Όλα αυτά εννοείται ότι θα μπορούσαν να επηρεάσουν ριζικά το είδος φροντίδας που λαμβάνει ο ασθενής.

Δεν είναι σαφές γιατί υπάρχουν αυτές οι διαφορές στις μετρήσεις, σίγουρα όμως δεν φταίνε τα μηχανήματα. Το πιο πιθανό είναι ότι οι ανατομικές διαφορές επηρεάζουν τη ροή του αίματος.

Τελικώς, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η αρτηριακή πίεση μπορεί να μετρηθεί χρησιμοποιώντας ένα εντελώς διαφορετικό πρωτόκολλο από το υπάρχον και το οποίο θα μπορούσε να προκύπτει από το μέσο όρο των ανωτέρω τιμών.