Η κατανάλωση αλατιού αναφέρθηκε για πρώτη φορά ως παράγοντας επικινδυνότητας για καρκίνο του στομάχου το 1959. Σε κάποιες πρώτες μελέτες η χρήση ψυγείων για την αποθήκευση των τροφών, που θεωρούνταν δείκτης μείωσης της κατανάλωσης των αλμυρών τροφών, σχετίστηκε με τη μείωση των ποσοστών του καρκίνου στο στομάχι.
Σήμερα, οι περισσότερες δημοσιευμένες επιδημιολογικές μελέτες μάς δείχνουν ότι η μεγάλη κατανάλωση αλατιού και αλμυρών τροφών οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο στομαχικού καρκίνου. Οι συστάσεις για την πρόληψη του καρκίνου από το AICR και το WCRF συμβουλεύουν το κοινό να περιορίζει την κατανάλωση αλμυρών τροφών και τροφών επεξεργασμένων με αλάτι, ως στρατηγική για τη μείωση των ποσοστών του καρκίνου του στομάχου.
Ο καρκίνος στο στομάχι είναι ένα μεγάλο παγκόσμιο βάρος για την υγεία, καθώς αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη αιτία θανάτων από καρκίνο μετά τον καρκίνο του πνεύμονα. Σύμφωνα με μια μελέτη των Πελετέιρο κ.α. που δημοσιεύτηκε στο British Journal of Cancer το 2011, τα άτομα με τη μεγαλύτερη κατανάλωση αλατιού είχαν διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν γαστρικό καρκίνο συγκριτικά με τα άτομα με πιο μικρή κατανάλωση αλατιού.