Οι εχθρικοί και ανταγωνιστικοί άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες επιρρέπειας στη χρήση ναρκωτικών ουσιών, σύμφωνα με μία μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Personality and Individual Differences από ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Cordoba.

Όταν ένα άτομο καλείται να αποφασίσει αν θα πάρει ή όχι τέτοιου είδους εξαρτησιογόνες ουσίες, είναι πολλοί οι παράγοντες που παίζουν ρόλο. Μεταξύ αυτών, το κοινωνικό περιβάλλον, το οικογενειακό ιστορικό και οι προσωπικές εμπειρίες του καθενός. Στη νέα αυτή έρευνα, λοιπόν, επιβεβαιώνεται ότι συγκεκριμένα στοιχεία του χαρακτήρα μπορεί επίσης να αποτελούν παράγοντες κινδύνου.

«Υπάρχουν ακόμα πολλά αναπάντητα ερωτήματα, αλλά αυτό που ανακαλύψαμε είναι πράγματι πολύ σημαντικό. Αυτό που αποκαλούμε ‘εθιστική προσωπικότητα’ ουσιαστικά δεν υπάρχει. Η μελέτη επιβεβαιώνει ότι υπάρχει ένας πολύ ισχυρός συσχετισμός μεταξύ μιας προσωπικότητας που χαρακτηρίζεται από εχθρικότητα και ανταγωνισμό και της χρήσης παράνομων ουσιών, όπως η κοκαΐνη, η κάνναβη και τα παραισθησιογόνα», επισημαίνει η Rosario Ruiz Olivares, επικεφαλής ερευνήτρια της μελέτης.

Όπως η ύπαρξη αυτών των χαρακτηριστικών στην προσωπικότητα ενός ατόμου είναι παράγοντας κινδύνου, ακριβώς το αντίθετο ισχύει για τους υπομονετικούς, λιγότερο εχθρικούς και καθόλου ανταγωνιστικούς ανθρώπους, οι οποίοι φαίνεται πως έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να γίνουν χρήστες ουσιών. «Αυτού του είδους η προσωπικότητα αποτελεί προστατευτικό παράγοντα για τη χρήση ουσιών και είναι ιδιαίτερα σημαντική στην περίπτωση του αλκοόλ και του τσιγάρου», αναφέρει η ερευνήτρια.

Για τη διεξαγωγή της μελέτης, 3.816 νεαρά άτομα, ηλικίας 18-29 ετών, κλήθηκαν να συμπληρώσουν διάφορα κοινωνικο-δημογραφικά ερωτηματολόγια και να απαντήσουν σε ερωτήματα σχετικά με την προσωπικότητά τους.

Τα αποτελέσματα αυτά αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό βήμα στον τομέα της πρόληψης της χρήσης ουσιών μεταξύ των νέων ανθρώπων, ειδικά από τη στιγμή που επικεντρώνεται συγκεκριμένα σε ανθρώπους που παρουσιάζουν στοιχεία εχθρικότητας και ανταγωνισμού. Τέλος, όχι μόνο θα συμβάλει στην πρόληψη, αλλά και στη βοήθεια που παρέχεται στο κλινικό περιβάλλον, δεδομένου ότι οι άνθρωποι με τέτοια χαρακτηριστικά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να ξεπεράσουν τον εθισμό τους. Αν αυτά τα στοιχεία αναγνωριστούν, θα μπορέσουν να σχεδιαστούν διάφορα είδη ψυχολογικής θεραπείας για να επεξεργαστούν τέτοια στοιχεία προσωπικότητας που επηρεάζουν τη χρήση ουσιών.

«Στο μέλλον θα θέλαμε να διευρύνουμε το δείγμα μας σε εθνικό επίπεδο και να μελετήσουμε τα μοτίβα συμπεριφοράς ανάλογα με το φύλο του ατόμου», δηλώνει η Δρ. Rosario Ruiz.