Υπάρχουν δύο είδη ηλικίας: Η χρονολογική ηλικία, δηλαδή ο αριθμός των ετών που έχει ζήσει κάποιος και η βιολογική ηλικία που συνήθως διαφέρει από την χρονολογική και επηρεάζεται από τα γονίδια, τον τρόπο ζωής, τη συμπεριφορά, το περιβάλλον και πολλούς ακόμα παράγοντες. Η βιολογική ηλικία είναι η ανώτατη μέτρηση της πραγματικής ηλικίας και το κατ’εξοχήν βιολογικό στοιχείο, καθώς συσχετίζει στενά τη θνησιμότητα με την κατάσταση της υγείας. Η αναζήτηση τρόπων βάσιμης πρόβλεψης της βιολογικής ηλικίας έχει ξεκινήσει εδώ και πολλές δεκαετίες, αλλά χωρίς ιδιαίτερα επιτυχία, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα.

Από το 2016 η χρήση τεχνικών βαθιάς μάθησης για την ανεύρεση τρόπων πρόβλεψης της χρονολογικής και βιολογικής ηλικίας έχει γίνει δημοφιλής στην ερευνητική κοινότητα που ασχολείται με τη γήρανση. Η πρόοδος στην τεχνητή νοημοσύνη, σε συνδυασμό με τη διαθεσιμότητα εκτενών βάσεων δεδομένων, έχει οδηγήσει στην άνθιση του κλάδου, αυξάνοντας την ποικιλία των υποψήφιων βιοδεικτών που θα μπορούσαν να αποτελούν πιθανούς παράγοντες πρόβλεψης της ηλικίας. Μια πολλά υποσχόμενη εξέλιξη που να λαμβάνει υπόψιν πολλαπλούς συνδυασμούς των διαφορετικών αυτών παραγόντων θα μπορούσε πράγματι να ρίξει φως στη διαδικασία της γήρανσης, παρέχοντας καλύτερη κατανόηση αυτών που συνεισφέρουν στην υγιή γήρανση.

Σε σχετική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Cell συνοψίζονται τα τρέχοντα ευρήματα για τους βασικούς τύπους των βαθέων δεικτών γήρανσης και τη μεγάλη ποικιλία εφαρμογών τους στη φαρμακευτική βιομηχανία.

«Οι άνθρωποι είναι πολύ καλοί στο να μαντεύουν την ηλικία του άλλου βλέποντας φωτογραφίες και βίντεο, ακούγοντας τη φωνή του ή ακόμα και από τη μυρωδιά του. Τα βαθιά νευρικά δίκτυα είναι ακόμα καλύτερα στον τομέα αυτό και τώρα πλέον μπορούμε να ξέρουμε ποιοι παράγοντες είναι πιο σημαντικοί. Πολύ συχνά όταν κάποιος φαίνεται μεγαλύτερος από τη χρονολογική του ηλικία, είναι άρρωστος. Για παράδειγμα, ένας εκπαιδευμένος γιατρός μπορεί να μαντέψει την κατάσταση της υγείας ενός ασθενή απλώς κοιτώντας τον. Εμείς αναπτύξαμε μια μεγάλη γκάμα βιοδεικτών γήρανσης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τις φαρμακευτικές και τις ασφαλιστικές εταιρείες, όπως και από την επιστημονική κοινότητα βιοτεχνολογίας μακροβιότητας. Στη μελέτη αυτή περιγράφουμε την πρόσφατη εξέλιξη στον αναπτυσσόμενο αυτό κλάδο και υπογραμμίζουμε την ποικιλία των μη προφανών εφαρμογών της», ανέφερε ο Alex Zhavoronkov, ιδρυτής της εταιρείας που ανέπτυξε τους βιοδείκτες.

«Οι βαθείς βιοδείκτες γήρανσης, που αναπτύχθηκαν χρησιμοποιώντας μια ποικιλία τύπων δεδομένων της γήρανσης, προωθούν άμεσα τη βιοτεχνολογία της μακροβιότητας. Η χρήση των βιοδεικτών γήρανσης για τη βελτίωση της υγείας, την πρόληψη παθήσεων που σχετίζονται με την ηλικία και την παράταση του προσδόκιμου ζωής πλέον διευκολύνεται από την ταχέως αυξανόμενη ικανότητα απόκτησης δεδομένων και από τις πρόσφατες εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη. Δημιουργούνται, λοιπόν, σημαντικές πιθανότητες για αλλαγές όχι μόνο στην έρευνα για τη γήρανση αλλά και στην ιατρική φροντίδα γενικότερα», τόνισε η επικεφαλής επιστήμονας Polina Mamoshina.