Μοιραία μπορεί να αποβεί η λανθασμένη εκτίμηση μιας κατάστασης, πολλώ δε μάλλον όταν πρόκειται για την υγεία. Το σήμα κινδύνου εκπέμπει προς τους ηλικιωμένους που αμελούν ιατρικές επισκέψεις και διαγνωστικές εξετάσεις θεωρώντας πως χαίρουν άκρας υγείας μελέτη που δημοσιεύεται στο The Journal of the Economics of Aging, για τα συμπεράσματα της οποίας αξιοποιήθηκαν στοιχεία περισσότερων των 80.000 Ευρωπαίων 50 ετών και άνω.

Η έρευνα των Δρ Sonja Spitzer και Δρ Mujaheed Shaikh από το Ινστιτούτο Δημογραφίας του Πανεπιστημίου της Βιέννης και το ερευνητικό Κέντρο Hertie School στο Βερολίνο αντίστοιχα, έδειξε ότι η υπερκτίμηση της ποιότητας της υγείας θα συσχετιστεί με 17% μικρότερη συχνότητα ιατρικών επισκέψεων με δραματικές συνέπειες σε επίπεδο πρόληψης (π.χ. προσυμπτωματικός έλεγχος) και διάγνωσης, ενώ ανεπαρκείς θα είναι οι επισκέψεις για οδοντιατρικές υπηρεσίες. Η προσωπική εκτίμηση της υγείας ωστόσο δεν θα επηρεάσει τη νοσηλεία σε επίπεδο συχνότητας και διάρκειας, συνεπεία ωστόσο ότι εξωτερικοί παράγοντες (π.χ. υπόδειξη θεράποντος ιατρού) θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο.

Στον αντίποδα, όσοι υποτιμούν το επίπεδο συνολικής υγείας τους θα αποταθούν σε γιατρό 21% συχνότερα, μια πρακτική εξίσου επιζήμια για τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης ενπροκειμένω, δεδομένης πάντα της γήρανσης του πληθυσμού και των υψηλών δαπανών για τη δημόσια υγεία. Εντούτοις στην περίπτωση αυτή το «ουδέν κακόν αμιγές καλού» βρίσκει εφαρμογή, αφού όσοι ελέγχουν τακτικά την υγεία τους ενδεχομένως να προλάβουν ή εντοπίσουν μια ασθένεια είτε άλλη παθολογική κατάσταση έγκαιρα και να η αναγκαία δαπάνη υγείας για τον κρατικό φορέα να είναι μικρότερη απ’ ότι θα απαιτούσε μια διάγνωση σε προχωρημένο στάδιο.

Ίσως καθένας θα πρέπει να επανεκτιμήσει την εμπιστοσύνη που έχει προς τον εαυτό του και δη την υγεία του για την περίπτωση που η θολή και ακραία αυτοπεποίθηση μπορεί να κρατά αδιάγνωστη μια ευάλωτη υγεία και να επιτρέπει έναν επικίνδυνο τρόπο ζωής με αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ, κακή διατροφή, ελλιπή σωματική άσκηση και ελάχιστο ύπνο.

Η μελέτη προσθέτει νέα δεδομένα σχετικά με την υποκειμενική εκτίμηση της υγείας, για την οποία παλαιότερα ευρήματα είχαν δείξει ότι διαφέρει αναλόγως της ηλικίας, εθνικότητας και μορφωτικού επιπέδου. Ειδικότερα, η υπερεκτίμηση της υγείας είχε αποτυπωθεί εντονότερη στις μεγαλύτερες ηλικίες, τη χαμηλότερη μόρφωση και σε κατοίκους της Νότιας Ευρώπης. Οι επιστήμονες επισημαίνουν καταληκτικά την ανάγκη περισσότερης εκπαίδευσης σχετικά με την υγεία.

Διαβάστε επίσης:

Η αισιοδοξία ασπίδα της υγείας της καρδιάς

Πέντε λόγοι που μας χαλάνε τη διάθεση και δεν τους φανταζόμαστε καν

Κατάθλιψη χωρίς θλίψη και χαμηλή ενέργεια; Ανακαλύψτε την επίμονη καταθλιπτική διαταραχή