Ο υψηλός Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) κατά τη διάρκεια της εφηβείας αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για διαβήτη τύπου 2, πρόωρο έμφραγμα και γενικά χειρότερη υγεία για τους νέους ενήλικες, ανεξάρτητα από τον ΔΜΣ τους στην ενήλικη ζωή, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American College of Cardiology.

Ο Δείκτης Μάζας Σώματος υπολογίζεται βάσει του βάρους και του ύψους και σύμφωνα με το αποτέλεσμα των δύο χωρίζεται στις εξής κατηγορίες: οι άνθρωποι με λιγότερο από 18,5 kg/m2 θεωρούνται λιποβαρείς, εκείνοι με 18.5 έως 24.9 θεωρούνται φυσιολογικού βάρους, εκείνοι με 25 έως 29.9 θεωρούνται υπέρβαροι, ενώ όσοι έχουν αποτέλεσμα από 30 και άνω θεωρούνται υπέρβαροι.

Οι ερευνητές ανέλυσαν τις βαθμολογίες του ΔΜΣ-z (δηλαδή το σχετικό βάρος προσαρμοσμένο στην ηλικία και το φύλο ενός παιδιού) 12.300 εφήβων με δεδομένα 24 ετών παρακολούθησης από την Εθνική Μακροχρόνια Μελέτη Υγείας από την Εφηβεία ως την Ενηλικίωση. Οι ασθενείς στη μελέτη είχαν ηλικία από 11 έως 18 ετών και το 51,4% ήταν γυναίκες. Οι ερευνητές προσάρμοσαν την ανάλυση για τον έλεγχο παραγόντων όπως η εθνικότητα, το φύλο, η ηλικία, η εκπαίδευση, το οικογενειακό εισόδημα, το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ, ενώ όλα τα αποτελέσματα προήλθαν από τις αναφορές των ίδιων των συμμετεχόντων.

Η μέση βάση του ΔΜΣ στην παρούσα μελέτη ήταν 22.4 kg/m2 και κάθε μονάδα υψηλότερης βαθμολογίας z του ΔΜΣ στην εφηβεία σχετίστηκε με κατά 4.17 kg/m2 υψηλότερο ΔΜΣ στην ενήλικη ζωή κατά την 24ετή παρακολούθηση. Επίσης, ο υψηλότερος ΔΜΣ στην εφηβεία σχετίστηκε με κατά 2,6% αύξηση στην συνολικά χειρότερη υγεία, καθώς και κατά 8.8% αυξημένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 και κατά 0,8% αυξημένο κίνδυνο πρόωρου εμφράγματος σε ενήλικες από 30 έως 49 ετών, ανεξάρτητα από τον ΔΜΣ τους ως ενήλικες. Σημειώνεται ότι η μελέτη αυτή είναι η πρώτη του είδους της που αποδεικνύει την αντίστροφη αυτή σχέση στους νεότερους ενήλικες.

«Το εύρημα ότι ο ΔΜΣ κατά την εφηβεία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για χειρότερα αποτελέσματα υγείας στην ενήλικη ζωή, ανεξάρτητα από τον ΔΜΣ μετά τα 18, έχει σημαντικές επιπτώσεις στις γνώσεις που έχουμε για την έναρξη των καρδιαγγειακών παθήσεων. Επιθεωρώντας τα ευρήματα αυτά, οι πάροχοι υγείας θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το ιστορικό του ΔΜΣ όταν αξιολογούν τον κίνδυνο καρδιαγγειακών και χρόνιων παθήσεων», αναφέρει ο Jason M. Nagata, επίκουρος καθηγητής παιδιατρικής στο Τμήμα Ιατρικής Εφήβων και Νεαρών Ενηλίκων στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.

Οι ερευνητές τονίζουν πως τα ευρήματα υποστηρίζουν τη θεωρία ότι τόσο η ηλικία έναρξης της παχυσαρκίας όσο και η έκθεση στη σωρευτική παχυσαρκία συνεισφέρουν στην ανάπτυξη αντίστασης στην ινσουλίνη και στην αθηροσκλήρωση. Για να αντιμετωπιστούν, λοιπόν, τα άσχημα αποτελέσματα υγείας, οι ερευνητές συστήνουν περισσότερη καθοδήγηση και υποστήριξη από τους παιδιάτρους προς τους ασθενείς.

«Η μελέτη μας υποδεικνύει ότι η εφηβεία είναι μια σημαντική χρονική περίοδος για τη βελτιστοποίηση της υγείας και την αποτροπή πρόωρων εμφραγμάτων. Οι παιδίατροι θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους εφήβους προς την ανάπτυξη υγιεινών συνηθειών, όπως η φυσική δραστηριότητα και η ισορροπημένη διατροφή», καταλήγει ο Δρ. Nagata.

Διαβάστε επίσης

Τα δυο νοσήματα που απειλούν ακόμα και τους αδύνατους

Ανάπτυξη: Οι βασικές αρχές της διατροφής στην εφηβεία

Η ανθυγιεινή κατάσταση που σας βοηθά να επιβιώσετε από τον καρκίνο