Την επίδραση της μετφορμίνης στις γυναίκες που πάσχουν από διαβήτη, κατά τη διάρκεια της κύησης, εξέτασε μελέτη που έγινε από το Πανεπιστήμιο Western του Σίδνεϊ στην Αυστραλία και το Νοσοκομείο Sinai στον Καναδά.

Στη μελέτη συμμετείχαν 502 έγκυες γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 από 29 κέντρα σε Καναδά και Αυστραλία. Ήταν τυχαιοποιημένη, με τις γυναίκες να λαμβάνουν είτε μετφορμίνη είτε ένα εικονικό φάρμακο, πλέον του συνηθισμένου σχήματος ινσουλίνης.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο The Lancet Diabetes and Endocrinology, οι γυναίκες που λάμβαναν μετφορμίνη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ήταν πιο πιθανό να βιώσουν διάφορα οφέλη υγείας, όπως:

  • καλύτερο έλεγχο της γλυκόζης,
  • χαμηλότερες απαιτήσεις ινσουλίνης,
  • μικρότερη αύξηση του βάρους κύησης και
  • λιγότερους τοκετούς με καισαρική τομή.

Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, ο διαβήτης της μητέρας γίνεται συχνά αιτία για μεγάλα σε μέγεθος μωρά ανάλογα με την ηλικία της κύησης, αλλά η μελέτη έδειξε ότι τα βρέφη των μητέρων που λάμβαναν μετφορμίνη ζύγιζαν 210 γραμμάρια λιγότερα από τον μέσο όρο.

Η επικεφαλής ερευνήτρια από το Ερευνητικό Ινστιτούτο Lunenfeld-Tanenbaum, καθηγήτρια Denice Feig ανέφερε πως οι γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 λαμβάνουν συχνά μετφορμίνη πριν την εγκυμοσύνη, αλλά τα υπάρχοντα επιστημονικά στοιχεία για την κατάσταση της εγκυμοσύνης είναι λίγα για να καθορίσουν την απόφαση, είτε της συνέχισης είτε της διακοπής λήψης του φαρμάκου.

«Η μελέτη διαπίστωσε ότι οι γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 που λαμβάνουν μετφορμίνη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι πιο πιθανό να δουν διάφορα οφέλη στην υγεία τους. Οι γυναίκες θα πρέπει να ενημερωθούν για τα οφέλη αυτά, αλλά και τα έμβρυα να παρακολουθούνται στενά όσο βρίσκονται στη μήτρα για να διαπιστωθεί αν παίρνουν αρκετό βάρος. Αν τα έμβρυα αναπτύσσονται πολύ λίγο, οι μητέρες θα πρέπει να σταματούν το φάρμακο», εξηγεί η Δρ. Feig.

Από τη δική του πλευρά, ο David Simmons, καθηγητής υπεύθυνος για τα δεδομένα από την Αυστραλία που περιλήφθηκαν στη μελέτη, ανέφερε πως είναι σημαντικό για τις γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 να λαμβάνουν θεραπεία πριν από τη σύλληψη, καθώς η υψηλή γλυκόζη στο αίμα μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά από σοβαρές συγγενείς δυσπλασίες.

«Γνωρίζουμε ότι η μετφορμίνη είναι ένα ασφαλές φάρμακο για τις γυναίκες πριν μείνουν έγκυες, διασφαλίζοντας ότι η σύλληψη γίνεται με υγιή επίπεδα γλυκόζης στο αίμα που δεν θα βλάψουν το μωρό. Μέχρι τώρα, όμως, δεν ήμασταν βέβαιοι για το αν οι γυναίκες πρέπει να σταματούν να παίρνουν μετφορμίνη όταν μένουν έγκυες», αναφέρει ο καθηγητής Simmons.

Τα επόμενα βήματα των ερευνητών είναι να εξετάσουν τις μακροπρόθεσμες επιδράσεις της μετφορμίνης στα βρέφη, πράγμα που θα συμβεί στην τελευταία φάση της μελέτης με την ονομασία MiTy Kids.

«Αναμέναμε να βρούμε ότι η διαχείριση του διαβήτη μέσω της μετφορμίνης μπορεί να οδηγήσει σε μικρότερα μωρά και αυτό συνέβη σε περίπου μία στις οκτώ γυναίκες. Στην κλινική πρακτική μας, είχαμε ήδη αποφασίσει πως αν υπάρχει κίνδυνος μικρού μωρού -για παράδειγμα στην περίπτωση των διδύμων- θα αποφεύγαμε τη χρήση μετφορμίνης. Αλλά χρειάζονται περισσότερες έρευνες για να καταλάβουμε αν υπάρχουν τυχόν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στα βρέφη», καταλήγει ο Δρ. Simmons.

Διαβάστε επίσης

Πέντε νόσοι που βελτιώνονται θεαματικά με απώλεια βάρους μόλις κατά 13%

Διαβήτης: Ο νέος παράγοντας που αυξάνει κατά 17% τον κίνδυνο νόσου

Κορωνοϊός: Οι έγκυες είναι πιθανόν να γεννήσουν πρόωρα και το μωρό τους να εισαχθεί σε ΜΕΘ