Σχεδόν 30 εκατομμύρια πολίτες στην Ευρώπη ζουν με κάποια σπάνια πάθηση, ενώ στη χώρα μας υπολογίζονται σε 350.000 – 590.000 οι πάσχοντες. Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί αξιοσημείωτη πρόοδος στη διάγνωση και διαχείριση των σπανίων παθήσεων. Από το 2007 έως σήμερα έχουν εγκριθεί περίπου 200 ορφανά φάρμακα.

Το ygeiamou.gr με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Σπανίων Παθήσεων (28/2) σκιαγραφεί με τη βοήθεια του Νίκου Αντωνακόπουλου και του Νίκου Γκολφάκη την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην αντιμετώπιση των σπανίων νοσημάτων.

Μια νόσος χαρακτηρίζεται «σπάνια» όταν προσβάλλει 5 στα 10.000 άτομα στην κοινότητα. Σήμερα έχουν αναγνωριστεί και ταξινομηθεί 6.000 – 8.000 σπάνιες παθήσεις με το 95% των ασθενών να παραμένουν ιατρικώς ακάλυπτοι.

Την τελευταία 20ετία έχει σημειωθεί αξιοσημείωτη πρόοδος στη διάγνωση και θεραπευτική διαχείριση αρκετών σπανίων παθήσεων, «βελτιώνοντας σε πολύ σημαντικό βαθμό τη νοσηρότητα ή και σε αρκετές περιπτώσεις τα ποσοστά θνητότητας, ασθενών που στο παρελθόν ήταν βέβαιο πως θα αντιμετώπιζαν μια δια βίου πτωχή ποιότητα ζωής», σύμφωνα με τον κ. Νίκο Αντωνακόπουλο, Ιατρικό Διευθυντή Αιματολογίας-Ογκολογίας, Ανοσολογίας και Σπανίων Παθήσεων της GENESIS Pharma.

Ο κ. Νίκος Αντωνακόπουλος, Ιατρικός Διευθυντής Αιματολογίας-Ογκολογίας, Ανοσολογίας και Σπανίων Παθήσεων της GENESIS Pharma

«Μια σειρά επιστημονικών “αλμάτων”, όπως η πλήρης αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, που έθεσε τις βάσεις για την ταυτοποίηση των γενετικών νοσημάτων, η ανάπτυξη διαγνωστικών τεχνικών, όπως η Αλληλούχιση Νέας Γενιάς (NGS) η οποία επέτρεψε τη μαζική εξέταση πολλαπλών γονιδίων και των μεταλλάξεών τους σε ένα μόνο δείγμα ιστού και η ανακάλυψη του “παρεμβαλόμενου RNA” (RNAi), η οποία οδήγησε στις αντίστοιχες θεραπείες γονιδιακής σίγασης, με εφαρμογή σήμερα σε σπάνια νοσήματα, όπως αυτά της οξείας ηπατικής πορφυρίας, της πρωτοπαθούς υπεροξαλουρίας και της κληρονομικής αμυλοείδωσης, είναι μερικές μικρές νίκες στον μακροχρόνιο αγώνα της Επιστήμης μέχρι και την ανακούφιση του τελευταίου ασθενούς», συμπληρώνει.

Προς την κατεύθυνση αυτή ο κ. Αντωνακόπουλος εξηγεί πως «η πρόοδος που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια μάς κάνει να αισιοδοξούμε για την εξάλειψη του επώδυνου φορτίου που προκαλούν οι σπάνιες παθήσεις στους ασθενείς και τους φροντιστές τους. Kαινοτόμες τεχνολογίες επιτρέπουν την αιτιοπαθογενετική και όχι μόνο τη συμπτωματική αντιμετώπιση αυτών των νοσημάτων. Οι νέες θεραπείες μπορούν πλέον να στοχεύσουν εκλεκτικά στα παθολογικά γονίδια, είτε με επεξεργασία τους (gene editing), είτε με εισαγωγή λειτουργικών γονιδίων μέσω τροποποιημένων ιικών φορέων (viral vectors), είτε με μεταβολή της γονιδιακής έκφρασης/γονιδιακή σίγαση παθολογικών γονιδίων, είτε με ενζυμική υποκαταστάση/σταθεροποίηση μη λειτουργικών πρωτεϊνών, είτε με εκλεκτική αναστολή μέσω μονοκλωνικών αντισωμάτων των πρωτεϊνών των παθολογικών γονιδίων. Πολύ σημαντικό ρόλο στη σταδιακή εξάλειψη των σπανίων νοσημάτων έχει η γονιδιακή ταυτοποίησή τους, η έγκαιρη διάγνωσή τους, η σωστή ενημέρωση των πασχόντων και ο προγεννητικός έλεγχος».

Πρωταρχικό μέλημα η ασφάλεια
Στα σπάνια νοσήματα ο αριθμός των συμμετεχόντων στις κλινικές μελέτες είναι αναλογικά μικρότερος από αυτές των φαρμάκων ευρείας κυκλοφορίας εγείροντας ίσως κάποιους προβληματισμούς για την ασφάλεια των θεραπειών. Ωστόσο όπως σημειώνει ο κ. Νίκος Αντωνακόπουλος «η ασφάλεια κάθε νέας θεραπείας αποτελεί πρωταρχικό μέλημα, ήδη από το προ-εγκριτικό στάδιο και σε όλη τη διάρκεια κυκλοφορίας ενός φαρμάκου, μέσω ενός αυστηρού πλαισίου φαρμακοεπαγρύπνησης. Επίσης η θεραπεία ενός σπανίου νοσήματος μπορεί να βασίζεται σε ένα ήδη γνωστό μηχανισμό δράσης. Για παράδειγμα, τα μονοκλωνικά αντισώματα που στοχεύουν σε πρωτεΐνες σπανίων παθήσεων, χρησιμοποιούνται αρκετά χρόνια τώρα και γνωρίζουμε το προφίλ ασφάλειάς τους και τις αναμενόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως πιθανές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης ή την ανάπτυξη εξουδετερωτικών αντισωμάτων, χωρίς φυσικά αυτό να υποκαθιστά την ειδικότητα κάθε θεραπείας και την ανάγκη μετεγκριτικής της παρακολούθησης. Ενώ, οι θεραπείες γονιδιακής σίγασης μέσω siRNA διαφοροποιούνται μεν στην οξεία ηπατική πορφυρία, την πρωτοπαθή υπεροξαλουρία και την κληρονομική αμυλοείδωση, αλλά βασίζονται στον ίδιο υποκείμενο τρόπο δράσης. Τέλος, τα μητρώα σπανίων παθήσεων, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, όπως το EuRRECa Registry, εμπεριέχουν πολύτιμες πληροφορίες για την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα των νέων θεραπειών».

Η ελληνική φαρμακευτική εταιρεία GENESIS Pharma, με δραστηριότητα που μετρά 26 χρόνια, είναι εστιασμένη αποκλειστικά σε καινοτόμες θεραπείες που πλέον καλύπτουν 30 σοβαρές παθήσεις. «Από πολύ νωρίς εστιάσαμε την προσοχή μας στις σπάνιες παθήσεις», εξηγεί ο κ. Νίκος Γκολφάκης, Γενικός Διευθυντής Αιματολογίας-Ογκολογίας, Ανοσολογίας και Σπανίων Παθήσεων της εταιρείας.

Ο κ. Νίκος Γκολφάκης, Γενικός Διευθυντής Αιματολογίας-Ογκολογίας, Ανοσολογίας και Σπανίων Παθήσεων της GENESIS Pharma

Το χαρτοφυλάκιο των σπανίων παθήσεων ξεκίνησε τα πρώτα χρόνια λειτουργίας μας από μια θεραπεία για την κυστική ίνωση και επεκτάθηκε σύντομα σε σπάνια αιματολογικά νοσήματα και σπάνιες μορφές καρκίνου. Σήμερα πια περιλαμβάνει 16 ορφανά φάρμακα, ορισμένα εκ των οποίων μπορεί να αφορούν λίγες δεκάδες ή και λιγότερους ασθενείς. «Εξακολουθούμε να αντιπροσωπεύουμε θεραπείες για σπάνιους τύπους λευχαιμίας και λεμφωμάτων και σπάνιες μορφές καρκίνου, όπως το οστεοσάρκωμα και το χολαγγειοκαρκίνωμα, αλλά πλέον διαθέτουμε και αρκετές πρωτοποριακές θεραπείες για σπάνια γενετικά νοσήματα. Σε αυτές συγκαταλέγονται η πρώτη εγκεκριμένη θεραπεία για τη νωτιαία μυϊκή ατροφία, η πρώτη από του στόματος θεραπεία για τη νόσο του Fabry και οι πρώτες θεραπείες ενδοκυττάριας γονιδιακής σίγασης με siRNA για την κληρονομική ATTR αμυλοείδωση, την πρωτοπαθή υπεροξαλουρία τύπου 1 και την οξεία ηπατική πορφυρία», σημειώνει ο κ. Γκολφάκης.

Πρόσφατα η GENESIS Pharma ανακοίνωσε τη συνεργασία της με την Kyowa Kirin για δύο νέες ορφανές θεραπείες που αφορούν συνολικά τέσσερα νοσήματα, τη φυλοσύνδετη υποφωσφαταιμία, την ογκογενή οστεομαλακία και δύο υπότυπους δερματικού λεμφώματος Τ-κυττάρων, τη σπογγοειδή μυκητίαση και το σύνδρομο Sézary.

Μετ’ εμποδίων η καινοτομία στο ελληνικό σύστημα υγείας
Τα ορφανά φάρμακα έχουν πολλαπλασιαστική αξία καθώς μειώνουν αποδεδειγμένα το συνολικό κόστος διαχείρισης του νοσήματος και των συννοσηροτήτων για τα συστήματα υγείας, αλλά και τον κοινωνικό αντίκτυπο των σπάνιων ασθενειών, καθώς συμβάλλουν ώστε οι «σπάνιοι» ασθενείς να ζουν καλύτερα, περισσότερο και να έχουν ίσες ευκαιρίες κοινωνικής ένταξης.

«Το σύστημα υγείας στην Ελλάδα είναι γενικά “ανοιχτό” στην καινοτομία, ωστόσο ενθαρρύνει την αργή και μεμονωμένη πρόσβαση των ασθενών σε θεραπείες υψηλής αξίας. Γραφειοκρατικού τύπου εμπόδια επιφέρουν καθυστερήσεις στην αποζημίωση των ορφανών φαρμάκων, η οποία μπορεί να ξεπεράσει και το ένα έτος, ενώ λόγω της συστηματικής υποχρηματοδότησης της φαρμακευτικής δαπάνης, οι εταιρείες μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών (clawback και rebates) παρέχουν δωρεάν 6 στα 10 φάρμακα. Καθώς όμως εντείνεται διεθνώς η ανάπτυξη νέων ορφανών θεραπειών και βελτιώνεται η έγκαιρη διάγνωση των σπανίων παθήσεων, χρειαζόμαστε μια βιώσιμη φαρμακευτική πολιτική, ικανή να διασφαλίσει την άμεση πρόσβαση των ασθενών στη θεραπεία τους», τονίζει ο κ. Νίκος Γκολφάκης.

Ανεμπόδιστη πρόσβαση στα ορφανά φάρμακα
Η άμεση πρόσβαση των σπανίων ασθενών στην κατάλληλη θεραπεία προϋποθέτει ένα συνολικό πλαίσιο παρεμβάσεων σε όλο το διαγνωστικό και θεραπευτικό ταξίδι τους.

«Σήμερα, ένας ασθενής με σπάνιο νόσημα μπορεί να ταλαιπωρείται πολλά χρόνια μέχρι να λάβει σωστή διάγνωση. Πρωταρχικός στόχος, επομένως, πρέπει να είναι η κατά το δυνατόν πιο άμεση και έγκυρη διάγνωση. Προς αυτή την κατεύθυνση, είναι κρίσιμο να επιταχυνθούν παρεμβάσεις και αλλαγές όπως, η κάλυψη των απαραίτητων γενετικών ελέγχων (NGS), η ενθάρρυνση της δημιουργίας περισσότερων κέντρων εμπειρογνωμοσύνης σπανίων νοσημάτων, η ενίσχυση της εκπαίδευσης των επαγγελματιών υγείας στα σπάνια νοσήματα και η καλλιέργεια κουλτούρας για τη συνεργασία διαφορετικών ιατρικών ειδικοτήτων με σκοπό την παραπομπή στην κατάλληλη ειδικότητα», προτείνει ο κ. Γκολφάκης.

Ως προς την πιο άμεση πρόσβαση των ασθενών στα ορφανά φάρμακα, χρειάζεται απλούστευση των διαδικασιών έγκρισης, ώστε να μειωθεί η γραφειοκρατία και ο χρόνος που απαιτείται σήμερα μέχρι ο ασθενής να λάβει το φάρμακό του. «Είναι, επίσης, εξαιρετικά σημαντικό να δημιουργηθεί ένα ειδικό κονδύλι για τη χρηματοδότηση των ορφανών φαρμάκων, ώστε να μην επιβαρύνονται από clawback και rebates, καθώς η χορήγηση τους είναι εξαιρετικά στοχευμένη και ανελαστική», συμπληρώνει και καταλήγει λέγοντας πως: «η δημιουργία του εθνικού μητρώου σπανίων νοσημάτων, που πλέον δρομολογείται, θα βοηθήσει να σχεδιάσουμε ένα συγκεκριμένο πλάνο για την καλύτερη θεραπευτική διαχείριση των ασθενών, την άμεση πρόσβασή τους στην κατάλληλη θεραπεία, αλλά και να χαράξουμε αποτελεσματικές πολιτικές υγείας για τα σπάνια νοσήματα τώρα και στο μέλλον».