Το νέο φάρμακο Ορφοργλιπρόνη είναι ένας από του στόματος χορηγούμενος μη πεπτιδικός αγωνιστής των υποδοχέων GLP-1 που δίδεται 1 φορά την ημέρα και βρίσκεται υπό ανάπτυξη για τη διαχείριση του σωματικού βάρους και τη θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Δημοσιεύτηκαν πρόσφατα αποτελέσματα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας για την Ορφοργλιπρόνη στη θεραπεία της παχυσαρκίας στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine.

Οι Καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Σταυρούλα (Λίνα) Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Ευανθία Κασσή (Καθηγήτρια Βιοχημείας-Ενδοκρινολογίας), Μελπομένη Πέππα (Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και Νικόλαος Τεντολούρης (Καθηγητής και Διευθυντής Τομέα Παθολογίας) συνοψίζουν τα κύρια σημεία της δημοσίευσης αυτής.
https://www.nejm.org/doi/full/10.1056/NEJMoa2302392

Πρόκειται για φάσης 2, τυχαιοποιημένη, διπλή τυφλή κλινική μελέτη, που συμπεριέλαβε ενήλικες με παχυσαρκία ή υπέρβαρους με τουλάχιστον 1 συνυπάρχουσα πάθηση που σχετίζεται με το αυξημένο σωματικό βάρος και χωρίς σακχαρώδη διαβήτη. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν τυχαία να λάβουν Ορφοργλιπρόνη σε 1 από τις 4 δόσεις (12, 24, 36 ή 45 mg) ή εικονικό φάρμακο 1 φορά την ημέρα για 36 εβδομάδες. Η ποσοστιαία μεταβολή από την αρχική τιμή στο σωματικό βάρος αξιολογήθηκε την εβδομάδα 26 και την εβδομάδα 36.

Συμμετείχαν 272 άτομα συνολικά. Αρχικά το μέσο σωματικό βάρος ήταν 108,7 κιλά και ο μέσος δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) ήταν 37,9 kg/m2. Την εβδομάδα 26, η μέση αλλαγή από την αρχική τιμή στο σωματικό βάρος κυμαινόταν από -8,6% έως -12,6% στις ομάδες της Ορφοργλιπρόνης και -2,0% στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Την εβδομάδα 36, η μέση αλλαγή κυμαινόταν από -9,4% έως -14,7% με την Ορφοργλιπρόνη και ήταν -2,3% με το εικονικό φάρμακο. Μείωση βάρους τουλάχιστον 10% την εβδομάδα 36 σημειώθηκε στο 46% έως 75% των συμμετεχόντων που έλαβαν Ορφοργλιπρόνη, σε σύγκριση με το 9% που έλαβαν εικονικό φάρμακο. Η χρήση της Ορφοργλιπρόνης οδήγησε σε βελτίωση σε όλες τις προκαθορισμένες παραμέτρους που σχετίζονται με το αυξημένο σωματικό βάρος και τα καρδιομεταβολικά προβλήματα.

Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν με την Ορφοργλιπρόνη ήταν γαστρεντερικές, ήταν ήπιες έως μέτριες, εμφανίστηκαν κυρίως κατά τη διάρκεια της κλιμάκωσης της δόσης και οδήγησαν σε διακοπή του φαρμάκου σε 10% έως 17% των συμμετεχόντων. Το προφίλ ασφάλειας της Ορφοργλιπρόνης ήταν σύμφωνο με αυτό της κατηγορίας αγωνιστών υποδοχέα GLP-1.

Συμπερασματικά, η καθημερινή χορήγηση από του στόματος Ορφοργλιπρόνης, ενός μη πεπτιδικού αγωνιστή του υποδοχέα GLP-1, συσχετίστηκε με σημαντική μείωση σωματικού βάρους. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν ήταν παρόμοιες με εκείνες με ενέσιμους αγωνιστές του υποδοχέα GLP-1. Άρα, αναφέρουν οι Καθηγητές, μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι για άλλο ένα φάρμακο, που μάλιστα θα λαμβάνεται από το στόμα, που θα εισαχθεί τα επόμενα χρόνια στη θεραπευτική μας φαρέτρα για τη αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.