Η πανδημία Covid-19 βρήκε απέναντι της την επιστήμη και την καινοτόμο βιομηχανία φαρμάκου. Όλος ο κλάδος καινοτόμων φαρμάκων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην καταπολέμηση της, ανακαλύπτοντας, παρασκευάζοντας και παραδίδοντας εμβόλια μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα από την εμφάνιση της covid-19. Η AstraZeneca παρείχε παγκοσμίως -με μηδενικό κέρδος- πάνω από 3 δισεκατομμύρια δόσεις εκτιμώντας πως μόνο στον πρώτο χρόνο κυκλοφορίας έσωσαν πάνω από 6 εκατομμύρια ζωές. Με βάση όσες ενδείξεις έχουμε μέχρι σήμερα, τα χειρότερα βρίσκονται πίσω μας. Τα δυσκολότερα ωστόσο βρίσκονται μπροστά μας.

 

Η κ. Γιώτα Κοτσεκίδου είναι External Affairs Director της AstraZeneca Ελλάδας & Κύπρου

Η πανδημία ανέδειξε μία κατεπείγουσα ανάγκη. Να θωρακίσουμε τα συστήματα υγείας και να ενισχύσουμε την επιστήμη και την καινοτομία με τρόπο ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται σε αντίστοιχες προκλήσεις στο άμεσο μέλλον. Και οι προκλήσεις αυτές δεν σχετίζονται μόνο με την αντιμετώπιση ασθενειών, αλλά είναι πολυπαραγοντικές και έχουν άμεση επίδραση στην υγεία των ανθρώπων. Η κλιματική αλλαγή, οι φυσικές καταστροφές ή ακόμα και η γήρανση του πληθυσμού σε πολλές περιοχές του πλανήτη είναι μερικές από αυτές.

Το ερώτημα που προκύπτει συνεπώς σε κάθε χώρα -φυσικά και στην Ελλάδα- είναι απλό: Κάνουμε ό,τι μας αναλογεί ώστε το εθνικό σύστημα υγείας να στηρίξει την επιστήμη και τη φαρμακευτική καινοτομία; Φροντίζουμε να δημιουργούμε τις συνθήκες ώστε το σύστημά μας να είναι επαρκώς ανθεκτικό και οι υπηρεσίες του στο παρόν και στο μέλλον να είναι προσβάσιμες σε όλους μας; Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να δει… μισογεμάτο το ποτήρι, η απάντηση είναι αρνητική. Όχι. Τουλάχιστον όχι επαρκώς.

Με δεδομένη την εξέλιξη στον τομέα των στοχευμένων θεραπειών και την ταχύτητα που κινείται η επιστήμη προκειμένου να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις της σύγχρονης ψηφιακής εποχής, καμία ουσιαστική κίνηση δεν γίνεται προς την κατεύθυνση της διασφάλισης της έγκαιρης και απρόσκοπτης πρόσβασης των συνανθρώπων μας σε καινοτόμες θεραπείες που σώζουν ζωές. Αντίθετα, οι υφιστάμενες πολιτικές επιβαρύνουν μονόπλευρα τον τομέα της καινοτομίας, την ώρα που παρά τις όποιες προσπάθειες, ο έλεγχος της συνταγογράφησης είναι αναποτελεσματικός, η διείσδυση των γενοσήμων ανεπαρκής και οι τιμές τους υψηλές. Για παράδειγμα, η επιβάρυνση των καινοτόμων φαρμάκων για το 2022 θα φτάσει το 65% της τιμής τους από 49% που ήταν το 2021. Η καινοτομία επιβαρύνεται δυσανάλογα και πλέον σε επίπεδα που απειλείται άμεσα η βιωσιμότητά της στη χώρα, φτάνοντας να παρέχει δύο στα τρία φάρμακα ουσιαστικά δωρεάν.

Αβίαστα, λοιπόν, προκύπτει και το επόμενο ερώτημα: Τι μπορούμε και τι οφείλουμε να κάνουμε; Στην AstraZeneca η απάντηση που δίνουμε είναι ξεκάθαρη. Οφείλουμε να συνεργαστούμε όλοι όσοι εμπλεκόμαστε στον τομέα της Υγείας. Και να στηρίξουμε όσα η επιστήμη και η καινοτομία μπορούν να κάνουν για εμάς. Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, στηρίζουμε ήδη από το 2020 τη διεθνή πρωτοβουλία «Partnership for Health System Sustainability and Resiliency (PHSSR)». Πρόκειται για συνεργασία του London School of Economics και του World Economic Forum. Ειδικοί από κάθε χώρα καλούνται να καταγράψουν πώς θα πρέπει να αναδιαρθρωθούν τα συστήματα υγείας για να αντέχουν κλυδωνισμούς και να ανακάμπτουν γρήγορα. Η πρωτοβουλία ήδη εξελίσσεται σε περισσότερες από 20 χώρες με τη συμμετοχή του συνόλου των φορέων που εμπλέκονται στον τομέα της Υγείας. Στην Ελλάδα, επικεφαλής της μελέτης είναι ο κ. Κώστας Αθανασάκης, Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής.

Η επιστήμη αποδεικνύει καθημερινά τι μπορεί να κάνει για τον κάθε ασθενή ξεχωριστά. Πλέον καλούμαστε όλοι να κάνουμε ό,τι μας αναλογεί ώστε τα αποτελέσματα της επιστήμης και της καινοτομίας να μπορεί να τα αξιοποιήσει απρόσκοπτα κάθε ασθενής εξασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα για όλα τα μέρη. Αυτό είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε. Άμεσα. Χωρίς να έχουμε άλλα περιθώρια χρονοτριβής.