Παίζει τελικά ρόλο το μικροβίωμα του εντέρου στην εκδήλωση της διαταραχής φάσματος αυτισμού; Παρά το έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον, ειδικοί επισημαίνουν ότι δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να επιβεβαιώνουν προκαλεί τη νευροαναπτυξιακή διαταραχή.
Εδώ και χρόνια είναι γνωστό ότι τα άτομα στο φάσμα του αυτισμού έχουν υψηλότερα ποσοστά γαστρεντερικών προβλημάτων, όπως το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου και οι κοιλιακοί πόνοι. Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι το μικροβίωμα αυτών των ατόμων διαφέρει από εκείνο των ατόμων που δεν ανήκουν στο φάσμα , οδηγώντας κάποιους ερευνητές στην υπόθεση ότι η βελτίωση της εντερικής χλωρίδας μέσω διατροφικών παρεμβάσεων θα μπορούσε να προσφέρει οφέλη.
Όμως, σύμφωνα με αναπτυξιακούς νευροβιολόγους, αυτή η άποψη βασίζεται σε εσφαλμένες παραδοχές, μικρά δείγματα και ακατάλληλους σχεδιασμούς μελετών.
Κατηγορηματικοί οι ειδικοί
«Παρά όσα έχετε ακούσει, διαβάσει ή παρακολουθήσει, δεν υπάρχουν στοιχεία ότι το μικροβίωμα συμβάλλει αιτιωδώς στον αυτισμό», δηλώνει ο Δρ Kevin Mitchell από το Trinity College του Δουβλίνου. Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Neuron και είναι επικεφαλής, σημειώνει επίσης: «Δεν θεωρώ ότι δικαιολογείται να επενδύουμε άλλο χρόνο και χρήματα σε αυτό το ζήτημα. Γνωρίζουμε ότι ο αυτισμός έχει έντονο γενετικό υπόβαθρο και υπάρχουν πολλά ακόμη να διαλευκανθούν εκεί».
Τα ποσοστά αυτισμού έχουν αυξηθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες. Οι ειδικοί όμως αποδίδουν την άνοδο όχι σε πραγματική αύξηση των περιστατικών, αλλά σε καλύτερη ενημέρωση και ευρύτερα διαγνωστικά κριτήρια. Η γενετική, οι επιπλοκές κατά τη γέννηση και η ατμοσφαιρική ρύπανση ενδέχεται να ευθύνονται για την αύξηση αυτή, σύμφωνα με τους ειδικούς.
Έντερο και φάσμα αυτισμού
Ταυτόχρονα, παρεμβάσεις που στοχεύουν στην αύξηση της «εντερικής ποικιλότητας», από μεταμοσχεύσεις κοπράνων έως προβιοτικά και προβιοτικά, έχουν παρουσιαστεί ως πιθανές θεραπείες για τον αυτισμό, αναζωπυρώνοντας τη συζήτηση για το αν ο αυτισμός είναι θεραπεύσιμος.
Η ιδέα στηρίζεται στο γεγονός ότι το φάσμα του αυτισμού ανήκει στις πιο κληρονομήσιμες νευροαναπτυξιακές καταστάσεις. Παρόλα αυτά, μεγάλο μέρος της κληρονομικότητάς του παραμένει ανεξήγητο από τις γονιδιακές μεταλλάξεις που έχουν επισημανθεί μέχρι στιγμής.
Έτσι, κάποιοι ερευνητές υπέθεσαν ότι ενδεχομένως να υπάρχει ένας περιβαλλοντικός παράγοντας που προκαλεί την «επιδημία», όπως η διατροφή πλούσια σε υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα με χημικά πρόσθετα που επηρεάζουν το μικροβίωμα.
Τι έδειξε η νέα ανασκόπηση
Αναζητώντας απαντήσεις, οι συγγραφείς της πιο πρόσφατης μελέτης γνώμης μελέτησαν προηγούμενες έρευνες που συνέκριναν τα βακτήρια του εντέρου ατόμων με και χωρίς αυτισμό, μελέτησαν μοντέλα ποντικών και διεξήγαγαν κλινικές δοκιμές.
Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα αποτελέσματα όλων αυτών των μελετών ήταν αδύναμα, ασύνδετα και συχνά μεθοδολογικά προβληματικά.
Η καθηγήτρια Dorothy Bishop, ειδική στην αναπτυξιακή νευροψυχολογία, τονίζει: «Υπάρχει τεράστια μεταβλητότητα και στις τρεις κατηγορίες μελετών, και τα αποτελέσματα δεν συνθέτουν καμία συνεκτική εικόνα».
Ακόμα και οι πιο γνωστές μελέτες είχαν μικροσκοπικά δείγματα- για παράδειγμα από 7 έως 43 συμμετέχοντες- πολύ δηλαδή κάτω από τα στατιστικά πρότυπα που απαιτούν χιλιάδες άτομα.
«Το φάσμα του αυτισμού δεν είναι σπάνιο. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για μελέτες με 20, 30 ή 40 συμμετέχοντες» σχολιάζει ο Δρ Darren Dahly, ειδικός στη διατροφική επιδημιολογία και συν-συγγραφέας της μελέτης.
Η επίδραση των διαφορετικών παραγόντων
Σε πολλές έρευνες, όταν προσαρμόστηκαν παράγοντες όπως η διατροφή ή οι γενετικές διαφορές, οι φαινομενικές διαφοροποιήσεις στη μικροβιακή ποικιλότητα εξαφανίζονταν, υποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχει αιτιώδης σχέση. Ο Δρ Mitchell πρόσθεσε: «Αν υπάρχει κάποια σχέση, είναι μάλλον αντίστροφη: ο αυτισμός μπορεί να επηρεάζει τη διατροφή και αυτό να επηρεάζει το μικροβίωμα».
Τα προβλήματα σίτισης είναι συχνά στα άτομα που ανήκουν στο φάσμα, ενώ δυσκολίες στην κοινωνική επικοινωνία, άγχος και κατάθλιψη μπορούν επίσης να επηρεάσουν την πεπτική λειτουργία. Η αποδιοργανωμένη διατροφική συμπεριφορά, αν και μπορεί να επηρεάζει το μικροβίωμα, δεν είναι πιθανό να δημιουργεί σταθερές διαφορές μεταξύ ατόμων, δεδομένης της τεράστιας ποικιλίας διατροφικών συνηθειών στο φάσμα.
Συμπέρασμα
Με βάση το σύνολο των δεδομένων, οι ερευνητές καταλήγουν ότι η θεωρία πως το έντερο παίζει καθοριστικό ρόλο στην αιτιολογία του φάσματος αυτισμού βρίσκεται πλέον σε αδιέξοδο.
«Αν αποδεχτείτε το μήνυμά μας, υπάρχουν δύο δρόμοι», αναφέρουν. «Ο ένας είναι να σταματήσει η έρευνα σε αυτό το πεδίο — κάτι που θα μας ικανοποιούσε.
Ο άλλος, πιο ρεαλιστικός, είναι να αρχίσουν επιτέλους να γίνονται μελέτες με πολύ πιο αυστηρό και σωστό σχεδιασμό».
Διαβάστε επίσης:
Αυτισμός: Το γρήγορο τεστ αντανακλαστικών που αποκαλύπτει τη διαταραχή – Γίνεται και στο σπίτι
Φάσμα Αυτισμού: Ερευνητές αποκαλύπτουν το γονιδιακό «ντόμινο» που οδηγεί στη διαταραχή
Αυτισμός: Το σημείο του προσώπου που αποκαλύπτει νωρίς τη διαταραχή