Για πολλές δεκαετίες, η πειθαρχία στα παιδιά βασίστηκε σε μια απλή, σχεδόν μηχανική λογική: Η καλή συμπεριφορά ανταμείβεται, η κακή τιμωρείται. Από τους πίνακες με αυτοκόλλητα μέχρι την απομόνωση στο δωμάτιο, οι γονείς χρησιμοποιούσαν «καρότο και μαστίγιο» για να κατευθύνουν τις συμπεριφορές των παιδιών τους.

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, η επιστήμη δείχνει ότι αυτή η προσέγγιση όχι μόνο δεν είναι η πιο αποτελεσματική, αλλά μπορεί και να υπονομεύει τη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών.

Η Nancy L. Weaver, καθηγήτρια Επιστήμης της Συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο Saint Louis, εξηγεί σε άρθρο της στο The Conversation πώς οι διευρυμένες γνώσεις γύρω από την ανάπτυξη του εγκεφάλου μετασχηματίζουν την εικόνα που υπάρχει για την παιδική συμπεριφορά και τι πραγματικά βοηθά τα παιδιά να μάθουν.

Η αντίληψη για την πειθαρχία

Η λογική της ανταμοιβής και της τιμωρίας έχει τις ρίζες της στις μελέτες του ψυχολόγου B.F. Skinner τη δεκαετία του 1950, ο οποίος πειραματίστηκε με αρουραίους: Όταν πατούσαν τον σωστό μοχλό, έπαιρναν λιχουδιά. Όταν όχι, δέχονταν ελαφρύ ηλεκτροσόκ. Αυτό το μοντέλο μεταφέρθηκε σταδιακά στον τρόπο με τον οποίο μεγάλωναν τα παιδιά: Θετικές συμπεριφορές επιβραβεύονταν με δώρα, αυτοκόλλητα ή παραμύθια, ενώ οι αρνητικές αντιμετωπίζονταν με κυρώσεις, τιμωρίες ή στέρηση προνομίων.

Όπως σημειώνει η δρ. Weaver, η προσέγγιση αυτή θεωρήθηκε για χρόνια αυτονόητη. Οι γονείς ακολουθούσαν πιστά τις οδηγίες ειδικών και παιδιάτρων, χωρίς να αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα των εν λόγω μεθόδων. Όμως, όσο τα παιδιά μεγάλωναν, τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα.

Τι δείχνει η νευροεπιστήμη

Τα τελευταία 20 χρόνια, οι νευροεπιστήμες έχουν φέρει στο φως κρίσιμες πληροφορίες για τον τρόπο που αναπτύσσεται και λειτουργεί ο παιδικός εγκέφαλος. Σύμφωνα με την δρ. Weaver, όταν τα παιδιά αισθάνονται ότι απειλούνται (ακόμη και αν αυτό αφορά κάτι φαινομενικά «ασήμαντο») το νευρικό τους σύστημα ενεργοποιεί την αντίδραση «μάχη ή φυγή». Η καρδιά τους χτυπά πιο γρήγορα, τα χέρια τους ιδρώνουν, η προσοχή τους εστιάζει στον «κίνδυνο».

Εκείνη τη στιγμή, ο προμετωπιαίος φλοιός -υπεύθυνος για τη λογική σκέψη και τη λήψη αποφάσεων- τίθεται εκτός λειτουργίας. Τα παιδιά δεν μπορούν να σκεφτούν καθαρά, δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν τις συνέπειες των πράξεών τους. Αντιδρούν ενστικτωδώς, προσπαθώντας να προστατευθούν.

Το πρόβλημα έγκειται στο ότι οι ενήλικες διαθέτουν μηχανισμούς αυτορρύθμισης και εμπειρία, ενώ τα παιδιά όχι. Το νευρικό τους σύστημα και ο εγκέφαλός τους βρίσκονται ακόμη σε φάση ανάπτυξης, γεγονός που καθιστά δύσκολη την κατανόηση και διαχείριση των έντονων συναισθημάτων.

Έτσι, ένα παιδί μπορεί να χτυπήσει κάποιον ή να αρπάξει ένα παιχνίδι, όχι επειδή θέλει να είναι «κακό», αλλά επειδή δεν έχει άλλον τρόπο να εκφράσει την απογοήτευση, τον θυμό ή τον φόβο του.

Η σημασία της «συν-ρύθμισης»

Σε τέτοιες στιγμές, ο ρόλος του ενήλικα είναι καθοριστικός. Αντί να επιβάλει ποινή, καλείται να παραμείνει ψύχραιμος και διαθέσιμος, ώστε να βοηθήσει το παιδί να επανέλθει σε ήρεμη κατάσταση, μια διαδικασία γνωστή ως «συν-ρύθμιση».

Μόνο όταν το παιδί ηρεμήσει, μπορεί να ακούσει, να καταλάβει και να μάθει από την τρέχουσα εμπειρία. Διαφορετικά, η τιμωρία όχι μόνο δεν επιτυγχάνει τον στόχο της, αλλά παρατείνει το στρες και εμποδίζει την ανάπτυξη δεξιοτήτων, όπως η ενσυναίσθηση, η αυτορρύθμιση και η επίλυση συγκρούσεων.

Ταυτόχρονα, ένα από τα πιο σημαντικά μηνύματα που αναδεικνύει η δρ. Weaver είναι η αξία της περιέργειας. Όταν ο γονέας προσεγγίζει το παιδί με ενδιαφέρον για το «γιατί» πίσω από τη συμπεριφορά, αντί για αυστηρή κρίση, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ουσιαστική επικοινωνία και μάθηση.

Ρωτώντας τι οδήγησε ένα παιδί στο να μην ολοκληρώσει την εργασία του ή να πετάξει άμμο σε κάποιον, ο ενήλικας αποκτά εικόνα για τις ανάγκες και τις δυσκολίες του. Με αυτόν τον τρόπο, το παιδί αισθάνεται ότι το ακούνε και το καταλαβαίνουν, γεγονός που ενισχύει την αίσθηση ασφάλειας και ενδυναμώνει τη σχέση τους.

Πρακτικές στρατηγικές για τις δύσκολες στιγμές

Η δρ. Weaver προτείνει ορισμένες πρακτικές που μπορούν να βοηθήσουν τους γονείς να ανταποκρίνονται πιο αποτελεσματικά στις προκλήσεις:

  • Παραμείνετε ψύχραιμοι: Ένας βαθύς αναστεναγμός ή μια παύση μπορεί να ηρεμήσει το δικό σας νευρικό σύστημα, ώστε να ανταποκριθείτε με ηρεμία και να «συν-ρυθμιστείτε» με το παιδί σας.
  • Μείνετε κοντά: Η φυσική παρουσία και η διαθεσιμότητα προσφέρουν στο παιδί στήριξη, όταν βιώνει έντονα συναισθήματα.
  • Κρατήστε τα όρια: Η σταθερότητα στις αποφάσεις, χωρίς τιμωρία ή φωνές, διδάσκει στο παιδί πώς να αντέχει τη ματαίωση και τον θυμό με τη δική σας υποστήριξη.
  • Συζητήστε αργότερα: Όταν το παιδί έχει ηρεμήσει, είναι η κατάλληλη στιγμή για αναστοχασμό. Τι συνέβη; Ήταν κουρασμένο, πεινασμένο, ανήσυχο για κάτι;

Από την τιμωρία στη σύνδεση

Η σύγχρονη έρευνα αποτυπώνει ότι η ανατροφή με επίκεντρο την κατανόηση και τη συναισθηματική σύνδεση είναι πιο αποτελεσματική στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς και την ενίσχυση των σχέσεων.

Η επιβολή τιμωριών για να «μάθουν» τα παιδιά μοιάζει με το να δίνει κανείς διάλεξη σε κάποιον που παθαίνει καρδιακή προσβολή για τη διατροφή του: Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή. Αντίθετα, η καλλιέργεια εμπιστοσύνης και η παροχή συναισθηματικής ασφάλειας δημιουργούν τις προϋποθέσεις για πραγματική αλλαγή και μάθηση.

Εν κατακλείδι, τα παιδιά που μεγαλώνουν με υποστήριξη, ενσυναίσθηση και καθοδήγηση από ενήλικες που τα ακούν και τα σέβονται, μαθαίνουν να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους, να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους και να χτίζουν υγιείς σχέσεις. Και αυτό είναι πολύ πιο σημαντικό από οποιαδήποτε στέρηση προνομίων ή κατάσχεση δώρων.

Διαβάστε επίσης

Τι προκαλεί η σωματική τιμωρία στα παιδιά

Γονείς: Τα παιδιά σας βγάζουν εκτός εαυτού; 3 tips για να συγκρατήσετε τα νεύρα σας

Γονείς: Η σκληρή διαπαιδαγώγηση πλήττει τον ψυχισμό του παιδιού