Sponsored Content 


 

*Γράφει ο Παναγιώτης Kατσαούνης, MD, MSc Παθολόγος – Ογκολόγος και Διευθυντής της Ζ’ Ογκολογικής Κλινικής του Metropolitan General Hospital

Ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί μια από τις πιο συχνές και θανατηφόρες μορφές καρκίνου παγκοσμίως, με εκατομμύρια νέα περιστατικά κάθε χρόνο. Ειδικά στη χώρα μας, έχουμε κάθε χρόνο περίπου 9.000 νέα περιστατικά καρκίνου, με το κάπνισμα να ευθύνεται για άνω του 80% των νέων περιπτώσεων. Παρά τις δυσκολίες που παρουσιάζει στη διάγνωση και θεραπεία, οι επιστημονικές εξελίξεις των τελευταίων ετών έχουν οδηγήσει σε σημαντικές αλλαγές στη διαχείρισή του, προσφέροντας νέες ελπίδες στους ασθενείς και τις οικογένειές τους.

Τα τελευταία χρόνια, συνεχώς εντάσσονται στη φαρέτρα μας καινούρια φάρμακα, ειδικά για την προχωρημένη νόσο, τα οποία είναι σαφώς πιο αποτελεσματικά από ότι στο παρελθόν. Ένας σημαντικός αριθμός ασθενών μπορεί, αν βέβαια πληροί κάποια κριτήρια, τα οποία βασίζονται σε ειδικά μοριακά τεστ, να ξεκινήσει θεραπεία λαμβάνοντας στοχεύουσες θεραπείες, οι οποίες είναι ως επί το πλείστον σε μορφή χαπιών με σημαντικές ανταποκρίσεις, αποφεύγοντας για μεγάλο χρονικό διάστημα τις χημειοθεραπείες.

Το κύριο όφελος αυτών των θεραπειών είναι η εξειδικευμένη δράση. Στοχεύουν συγκεκριμένα μόρια ή μηχανισμούς που ευθύνονται για την ανάπτυξη και επιβίωση των καρκινικών κυττάρων, χωρίς να επηρεάζονται τα υγιή κύτταρα. Επιπλέον, λόγω της εκλεκτικής δράσης των στοχευουσών θεραπειών, οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι συχνά λιγότερες και ηπιότερες σε σχέση με τη χημειοθεραπεία. Η σημαντικότερη, όμως, εξέλιξη είναι ότι τα τελευταία 10 χρόνια έχουν μπει στη ζωή μας οι ανοσοθεραπείες. Πρόκειται για θεραπείες με τελείως διαφορετική λογική από τις χημειοθεραπείες, καθώς λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο. Ο στόχος αυτών των θεραπειών είναι να στρέψουν την ίδια την άμυνα του οργανισμού, δηλαδή το ανοσοποιητικό σύστημα κατά των καρκινικών κυττάρων.

Τα βασικά οφέλη από την χορήγηση της ανοσοθεραπείας σε ασθενείς με προχωρημένη, ανεγχείρητη νόσο είναι:

  1. Βελτίωση της επιβίωσης: Η ανοσοθεραπεία έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να αυξήσει τη συνολική επιβίωση των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα, ιδίως σε περιπτώσεις όπου οι παραδοσιακές θεραπείες δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
  2. Μακροχρόνιες ανταποκρίσεις: Σε ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών, η ανοσοθεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε μακροχρόνιο έλεγχο της νόσου, ακόμη και σε περιπτώσεις προχωρημένου καρκίνου, μετατρέποντας το νεόπλασμα σε χρόνιο νόσημα.
  3. Συνδυασμός με άλλες θεραπείες: Μπορεί να συνδυαστεί με χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία, ενισχύοντας τη συνολική αποτελεσματικότητα της θεραπείας.

Η ανοσοθεραπεία, πέραν της σημαντικής θέσης της στην προχωρημένη, ανεγχείρητη νόσο, τα τελευταία 3 χρόνια χρησιμοποιείται, υπό προϋποθέσεις σε ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών, μετά το χειρουργείο ως συμπληρωματική θεραπεία, είτε πριν το χειρουργείο, ώστε να καταστεί ο όγκος πιο εύκολα χειρουργήσιμος.

Η τοξικότητα που προκαλεί η ανοσοθεραπεία και σχετίζεται με την υπερδιέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος είναι περιορισμένη, εύκολα διαχειρίσιμη και συνήθως αναστρέψιμη. Η πρόωρη διακοπή της θεραπείας λόγω τοξικότητας συμβαίνει σε μικρό αριθμό ασθενών, αλλά και σε αυτές τις περιπτώσεις συχνά η αποτελεσματικότητά της ανοσοθεραπείας παραμένει επί μακρόν. Σημειώνεται ότι ο κάθε ασθενής και οι φροντιστές του πρέπει να συζητούν με τον θεράποντα ογκολόγο και τις εμπλεκόμενες ειδικότητες, ώστε να επιτυγχάνεται η διεπιστημονική και η εξατομικευμένη προσέγγιση.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι νέες θεραπείες σχετίζονται, στη μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών, με καλύτερη ποιότητα ζωής. Σημαίνουν όλο και λιγότερη χρήση χημειοθεραπείας. Οπότε πολύ λιγότερα ποσοστά ναυτίας, λιγότερη κόπωση και αδυναμία και, τέλος, καθόλου απώλεια μαλλιών, που όλοι γνωρίζουμε πόσο ψυχοφθόρο είναι για τους ασθενείς. Το πιο σημαντικό μήνυμα είναι ότι η πλειοψηφία των ασθενών, χάρη στις νέες θεραπείες, είναι απόλυτα λειτουργικοί, με μία φυσιολογική καθημερινότητα.

Συνολικά, οι νεότερες θεραπευτικές προσεγγίσεις μεταμορφώνουν την αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα, προσφέροντας ελπίδα για μακροχρόνια επιβίωση και καλύτερη ποιότητα ζωής, ενώ η συνεχής πρόοδος στη μοριακή βιολογία υπόσχεται ακόμη πιο αποτελεσματικές και εξατομικευμένες λύσεις στο μέλλον.