Όλο και πιο δύσκολη γίνεται η απάντηση στο ερώτημα πώς θα καλυφθεί το κενό που εντοπίζεται στη δημόσια χρηματοδότηση του συστήματος Υγείας στην Ελλάδα – και το οποίο προέρχεται από την περίοδο της οικονομικής κρίσης και την επιβολή δημοσιονομικών μέτρων.

Οι δυσοίωνες δημογραφικές τάσεις, με έναν γηρασμένο πληθυσμό τις επόμενες δεκαετίες, αναμένεται να ασκήσουν ακόμη μεγαλύτερη πίεση στις δαπάνες υγείας, την ώρα που η χρηματοδότηση σε αυτό το πεδίο υποχωρεί ακολουθώντας αντίθετη πορεία από την αντίστοιχη τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) όσο και στις στις όμορες Νότιες χώρες.

Αυτό συμπεραίνουν, μεταξύ άλλων, οι συντάκτες της έκθεσης «Η Φαρμακευτική Αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2024» από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), που παρουσιάστηκε χθες.

Από το 2009 η δημόσια χρηματοδότηση στη χώρα μας για δαπάνες υγείας έχει μειωθεί κατά 31%, με τα αντίστοιχα στοιχεία στην Ευρώπη να κινούνται ανοδικά καταγράφοντας αύξηση κατά 25% στις δαπάνες αυτές. Με αφετηρία την ίδια χρονιά και μέχρι το 2023 καταγράφεται υποχώρηση και της κατά κεφαλήν δαπάνης υγείας στην Ελλάδα, έναντι αύξησης σε ΕΕ και Νότιες Χώρες.

Η δημόσια δαπάνη υγείας διαμορφώνεται στα 1.105 ευρώ στην Ελλάδα, αποτελώντας το 1/3 του επιπέδου της ΕΕ.

Το 2023 η κατά κεφαλήν δαπάνη για πρόληψη στην Ελλάδα κυμάνθηκε στα μόλις 56 ευρώ, κατέχοντας μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην ΕΕ μαζί με πρώην ανατολικές και βαλκανικές χώρες.  Σήμερα βέβαια η εικόνα έχει αλλάξει καθώς υλοποιούνται πολλά προγράμματα στο πεδίο της πρόληψης, ωστόσο θα αποτυπωθούν στις επόμενες εκθέσεις.

Η συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας το 2023 ανήλθε σε 8,9 δισ. ευρώ, έχοντας αυξηθεί κατά 7,6% σε σύγκριση με το 2022 μεν αλλά προσεγγίζοντας τα επίπεδα του 2011. Ωστόσο, το μερίδιο της δημόσιας χρηματοδότησης στη συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας είναι μειωμένο σε σύγκριση με το 2009, ενώ καταγράφεται  διαφορά 11 μονάδων και 19 μονάδων  αντίστοιχα σε σχέση με τις άλλες Νότιες χώρες και της ΕΕ.

Οι δαπάνες υγείας των νοικοκυριών αποτελούν το 7,7% των συνολικών δαπανών τους.

Άνω των 65 χρόνων το 33% του πληθυσμού σε 45 χρόνια 

Οι δημογραφικές εξελίξεις και η κατάσταση υγείας του πληθυσμού επηρεάζουν τις πολιτικές για τις δαπάνες υγείας και φαρμάκου.

Το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα επανήλθε το 2024 στο υψηλό επίπεδο των 81,9 ετών, έπειτα από τη μείωση λόγω της πανδημίας, λίγο πάνω τον μέσο όρο της ΕΕ27 (81,7). Ωστόσο, το 2024, το ποσοστό των ατόμων άνω των 65 ετών ανέρχεται στο 23,3% του συνολικού πληθυσμού, ενώ έως το 2070 αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά στο 33,1%, οδηγώντας σε αυξημένες ανάγκες για δαπάνες υγείας και φαρμάκου λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.

Ταυτόχρονα, το αρνητικό φυσικό ισοζύγιο (γεννήσεις – θάνατοι) οδηγεί σε σταδιακή μείωση του συνολικού πληθυσμού στα 8 εκατ. μέχρι το 2070. Επιπρόσθετα, το 2024, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω με χρόνιο πρόβλημα υγείας αντιστοιχεί στο 24,5%, ενώ στην ηλικιακή κατηγορία άνω των 65 ετών ξεπερνά το 60%.

Η φαρμακευτική δαπάνη

Το 2023 η συνολική φαρμακευτική δαπάνη (εξωνοσοκομειακή και νοσοκομειακή) διαμορφώθηκε στα 7,5 δισεκ. ευρώ ενώ εκτιμάται ότι το 2024 η δαπάνη ανήλθε στα 8,5 δισεκ. ευρώ.

Η δημόσια δαπάνη για το 2023 ήταν στα 2,8 δισεκ. ευρώ, με τη συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στη φαρμακευτική δαπάνη να είναι 3,9 δισεκ. ευρώ. Αντίστοιχα σε 3 δισεκ. ευρώ εκτιμάται η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη για το 2024 και άλλα 4,6 δισεκ. ευρώ η συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας.

Από το 2022 και μετά το κράτος έκανε ανακατανομή της δαπάνης στα τρία κανάλια διανομής (retail, ΦΥΚ και νοσοκομεία), με αποτέλεσμα μια άνιση ανακατανομή των υποχρεωτικών επιστροφών, ειδικά στα νοσοκομειακά φάρμακα και στα φάρμακα υψηλού κόστους, σημειώνεται στην έκθεση.

Σε υψηλά επίπεδα διαμορφώνεται και η συμμετοχή των ασθενών: το 2023 οι Έλληνες πλήρωσαν για φάρμακα 740 εκατ. ευρώ και 810 εκατ. ευρώ το 2024.

Αργή ενσωμάτωση νέων φαρμάκων

Επιπλέον, περιορισμένες φαρμακευτικές θεραπείες και με καθυστέρηση σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης φτάνουν στους Έλληνες ασθενείς, καθώς από τα 173 νέα φάρμακα που εγκρίθηκαν κατά την περίοδο 2020–2023, μόλις τα 75 (43%) εισήχθησαν στην Ελλάδα. Μόνο μόνο 1 στα 5 καινοτόμα φάρμακα της τελευταίας τετραετίας είναι διαθέσιμο στην ελληνική αγορά.

Φαρμακοβιομηχανία με ισχυρό εξαγωγικό αποτύπωμα

Η φαρμακοβιομηχανία, αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, με ιδιαίτερη σημασία για το σύστημα υγείας, τους ασθενείς και την ελληνική οικονομία.
Η δαπάνη του κλάδου για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) προσεγγίζει τα 161 εκ. ευρώ  (2022), ενώ την περίοδο 1995-2024 διενεργήθηκαν 2.034 κλινικές μελέτες (1.715 ολοκληρωμένες) ανεξαρτήτου φάσης ή σταδίου.

Σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2024 στα 2,8 δισεκ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 5,7% των συνολικών εξαγωγών αγαθών με κυριότερους εξαγωγικούς προορισμούς την Γερμανία, την Αυστρία και την Κύπρο.

Αντίστοιχα, οι εισαγωγές αποτελούν περίπου το 5,1% των συνολικών εισαγωγών της χώρας το 2024. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ για το οικονομικό αποτύπωμα του κλάδου του φαρμάκου στην ελληνική οικονομία, η συνολική συνεισφορά του σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε 6,9 δισεκ. ευρώ (3,1% του ΑΕΠ) το 2023.

Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 119 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 2,8% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε 10 θέσεις εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζουν επιπλέον 24 θέσεις πλήρους απασχόλησης στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα 1,9 δισεκ. ευρώ.

Διαβάστε επίσης

Αναδιάρθρωση στη φαρμακευτική δαπάνη του ΕΟΠΥΥ – Ποια φάρμακα θα επηρεαστούν

Καινοτόμες θεραπείες: Γιατί καθυστερεί και άλλο η πρόσβαση για τους Έλληνες ασθενείς

Φαρμακευτική δαπάνη: 5 λόγοι που θα φτάσει τα 9,5 δις ευρώ μέχρι το 2027- Ένας Καθηγητής προβλέπει