Οι παθήσεις του αμφιβληστροειδούς, όπως η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας υγρού τύπου (nAMD) και το διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας (DME), αυξάνονται παγκοσμίως, έχοντας σημαντικές επιπτώσεις στην καθημερινότητα και τη λειτουργικότητα, την ευεξία και την ποιότητα ζωής των ασθενών και επιβαρύνοντας επιπλέον τα συστήματα υγείας.
Με βάση πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα σχετικά με τις εξιδρωματικές νόσους του αμφιβληστροειδούς, οι βασικές ιατρικές ανάγκες παραμένουν, παρά τις τρέχουσες θεραπείες ενδοφθάλμιας έγχυσης, καθώς είναι μεν αποτελεσματικές αλλά αδυνατούν να μειώσουν δραστικά το φορτίο θεραπείας για τους ασθενείς, τους επαγγελματίες υγείας και τα εθνικά συστήματα υγείας.
Προκύπτει συνεπώς ανάγκη για ένα νέο πρότυπο φροντίδας που να διασφαλίζει υψηλότερη συμμόρφωση στη θεραπεία, οδηγώντας σε αποτελεσματικότερο έλεγχο της νόσου και μακροπρόθεσμη διατήρηση της όρασης, να εξοικονομεί χρόνο και να μειώνει την επιβάρυνση για τους επαγγελματίες υγείας και τις κλινικές, ενώ παράλληλα να μειώνει το κόστος διαχείρισης αυτών των ασθενειών.
Τα ίδια ζητήματα προκύπτουν και από το Πρόγραμμα Barometer και την έρευνα που διεξήχθη το 2024, όπου τα δεδομένα ενισχύουν το γεγονός ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν ή λάμβαναν στο παρελθόν θεραπεία κατά του παράγοντα VEGF για nAMD και DME, αντιμετωπίζουν προβλήματα που σχετίζονται με τη συχνότητα θεραπείας, τους μεγάλους χρόνους αναμονής στην κλινική, τις δυσκολίες μετακίνησης και το σχετικό κόστος. Σχεδόν το 50% των ασθενών ανέφεραν ότι η συχνότητα της θεραπείας ήταν υψηλή και ανησυχούσαν μήπως έτσι επιβαρύνουν επιπλέον την οικογένεια ή τους φροντιστές τους.
Η έρευνα που διεξήχθη ως πρωτοβουλία του Προγράμματος Barometer συμπληρώθηκε από:
- περισσότερους από 10.800 ασθενείς
- 1.300 γιατρούς
- 2.400 μέλη του προσωπικού κλινικών
- από 78 κλινικές
- σε 24 χώρες και 6 ηπείρους.
Το Πρόγραμμα Barometer είναι μια συνεχιζόμενη πρωτοβουλία παγκοσμίως που επικεντρώνεται στη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων που επηρεάζονται από τα νοσήματα των nAMD και DME. Περιλαμβάνει τη συλλογή και ανάλυση δεδομένων από ασθενείς, παρόχους υγειονομικής περίθαλψης και προσωπικό των ειδικών κλινικών, ώστε να εντοπιστούν προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες στην κλινική διαχείριση των νοσημάτων αυτών. Το πρόγραμμα, που χρηματοδοτείται και υποστηρίζεται από τη φαρμακευτική εταιρία Bayer, στοχεύει στην ανάπτυξη παρεμβάσεων βασισμένων σε τεκμήρια για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της συμμόρφωσης με τη θεραπεία, καθώς και της πρόσβασης στη φροντίδα.
Με αφορμή τα αποτελέσματα των παραπάνω ερευνών και τις εξελίξεις στην ανάπτυξη νέων θεραπειών, η Bayer διοργάνωσε διαδικτυακή εκδήλωση για τους συντάκτες υγείας κατά τη διάρκεια του συνεδρίου EURETINA 2025. Κατά την εκδήλωση, οι ομιλητές οφθαλμίατροι τόνισαν τα οφέλη της θεραπείας κατά του VEGF με μεγαλύτερα μεσοδιαστήματα θεραπείας, καθώς παρέχουν υψηλή διάρκεια, διατηρώντας παράλληλα την αποτελεσματικότητα με ένα ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας στη nAMD και το DME.
«Η νέα σύνθεση επέδειξε μεγάλα διαστήματα θεραπείας, με μοναδική παράταση έως και έξι μήνες, διατηρώντας παράλληλα τα οπτικά οφέλη», δήλωσε η καθηγήτρια Marion R. Munk, ειδικός στον αμφιβληστροειδή στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης στην Ελβετία. «Το κλινικό της προφίλ υπογραμμίζει τη δυνατότητά της να αποτελέσει ένα νέο πρότυπο φροντίδας στη νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας και στο διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας».
Η BlueRock Therapeutics, θυγατρική εταιρεία της Bayer AG, διερευνά μια θεραπεία που προέρχεται από επαγόμενα πολυδύναμα βλαστοκύτταρα (iPSC) σε πρωτοπαθείς παθήσεις των φωτοϋποδοχέων, όπως η μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια και οι δυστροφίες των κωνίων και των ραβδίων. Οι συγκεκριμένες παθήσεις χαρακτηρίζονται από εκφύλιση ή δυσλειτουργία των φωτοϋποδοχέων και δεν υπάρχουν διαθέσιμες επιλογές θεραπείας προς το παρόν. Αυτή η ερευνητική θεραπεία στοχεύει στην αποκατάσταση της απώλειας όρασης που προκαλείται από τις ασθένειες αυτές, αντικαθιστώντας τον εκφυλισμένο ιστό στον αμφιβληστροειδή με λειτουργικά κύτταρα.
Η νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας (nAMD) και το διαβητικό οίδημα ωχράς κηλίδας (DME)
Η nAMD είναι μια οφθαλμική νόσος που εξελίσσεται ταχέως και, εάν δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια όρασης μέσα σε λίγους μήνες. Εμφανίζεται όταν τα αιμοφόρα αγγεία που αναπτύσσονται μη φυσιολογικά, διαρρέουν υγρό κάτω από την ωχρά κηλίδα, το μέρος του ματιού που είναι υπεύθυνο για την οξεία κεντρική όραση και την παρατήρηση λεπτομερειών. Αυτό το υγρό μπορεί να βλάψει και να δημιουργήσει ουλές στην ωχρά κηλίδα, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει απώλεια όρασης.
Η nAMD είναι παγκοσμίως μια από τις κύριες αιτίες μη αναστρέψιμης τύφλωσης και βλάβης της όρασης. Περί τους 170 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως ζουν με κάθε τύπου ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς, ενώ ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί σε 288 εκατομμύρια έως το 2040. Περίπου το 10% των ατόμων με ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς θα αναπτύξουν την προχωρημένη μορφή της nAMD.
Το διαβητικό οίδημα ωχράς κηλίδας (DME) είναι μια συχνή οφθαλμολογική επιπλοκή στους διαβητικούς ασθενείς. Το DME εμφανίζεται όταν τα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα οδηγούν σε βλάβη των αιμοφόρων αγγείων στο μάτι που διαρρέουν υγρό στην ωχρά κηλίδα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια όρασης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τύφλωση.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, 146 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σήμερα με διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, η οποία μπορεί να εξελιχθεί σε μια πιο σοβαρή πάθηση, το διαβητικό οίδημα ωχράς κηλίδας. Το DME επηρεάζει περίπου 27 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως.
Ειδήσεις σήμερα
Σε ποιες χώρες της Ευρώπης κατρακυλά η γονιμότητα – Η απογοητευτική θέση της Ελλάδας
ΕΣΥ – Νοσοκομεία: 3 προβλήματα καταγγέλλουν οι εργαζόμενοι ενόψει ΔΕΘ
Τα 4 καινοτόμα έργα που εκσυγχρονίζουν το νοσοκομειακό χάρτη της Θεσσαλονίκης