Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε καλύτερα τον χρόνο μας ώστε να μην ξεφεύγουμε από το ωράριο, εφόσον κανείς δεν μας ελέγχει; Και τελικά, πώς βάζουμε όρια στον χρόνο εργασίας μας όταν δουλεύουμε από το σπίτι;

Μένουμε σπίτι. Η φράση που έχουμε εμπεδώσει καλύτερα και από τις πιο πετυχημένες διαφημιστικές ατάκες έχει γίνει συνώνυμη της καραντίνας λόγω κορωνοϊού. Νέοι, ηλικιωμένοι και παιδιά, εργαζόμενοι και μη, όλοι έχουν μπει σε μικρό ή μεγάλο βαθμό στη νοοτροπία της κοινωνικής αποστασιοποίησης που επιβάλλει η πανδημία. Και όλοι ψάχνουν τρόπους να αξιοποιήσουν τις ατελείωτες ώρες που είναι κλεισμένοι στο σπίτι.

Τι γίνεται, όμως, με αυτούς που, τη στιγμή που οι υπόλοιποι αναζητούν διεξόδους για να περάσουν την ώρα τους, εκείνοι οφείλουν να κάτσουν μπροστά στον υπολογιστή και να συνεχίσουν να δουλεύουν από το σπίτι σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα;

Τηλεργασία λοιπόν. Μια λέξη που μέχρι χθες μας ήταν σχεδόν άγνωστη, τώρα έχει γίνει κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Και όπως καθετί καινούριο, μας μπερδεύει. Πώς μπορούμε να αποδώσουμε εξίσου αποτελεσματικά στη δουλειά μας χωρίς να βρισκόμαστε στο εργασιακό μας περιβάλλον; Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε καλύτερα τον χρόνο μας ώστε να μην ξεφεύγουμε από το ωράριο, εφόσον κανείς δεν μας ελέγχει; Και τελικά, πώς βάζουμε όρια στον χρόνο εργασίας μας όταν δουλεύουμε από το σπίτι;

Υπό πίεση

Όπως μας εξηγεί η συμβουλευτική ψυχολόγος Άννα Πανουσάκου, η τηλεργασία θεωρείται γενικά μια ιδιαίτερα στρεσογόνα κατάσταση για τον άνθρωπο, καθώς ο προσωπικός χώρος σε τέτοιες συνθήκες γίνεται ταυτόχρονα και εργασιακός και το άτομο αδυνατεί να ελέγξει παράγοντες όπως η ησυχία, ο χώρος ή η τεχνική υποστήριξη.

Τέτοια προβλήματα μπορεί να αγχώσουν πολύ το άτομο όταν βρίσκεται εκτός περιβάλλοντος εργασίας, καθώς θα πρέπει να κάνει επιπλέον κόπο τόσο για να τα αντιμετωπίσει όσο και για να εξηγήσει τι συμβαίνει. Είναι ιδιαίτερα αγχωτική διαδικασία, που επιβαρύνει μια ήδη στρεσογόνα κατάσταση για τους ανθρώπους που είναι κλεισμένοι στο σπίτι. Πρόκειται για μια περίοδο ψυχοπιεστική, κατά την οποία παρατηρείται μειωμένη απόδοση στην εργασία λόγω έλλειψης συγκέντρωσης, με τους διάφορους περισπασμούς, από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο μέχρι το τηλέφωνο και τα social media, να επιτείνουν την κατάσταση.

«Δεν είναι τυχαίο ότι εργαζόμαστε σε πολύ συγκεκριμένο περιβάλλον, καθώς ο χώρος είναι από μόνος του μια οριοθέτηση. Όταν λοιπόν δουλεύουμε από το σπίτι ξεκινάμε με μία οριοθέτηση λιγότερη», αναφέρει χαρακτηριστικά η κυρία Πανουσάκου.

Λιγότερο στρες και ώρες εργασίας

Πώς περιορίζουμε λοιπόν το άγχος αλλά και τον πλεονάζοντα χρόνο που αφιερώνουμε στη δουλειά; Στην ουσία πρέπει να αυτο-οριοθετηθούμε. Να διατηρήσουμε το πρόγραμμα που είχαμε πριν από την περίοδο της πανδημίας, να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον αμιγώς εργασιακό, να θέσουμε στόχους και όρια στη δουλειά. Ακόμα και το να ξυπνήσουμε τη συνηθισμένη μέχρι πρότινος ώρα για να πάρουμε το πρωινό μας ή το να βάλουμε μια άνετη φόρμα και όχι να συνεχίσουμε να φοράμε τις πιτζάμες μας μπορεί να μας βοηθήσει να μπούμε πιο εύκολα στη διάθεση της δουλειάς.

Ακόμη, θα ήταν χρήσιμο να μετατρέψουμε ένα σημείο του σπιτιού σε ένα ξεκάθαρα εργασιακό περιβάλλον. Δεν χρειάζεται να έχουμε ένα ολόκληρο δωμάτιο ως χώρο εργασίας, αντιθέτως ένα συγκεκριμένο έπιπλο για γραφείο και μια ξεχωριστή καρέκλα, όπου θα καθόμαστε μόνο τις ώρες που δουλεύουμε, μπορούν να ορίσουν τον «χωροχρόνο» της δουλειάς.

Όσον αφορά στο αμιγώς εργασιακό κομμάτι, εκεί θα είναι πολύ βοηθητικό να θέσουμε στόχους και όρια ανά ημέρα και να προσπαθούμε αφενός να μη μένουμε πίσω στην περίπτωση των πρώτων και αφετέρου να μην υπερβάλλουμε στην περίπτωση των δεύτερων. Επίσης, ένα πλάνο επικοινωνίας με τους συνεργάτες σε συγκεκριμένες ώρες και για συγκεκριμένα ζητήματα μπορεί να μας βοηθήσει να παραμένουμε αφοσιωμένοι στους χρόνους και το περιεχόμενο της δουλειάς μας.

Τέλος, θα πρέπει να υπάρξει οριοθέτηση και στο οικογενειακό περιβάλλον σχετικά με τις ώρες που εργαζόμαστε και τις ώρες που έχουμε άλλες δραστηριότητες όλοι μαζί ως οικογένεια. Συμβολικά, μπορείτε να δοκιμάστε να κλείσετε τον υπολογιστή στο τέλος του ωραρίου ως κίνηση λήξης της εργασίας και να τον ανοίξετε ξανά αν και εφόσον χρειαστείτε κάτι.

Δουλεύοντας στο σπίτι με παιδιά

Επιπλέον δυσκολία αντιμετωπίζουν οι γονείς που δουλεύουν από το σπίτι, καθώς αυτή την περίοδο δεν γίνεται να υπάρχει βοήθεια και από τους παππούδες, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνει σημαντικά η δυνατότητα οριοθέτησης της κατάστασης.

Οι παράγοντες που επηρεάζουν την επιτυχή έκβαση οριοθέτησης των παιδιών είναι πολλοί. Περιλαμβάνουν την ηλικία των παιδιών, το αν υπάρχουν άλλα αδέλφια με τα οποία μπορούν να παίξουν και να απασχοληθούν, ή ακόμα και αν υπάρχει κάποια οικιακή βοηθός που θα μπορούσε να κρατάει τα παιδιά κάποιες από τις ώρες της ημέρας που οι γονείς καλούνται να δουλέψουν. Εφόσον, όμως, αυτή είναι μια πολυτέλεια που δεν υφίσταται για τη μέση ελληνική οικογένεια, η δυσκολία των παιδιών να αντιληφθούν τη συμπεριφορά των γονέων τους και να μην την εκλάβουν σαν απόρριψη είναι μεγάλη.

Γιατί το παιδί δεν καταλαβαίνει ότι η μαμά δουλεύει

Παιδιά κάτω των 10 ετών που βλέπουν τον μπαμπά και τη μαμά στον χώρο του σπιτιού, αλλά να μην ασχολούνται μαζί τους, είναι πιθανό να εκλάβουν αυτή τη συμπεριφορά ως απόρριψη, καθώς δεν μπορούν να καταλάβουν ότι εκείνη τη στιγμή οι γονείς πρέπει να δουλέψουν. Είναι κάτι που τα παιδιά από την εφηβεία και πάνω μπορούν να κατανοήσουν. Στην προεφηβεία και μέχρι και 10 ετών είναι πολύ δύσκολο για ένα παιδί να καταλάβει ότι ο μπαμπάς και η μαμά πρέπει να εργαστούν και δεν μπορούν να τα αγκαλιάσουν, να τα χαϊδέψουν, να του δώσουν φαγητό ή οτιδήποτε ζητά. Το σημαντικότερο που έχει να διαχειριστεί ένας γονιός, λοιπόν, είναι να βρει την ισορροπία ανάμεσα στην παραγωγική εργασία και ταυτόχρονα να μην κάνει το παιδί του να νιώθει παραμελημένο.

Πώς μπορεί ο γονιός να αντιμετωπίσει την κατάσταση

Μόνο με ειλικρινή συζήτηση και επανάληψη. Γενικά οι γονείς θεωρούν ότι η επανάληψη είναι κάτι κακό, όμως είναι πολλές φορές φυσιολογικό το να μην καταλαβαίνει το παιδί τι του λέμε εκείνη την ώρα, γι’ αυτό και θα πρέπει να ξεκινάμε από αυτή τη βάση. Αρα η επανάληψη και ο ωραίος τρόπος -ακόμα και η στάση του σώματός μας ή ο τόνος της φωνής μας- είναι πολύ σημαντικά, όταν δίνουμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα και εξηγούμε τι σημαίνει «δουλεύω». Μπορούμε έτσι να βάλουμε το παιδί στο κλίμα, θέτοντας μάλιστα και ένα παράδειγμα που αφορά και το ίδιο, όπως όταν έχει να κάνει μια εργασία για το σχολείο του. Επαναλαμβάνουμε ξεκάθαρα ποιες ώρες δουλεύουμε και ποιες είμαστε διαθέσιμοι.

Τέλος, καλό θα ήταν να κάνουμε ένα οικογενειακό πρόγραμμα που θα συμπεριλαμβάνει τις ώρες που δεν είμαστε διαθέσιμοι, αλλά και όσα θα μπορούσαμε να κάνουμε όλοι μαζί ως οικογένεια τις ώρες που έχουμε ελεύθερο χρόνο.

 

*Με τη συνεργασία της Άννας Πανουσάκου συμβουλευτικής ψυχολόγου

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος ν.3 του περιοδικού ygeiamou που κυκλοφόρησε με ΤΟ ΘΕΜΑ στις 17/4