Ο προδιαβήτης είναι μια προνοσηρή κατάσταση που αξιολογείται πλέον ως σημαντική μεταβολική διαταραχή. Ουσιαστικά, είναι διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων (του αμύλου, δηλαδή των σακχάρων), με αποτέλεσμα τα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα να είναι πάνω από τα φυσιολογικά όρια, αλλά κάτω από τα καθορισμένα όρια του σακχαρώδους διαβήτη.

Τα άτομα που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση θεωρείται ότι έχουν αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη σε βάθος χρόνου 2-10 ετών. Ετσι, στην πενταετία ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη σε ένα άτομο που εμφανίζει προδιαβήτη αγγίζει το 30%-50% σε πολλές περιπτώσεις. Δικαιολογημένα, λοιπόν, ο προδιαβήτης θεωρείται προθάλαμος του διαβήτη.

Φυσιολογικά η γλυκόζη αίματος πρέπει να έχει τιμές 70-100mg% και δύο ώρες μετά το γεύμα (ή μετά τη φόρτιση με γλυκόζη στην καμπύλη σακχάρου) πρέπει να είναι χαμηλότερη των 140 mg%. Εάν ένας εξεταζόμενος έχει είτε γλυκόζη νηστείας μεταξύ 100-125 mg% είτε μεταγευματική γλυκόζη (δύο ώρες μετά τη φόρτιση με γλυκόζη) μεταξύ 140-200 mg% ανήκει στην κατηγορία των ατόμων με προδιαβήτη. Εάν έχει αυξημένο (μέχρι 125 mg%) το σάκχαρο νηστείας, τότε έχει προδιαβήτη νηστείας (Impaired Fasting Glucose – IFG). Εάν, δε, έχει αυξημένα τα μετά τη φόρτιση ή μετά το γεύμα σάκχαρα, τότε έχει προδιαβήτη – διαταραγμένη ανοχή γλυκόζης (Impaired Glucose Tolerance – IGT κατάσταση).

Τα άτομα με προδιαβήτη παρουσιάζουν, σε μικρότερη συχνότητα, τους κινδύνους και τις επιπλοκές που εμφανίζουν και τα άτομα με διαβήτη. Ενδεικτικά, μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών επιπλοκών έως και κατά 40% στα άτομα με προδιαβήτη. Επίσης, συγκλίνοντα δεδομένα από διάφορες μελέτες παρατήρησης δείχνουν ότι έως και 21% των ατόμων με προδιαβήτη θα παρουσιάσει χρόνια νεφρική νόσο, 10% διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και 15% περιφερική νευροπάθεια.

Συμπερασματικά, ο προδιαβήτης είναι κατάσταση που τεκμηριωμένα σχετίζεται με οργανικές επιπλοκές και με μεγάλη πιθανότητα εμφάνισης διαβήτη.

 

Μελέτες στις ΗΠΑ έχουν δείξει ότι η συχνότητα του προδιαβήτη αφορά το 35%-38% του πληθυσμού. Ανάλογα είναι τα επιδημιολογικά δεδομένα άλλων χωρών, βάσει των οποίων το 1/3 του πληθυσμού παρουσιάζει (χωρίς απαραιτήτως να το γνωρίζει) προδιαβήτη

Χωρίς εμφανή συμπτώματα
Στον προδιαβήτη συνήθως δεν υπάρχουν εμφανή συμπτώματα και μπορεί να εξελιχθεί αθόρυβα, αν και κάποιες φορές ενδέχεται να παρουσιαστούν κάποια κοινά συμπτώματα διαβήτη όπως αίσθημα δίψας, συχνουρία, αίσθημα κόπωσης, ζάλη και θολή όραση. Επίσης, κάποια άτομα με προδιαβήτη μπορεί να αναπτύξουν μελανίζουσα ακάνθωση, μια κατάσταση που σχετίζεται με την αντίσταση στην ινσουλίνη, κατά την οποία το δέρμα γίνεται πιο σκούρο και πιο σκληρό. Τέλος, ορισμένοι παρουσιάζουν αντιδραστική υπογλυκαιμία 2-3 ώρες μετά το γεύμα (νευρικότητα, εφίδρωση, υπνηλία, κόπωση, ζάλη κ.λπ.).
Γενικά, πάντως, απουσιάζουν τα ιδιαίτερα παθογνωμονικά συμπτώματα στον προδιαβήτη, με αποτέλεσμα κάποιες φορές να γίνεται η διάγνωσή του κατά τη νοσηλεία λόγω σοβαρών επιπλοκών του όπως το έμφραγμα μυοκαρδίου.
Σύμφωνα με τις τελευταίες κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας αλλά και της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας (ΕΔΕ), όλοι οι ενήλικοι μετά τα 35 έτη θα πρέπει να υποβάλλονται σε εξέταση για τον προδιαβήτη με τη διενέργεια καμπύλης σακχάρου.
Ωστόσο, όσοι ανήκουν σε ομάδες με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης προδιαβήτη θα πρέπει πριν από τα 35 έτη και μετά την ενηλικίωσή τους να κάνουν τον έλεγχο προδιαβήτη και διαβήτη σε περιοδική βάση. Πρόκειται για τα άτομα με παχυσαρκία, οι πρώτου βαθμού συγγενείς ατόμων με διαβήτη, τα άτομα με υπέρταση ή με υπερχοληστεριναιμία ή με ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου και οι γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών ή με ιστορικό διαβήτη κύησης.

Η αντιμετώπιση
Ο πυρήνας της αντιμετώπισης του προδιαβήτη είναι η αλλαγή του τρόπου ζωής και των διατροφικών συνηθειών και η υιοθέτηση υγιεινής διατροφής όπως είναι η μεσογειακή διατροφή, που πλέον και από τις αμερικανικές επιστημονικές εταιρείες θεωρείται η κορωνίδα των διάφορων προτύπων διατροφής. Επίσης, η αυξημένη σωματική δραστηριότητα (150 λεπτά τουλάχιστον μέτριας αερόβιας άσκησης/γρήγορο βάδισμα την εβδομάδα), η καθημερινή άσκηση και η απώλεια βάρους στα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα.

Η απώλεια βάρους μπορεί από μόνη της να αποτρέψει την εξέλιξη του προδιαβήτη σε φυσιολογική μεταβολική και οργανική κατάσταση. Στην προσπάθεια απώλειας βάρους απαιτείται η τήρηση ενός εξισορροπημένου προγράμματος διατροφής ανάλογου με αυτό που δίνεται σε άτομα που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, το οποίο θα πρέπει να σχεδιάζεται από τον θεράποντα ιατρό ή τον διατροφολόγο.

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει κυρίως πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας (όπως άπαχα κρέατα, ψάρια και ασπράδια αυγών), φυτικές ίνες (όπως λαχανικά, άγουρα φρούτα και δημητριακά ολικής άλεσης), καλά λιπαρά οξέα (από σολομό, αμύγδαλα, αβοκάντο) και θα πρέπει να περιορίζει τα σάκχαρα (ζάχαρη, γλυκά), τα αμυλούχα τρόφιμα (πατάτα, ζυμαρικά, ψωμί) και τα ζωικά λίπη (χοιρινό κρέας, αλλαντικά κ.λπ.).

 

Ολοι οι ενήλικοι μετά τα 35 έτη θα πρέπει να υποβάλλονται σε τεστ για τον προδιαβήτη με τη διενέργεια καμπύλης σακχάρου. Επί αρνητικού αποτελέσματος θα πρέπει να γίνεται επαναληπτικός έλεγχος ανά τριετία

 

Μεγάλες διεθνείς προοπτικές μελέτες έχουν δείξει ότι η συστηματική αλλαγή του τρόπου ζωής σε μια υγιεινή κατεύθυνση μειώνει έως και 70% τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη στη φάση του προδιαβήτη. Και το σημαντικότερο, σύμφωνα με μελέτες, είναι ότι η υγιεινή αλλαγή του τρόπου ζωής εγκαθιστά και θετική μεταβολική μνήμη στον οργανισμό, με αποτέλεσμα ακόμη κι όταν μειωθεί ή προσωρινά ανασταλεί η εφαρμογή της εξακολουθεί να υπάρχει θετική, ευνοϊκή επίδραση στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2.

Αυτή η αξία της υγιεινοδιαιτητικής παρέμβασης έχει αξιολογηθεί σημαντικά από την Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία, με συνέπεια να την προτείνει ως τη βασική και αναντικατάστατη παρέμβαση στον προδιαβήτη.
Βεβαίως, από άλλες διεθνείς επιστημονικές εταιρείες (όπως η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία) προτείνονται και φαρμακευτικές αγωγές (όπως η μετφορμίνη) στον προδιαβήτη, αγωγές που έδειξαν όφελος στην αποτροπή εξέλιξης του προδιαβήτη σε διαβήτη. Ωστόσο, καμία φαρμακευτική αγωγή δεν έδειξε ότι δημιουργεί θετική μεταβολική μνήμη στον οργανισμό και η όποια ευνοϊκή δράση υπάρχει μόνο κατά την περίοδο χορήγησης της φαρμακευτικής αγωγής, εν αντιθέσει με την υγιεινοδιαιτητική παρέμβαση.

 

Ο Δρ Ανδρέας Μελιδώνης είναι Παθλόγος – Διαβητολόγος, Συντονιστής Διευθυντής Διαβητολογικού – Καρδιομεταβολικού Κέντρου Metropolitan Hospital, Πρόεδρος Ε.ΚΟ.ΜΕ.Ν.