Με ψυχιατρική νοσηρότητα της τάξης του 30-40% κινδυνεύουν μέσα στον πρώτο χρόνο τα άτομα που έχουν βιώσει φυσικές καταστροφές.

Χρειάζεται συνολική και σε βάθος προσέγγιση σε ότι αφορά στις ψυχοκοινωνικές συνέπειες καταστροφικών γεγονότων, όπως οι πυρκαγιές που ξεσπούν με σφοδρότητα στη χώρα μας, κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ επισημαίνεται η άμεση αναγκαιότητα της σωστής αντιμετώπισης των κινδύνων που εγκυμονούνται για την ψυχική υγεία των πληγέντων, κατά τα πρώτα 24ωρα, γιατί έτσι μπορούμε να μειώσουμε τον κίνδυνο εμφάνισης διαταραχής μετατραυματικού στρες στους πρώτους 6 μήνες που ακολουθούν το καταστροφικό γεγονός.
Ο κίνδυνος, αυτός, εμφάνισης μετατραυματικού στρες είναι περίπου τριπλάσιος με πενταπλάσιος στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες, ενώ και τα παιδιά είναι ιδιαιτέρως ευάλωτα.

Μελέτη που έχει δημοσιευτεί στο Journal of Clinical Psychiatry ανεβάζει την ψυχιατρική νοσηρότητα, στα άτομα που έχουν υποστεί τέτοιου είδους καταστροφές, σε ποσοστά της τάξης του 30-40%, τον πρώτο χρόνο μετά το συμβάν. Και όταν λέμε ψυχιατρική νοσηρότητα εννοούμε πως τα άτομα είναι πιθανόν να εμφανίσουν κάποια ψυχική διαταραχή, που το πιθανότερο είναι να ανήκει στο φάσμα των αγχωδών παθολογικών καταστάσεων, χωρίς να αποκλείεται και η κατάθλιψη. Υπάρχει μάλιστα κίνδυνος μετά τον δεύτερο χρόνο η ψυχοπαθολογία αυτή να μεταπέσει σε χρονιότητα.

Η κυριότερη, όμως, διαταραχή που εμφανίζεται, σε όσους έχουν εκτεθεί σε φυσικές καταστροφές, είναι η οξεία αντίδραση στο στρες, η οποία παρουσιάζεται κυρίως κατά τις πρώτες δύο με τρεις ημέρες από την εκδήλωση του καταστροφικού γεγονότος. Χρειάζεται, λοιπόν, προσοχή γιατί αν παραμείνουν τα συμπτώματα -που συνήθως εκδηλώνονται ως διαταραχές ύπνου, άγχος και φόβος για επικείμενη επανάληψη του καταστροφικού συμβάντος- αυξάνεται η πιθανότητα να εμφανιστεί, κατά το πρώτο εξάμηνο, η λεγόμενη διαταραχή μετατραυματικού στρες.

Κατά τις πρώτες ημέρες είναι πολύ σημαντική η ενδυνάμωση του κοινωνικού ιστού και η υποστηρικτική παρέμβαση της Πολιτείας. Τότε είναι, άκρως σημαντική, η παρουσία ημών, των επαγγελματιών ψυχικής υγείας, είτε ψυχιάτρων, είτε ψυχολόγων ή κοινωνικών λειτουργών. Κάποια άτομα μπορεί να χρειάζονται ακόμη και φαρμακευτική αγχολυτική υποστήριξη. Υπάρχουν μάλιστα μελέτες που αναφέρουν ότι η χορήγηση ορισμένων φαρμάκων (όπως είναι κάποια καρδιολογικά φάρμακα που καλούνται β-αποκλειστές, αλλά και ψυχοδιεγερτικά θεραπευτικά σκευάσματα) μπορεί να προλάβει την εκδήλωση μετατραυματικού στρες. Και εδώ είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι ο κίνδυνος εμφάνισης μετατραυματικού στρες στις γυναίκες είναι περίπου τριπλάσιος με πενταπλάσιος απ’ ότι στους άνδρες».

Ιδιαιτέρως ευάλωτα είναι και τα παιδιά και μάλιστα, αυτό, εξαρτάται από το βαθμό έκθεσης του παιδιού στη φυσική καταστροφή, αλλά και από τις αντιδράσεις της οικογένειας, και από το πώς τα παιδιά τις προσέλαβαν και τις εσωτερίκευσαν. Σε αυτή την περίπτωση οι γονείς θα πρέπει, μπροστά στα παιδιά, να διατηρούν την ψυχραιμία τους όσο μεγάλες κι αν είναι οι απώλειες τους.

O κοινωνικός ιστός υφίσταται ένα αποδομητικό, ουσιαστικά, πλήγμα μετά από τέτοιου είδους καταστροφές. Ωστόσο, πένθος δεν είναι μόνο η απώλεια ενός οικείου προσώπου, καθώς το πένθος -ακόμη και αν οι φυσικές καταστροφές δεν συνοδεύονται απώ απώλεια ανθρωπίνων ζωών- διαχέεται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής εκείνων που έχουν βιώσει τέτοιου είδους καταστροφές. Υπάρχει πένθος που εκδηλώνεται για τις κανονικότητες της ζωής που χάνουν αυτοί οι άνθρωποι, υπάρχει πένθος για τις απώλειες περιουσιών και βεβαίως υπάρχει και ο άμεσος κίνδυνος που έχουν βιώσει για την ίδια τους τη ζωή, ο οποίος αφήνει το εντύπωμα του στον ψυχικό τους κόσμο, για πολύ καιρό μετά την φυσική καταστροφή.

Στην αρχή υπάρχει η λεγόμενη περίοδος του «μετακαταταστροφικού μέλιτος», καθώς ο ψυχισμός μας, πολλές φορές, λειτουργεί παράδοξα. Έτσι, ενώ κάποιος περιμένει να κυριαρχήσει το άγχος ή ο θυμός την πρώτη εβδομάδα, ο κόσμος μπορεί να εμφανίζεται αδιάφορος. Στο επόμενο στάδιο συνήθως εκδηλώνεται έντονη οργή, η οποία διοχετεύεται προς όλους και προς όλα. Εν συνεχεία μπορεί να εμφανίζεται ένα γενικευμένο αίσθημα αβοηθησίας, με τον κόσμο να νιώθει “παρατημένος” -παρά την παρουσία του κρατικού μηχανισμού- και με κυρίαρχο ένα αίσθημα πως τίποτα δεν μπορεί να γίνει για να ξαναφτιάξει τη ζωή του.

Ειδικά για τις καταστροφές που προκαλούνται από πυρκαγιές (wildfires), οι βιβλιογραφικές αναφορές σημειώνουν ότι παρόλο που υπάρχει, τις περισσότερες φορές, κάποια προειδοποίηση, η κατεύθυνση και η ταχύτητα του ανέμου μπορεί να μεταβάλλουν σε λεπτά την όλη κατάσταση. Ο χρόνος εκένωσης είναι ποικίλλος (από λεπτά έως ώρες ή και ημέρες). Σκηνές στην τηλεόραση από φλεγόμενες περιοχές και σπίτια προκαλούν τρόμο και έντονες αντιδράσεις σε ευάλωτα άτομα, όπως είναι τα παιδιά που προαναφέραμε, οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με προϋπάρχουσες ψυχικές παθήσεις κ.α. Στις άμεσες αντιδράσεις συγκαταλέγονται η συναισθηματική και φυσική εξάντληση. Οι εικόνες, οι ήχοι και η οσμή συνήθως προκαλούν έντονο φόβο και άγχος. Παρόμοιες αντιληπτικές αισθήσεις (που προέρχονται -για παράδειγμα- από την παρουσία πυκνού καπνού) δύνανται να προκαλέσουν έντονο στρες έως και μήνες μετά το συμβάν. Ο απόηχος μιας μεγάλης πυρκαγιάς με νέφος καπνού ή φλόγες στον ορίζοντα, όπως επίσης και η τηλεοπτική κάλυψη συντελούν στην ανάπτυξη αντιδράσεων στρες στον πληθυσμό.
Πάντοτε, όμως, κάθε κρίση μπορούμε να τη δούμε και ως ευκαιρία. Μελέτες έχουν δείξει ότι σε πολλές από αυτές τις φυσικές καταστροφές, μπορεί να λειτουργήσει η σύσφιξη των δεσμών μεταξύ των μελών της πληγείσας κοινωνικής ομάδας. Κάτι που σαφώς χρειάζεται και το συστήνουμε. Σε ατομικό επίπεδο μπορεί να βρούμε δρόμους που θα οδηγήσουν στην επαναξιολόγηση των προτεραιοτήτων, των συμπεριφορών και των επιδιώξεων μας, προσβλέποντας σε μία ριζική θετική αλλαγή στον τρόπο ζωής. Για οποιονδήποτε συνάνθρωπο μας, πάντως, βλέπουμε ότι τα πρώτα ψυχικά συμπτώματα δεν περνούν, παρά το γεγονός ότι το καταστροφικό συμβάν είναι πολύ πίσω χρονικά, θα πρέπει να τον συμβουλεύσουμε να δει κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας.