Η ωχρά κηλίδα είναι η κεντρική περιοχή του βυθού του οφθαλμού. Εκεί συγκεντρώνονται οι ακτίνες του φωτός για να έχουμε την ευκρινή όραση. Διαβάζουμε, οδηγούμε και βλέπουμε τηλεόραση, αλλά και τα χρώματα των αντικειμένων, χάρη στην ωχρά κηλίδα.

Η ωχρά κηλίδα, λοιπόν, δεν είναι πάθηση, όπως πολλοί πιστεύουν. Υπάρχουν, όμως, πολλές παθήσεις της ωχράς κηλίδας. Αυτές τις χωρίζουμε σε κατηγορίες με διάφορα κριτήρια. Ίσως το πλέον σημαντικό κριτήριο είναι η παρουσία υγρού-οιδήματος.

Οι εξιδρωματικές ωχροπάθειες είναι αυτές που κυρίως μπορούν να θεραπευτούν. Το κύριο χαρακτηριστικό είναι η συλλογή υγρού στον αμφιβληστροειδή, υπό μορφή κύστεων ή υγρού κάτω από τον αμφιβληστροειδή.

Οι συνηθέστερες παθήσεις που προκαλούν εξιδρωματικές ωχροπάθειες είναι πρωτίστως οι αγγειακές. Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι με διαφορά η πρώτη αγγειακή αιτία που προκαλεί οίδημα στην ωχρά κηλίδα. Δευτερευόντως, οι θρομβώσεις των φλεβικών αγγείων του αμφιβληστροειδούς μπορούν να προκαλέσουν οίδημα ωχρά κηλίδας.

Στις ηλικίες άνω των 60 ετών, επίσης, η κυριότερη αιτία εξιδρωματικής βλάβης στην ωχρά είναι η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς, μάλιστα, αυτή του υγρού τύπου.

Η θεραπεία των παθήσεων αυτών είναι, πρωτίστως, οι ενδοϋαλοειδικές ενέσεις αντιαγγειογενετικών παραγόντων (anti-VEGF). Οι παράγοντες αυτοί έχουν την ιδιότητα να καταστέλλουν τον σχηματισμό παθολογικών αγγείων και να προκαλούν απορρόφηση του οιδήματος. Τα τελευταία 15 χρόνια έχουν φέρει επανάσταση στη θεραπεία των παθήσεων της ωχράς κηλίδας. Ωστόσο, οι θεραπείες αυτές δεν αποτελούν «πανάκεια», αφού υπάρχει ένα ποσοστό ασθενών μέχρι και 20-25% που δεν ανταποκρίνονται καλά. Οι ασθενείς αυτοί χρειάζονται πολύ συχνά θεραπεία ή η θεραπεία έχει φτωχό αποτέλεσμα.

Το ενδοϋαλοειδικό εμφύτευμα κορτιζόνης είναι μια πρόσφατη καινοτομία για τη θεραπεία αυτών των δύσκολων και ανθεκτικών επιπτώσεων. Η διαφορά απο τις ενδοϋαλοειδικές ενέσεις ή εγχύσεις είναι στη φυσική του σύσταση, όπου το εμφύτευμα είναι στερεό σαν μικροσκοπική ράβδος, ενώ οι εγχύσεις είναι υγρό διάλυμα.

Το συνηθέστερα χρησιμοποιούμενο ενδοϋαλοειδικό εμφύτευμα κορτιζόνης είναι αυτό της δεξαμεθαζόνης. Οι επίσημες ενδείξεις του είναι οι ακόλουθες τρεις:

  • Το διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας
  • Το οίδημα από απόφραξη φλέβας αμφιβληστροειδούς
  • Το οίδημα ωχράς κηλίδας λόγω αυτοάνοσης, ιδιοπαθούς μή λοιμώδους ραγοειδίτιδας

Το ενδοϋαλοειδικό εμφύτευμα κορτιζόνης απαιτεί ειδική τεχνική εμφύτευσης και είναι σε μορφή προγεμισμένης ειδικής συσκευής-σύριγγας. Η τεχνική εμφύτευσης απαιτεί τοπική αναισθησία με σταγόνες και η διάρκειά της είναι συνολικά ολιγόλεπτη. Το εμφύτευμα μετά την εμφύτευση στην οπίσθια κοιλότητα του οφθαλμού (υαλοειδές ή υαλώδες σώμα) διασπάται αργά, εντός 3-4 μηνών, και απελευθερώνεται έτσι η δραστική του ουσία, η δεξαμεθαζόνη.

Το φάρμακο και η εμφύτευσή του είναι σχετικά αρκετά ασφαλή, με μόνες πιθανές παρενέργειες την αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και την πρόκληση σε βάθος χρόνου καταρράκτη. Όσον αφορά την πίεση, συνήθως η αύξηση που προκαλεί είναι μικρή και διαχειρίσιμη, συνήθως με τοπικές αντιγλαυκωματικές σταγόνες.

Ιδιαίτερη σημασία έχει το διαβητικό οίδημα της ωχράς, γιατί οι διαβητικοί ασθενείς είναι η μεγάλη πλειοψηφία των ενδείξεων. Η θεραπεία με αντιαγγειογενετικούς παράγοντες (ενέσεις anti-VEGF) είναι η θεραπεία πρώτης εκλογής, αλλά αυτή απαιτεί συνήθως πολλές εγχύσεις σε βάθος χρόνου για να είναι αποτελεσματική. Με το ενδοϋαλοειδικό εμφύτευμα κορτιζόνης επιτυγχάνεται πολύ καλό αποτέλεσμα θεραπευτικά, με σαφώς λιγότερες ενέσεις.

Το ίδιο ισχύει και για την θρόμβωση φλέβας αμφιβληστροειδούς με οίδημα ωχράς κηλίδας. Σε αρκετές απο αυτές τις περιπτώσεις το οίδημα κάνει συχνές υποτροπές, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να χρειάζονται για 2-3 χρόνια τουλάχιστον συχνές ενέσεις anti-VEGF. Με το εμφύτευμα κορτιζόνης οι θεραπείες είναι σαφώς λιγότερες και αυτό είναι πολύ σημαντικό.

Εκτός από την άνεση των ασθενών, να αποφεύγουν πολλές επισκέψεις και θεραπείες, η ελάττωση των υποτροπών ίσως βοηθά την ωχρά κηλίδα να έχει καλύτερη ανατομική αποκατάσταση και ενδεχομένως να προστατεύει από μόνιμες βλάβες.

Για την τελευταία ένδειξη του οιδήματος ωχράς κηλίδας από φλεγμονή ή αλλιώς οπίσθια μη λοιμώδη ραγοειδίτιδα (δεν οφείλεται δηλαδή σε κάποιο μικρόβιο ή ιό αλλά σε αυτοάνοσο νόσημα), το ενδοϋαλοειδικό εμφύτευμα κορτιζόνης εφαρμόζεται κυρίως ως επικουρική θεραπεία αφού οι πάσχοντες ασθενείς λαμβάνουν και ανοσοκατασταλτικά φάρμακα από το στόμα ή υποδόρια ενέσιμα. Στις περιπτώσεις αυτές η κορτιζόνη (στεροειδή) αποτελεί και τη μόνη θεραπευτική επιλογή, ως τοπική θεραπεία για το οίδημα ωχράς κηλίδας.

Σε κάθε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις, η επίσκεψη στον ειδικό ιατρό του αμφιβληστροειδούς και της ωχράς κηλίδας θα διαλευκάνει τις επιμέρους ιδιαιτερότητες, ώστε κάθε ασθενής να λάβει τη δέουσα θεραπευτική αγωγή.