Η βακτηριακή μηνιγγίτιδα είναι ένα νόσημα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το ευρύ κοινό και απασχολεί συχνά τη δημόσια υγεία. Πρόκειται για οξεία λοίμωξη του κεντρικού νευρικού συστήματος με συμμετοχή των μηνίγγων και στους υπεύθυνους λοιμογόνους παράγοντες περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων ο μηνιγγιτιδόκοκκος.

Η μετάδοση του νοσήματος γίνεται με άμεση επαφή από άτομο σε άτομο με σταγονίδια. Πηγή εξάπλωσης αποτελούν οι ασυμπτωματικοί φορείς που υπολογίζονται στο 10% περίπου του γενικού πληθυσμού και φθάνουν ως το 25% των εφήβων και νεαρών ενηλίκων. Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος μπορεί να εκδηλωθεί ως μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα, σηψαιμία, ή και τα δύο.

Οι αρχικές κλινικές εκδηλώσεις είναι παρόμοιες με αυτές μιας ιογενούς λοίμωξης και για το λόγο αυτό η διάγνωση είναι δύσκολη. Τα συμπτώματα της νόσου περιλαμβάνουν πυρετό, πονοκέφαλο, εμέτους, φωτοφοβία, διέγερση, αυχενική δυσκαμψία και μερικές φορές χαρακτηριστικό πετεχειώδες εξάνθημα. Εάν η νόσος δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα ο ασθενής εμφανίζει στη συνέχεια κώμα και σπασμούς.

Η χώρα μας επιτηρεί τη μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο μέσω του συστήματος υποχρεωτικής δήλωσης. Κατά τη χρονική περίοδο 2004-2023 δηλώνονταν περίπου 80 κρούσματα της νόσου ανά έτος μέχρι το 2013, και στη συνέχεια με την εφαρμογή του συστηματικού εμβολιασμού μειώθηκαν σε 60 ανά έτος. Το νόσημα παρουσίασε έκτοτε σημαντική πτωτική πορεία και ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας COVID-19 έφτασε στα χαμηλότερά του επίπεδα (4-5 κρούσματα/ ανά έτος) γεγονός που αποδόθηκε στην εφαρμογή περιοριστικών μέτρων (κοινωνική αποστασιοποίηση, χρήση μάσκας).

Το έτος 2023 η νόσος επανήλθε σε προπανδημικά επίπεδα ενώ από την αρχή της τρέχουσας χρονιάς δηλώθηκαν στον ΕΟΔΥ, 16 κρούσματα εκ των οποίων τα 8 αφορούσαν εφήβους και νεαρούς ενήλικες.

Διαχρονικά το νόσημα είναι πιο συχνό στην ηλικιακή ομάδα 0-4 ετών, ακολουθούμενη από τις ηλικιακές ομάδες 5-14 ετών και 15-24 ετών. Στις ηλικιακές ομάδες άνω των 25 ετών η μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου είναι ιδιαίτερα μικρή. Κατά τη χρονική περίοδο 2004-2023 η θνητότητα κυμάνθηκε σε ποσοστό 6%. Στη χώρα μας η πλειονότητα των περιπτώσεων οφείλεται στο μηνιγγιτιδόκοκκο οροομάδας Β.

Σε περίπτωση εμφάνισης κρούσματος μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου, πρέπει να χορηγείται το συντομότερο δυνατόν χημειοπροφύλαξη σε όλα τα άτομα που ήρθαν σε στενή επαφή με το κρούσμα σε διάστημα 10 ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων αυτού.

Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος προλαμβάνεται με εμβολιασμό. Οι οροομάδες του μηνιγγιτιδόκοκκου για τις οποίες υπάρχει εμβόλιο είναι οι: A, B, C, Y και W135. Το χρονοδιάγραμμα και οι συστάσεις του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών είναι διαθέσιμες στον ακόλουθο σύνδεσμο: Εμβολιασμοί – Υπουργείο Υγείας (moh.gov.gr)

O ΕΟΔΥ, στο πλαίσιο των στρατηγικών του στόχων για την προστασία της δημόσιας υγείας, επιδιώκει την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού και την αποτροπή της μετάδοσης ασθενειών που μπορούν να προληφθούν με εμβολιασμό. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα νοσήματα που προλαμβάνονται με εμβολιασμό είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα του ΕΟΔΥ: www.eody.gov.gr

Χρήσιμες συμβουλές

  • Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος είναι σοβαρή και χρειάζεται έγκαιρη διάγνωση και επείγουσα θεραπεία με αντιβιοτικά.
  • Χημειοπροφύλαξη πρέπει να λάβουν το ταχύτερο δυνατό όλα τα άτομα που ήρθαν σε στενή επαφή με κρούσμα διεισδυτικής μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου σε διάστημα 10 ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων αυτού.
  • Σε περίπτωση εμφάνισης κρούσματος σε εκπαιδευτικό ίδρυμα δεν χρειάζεται απολύμανση.
  • Ο εμβολιασμός αποτελεί αποτελεσματικό μέτρο στην πρόληψη της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου.