Η Ιντερφερόνη (IFN) είναι ένας φυσικός αντιικός παράγοντας (πρωτοπεριγράφηκε το 1957, μετά από ίωση Γρίπης) ο οποίος παρεμβαίνει (Interfere) στον πολλαπλασιασμό του ιού.

Όταν χορηγηθεί θεραπευτικά, επιταχύνει την αποκάθαρση του SARS-COV-2 και απομειώνει την IL-6 καθώς και την CRP (πρωτεΐνη οξείας φάσεως η οποία συνοδεύει την  φλεγμονή και την ιστική βλάβη).Η IFN διακρίνεται σε IFN I (α/β),IFN II (γ) και IFN III (λ) και ανήκει στις πλειοτροπικές κυτταροκίνες. Οι κυτταροκίνες είναι πρωτεϊνικά μόρια και έχουν σαν αποστολή την επικοινωνία των κυττάρων μεταξύ τους και ενισχύουν τη φυσική και την επίκτητη ανοσία έναντι, ιών και κακοηθών κυττάρων.

Στη νόσο COVID-19 ποιος τύπος ΙFN σχετίζεται καλύτερα;

Η IFN-λ έχει υποδοχείς κυρίως στο ρινικό βλεννογόνο και στις ανώτερες αναπνευστικές οδούς όπου και η αντιική της δράση.

Η ΙFN-λ δεν έχει υποδοχείς στα ανοσοκύτταρα και συνεπώς ελαχιστοποιεί την συστηματική φλεγμονή που προκαλεί η IFN α/β λόγω της προκαλούμενης ανοσοδιέγερσης , αφού αυτή έχει υποδοχείς σε όλα τα σημεία του σώματος.

Ωστόσο η ΙFN-λ δεν αποδυναμώνει την επίκτητη ανοσία, αλλά διεγείρει τα Τ-h1,τα Τ κυτταροτοξικά και την παραγωγή αντισωμάτων συμβάλλοντας στην ανάπτυξη ανοσίας μακράς διαρκείας.

Η IFN-λ μειώνει την παρουσία του ιού στους πνεύμονες καθώς και την επαγωγή της καταιγίδας κυτταροκίνων. Για το λόγο αυτό τρέχουν μελέτες με PegIFN-λ και COVID-19.

Υπάρχει συσχέτιση πορείας της νόσου και τύπου ενδογενούς IFΝ;

Στον οργανισμό υπάρχει ισορροπία κυτταροκινών στην σχέση IFN α/β και IFN-λ. Σε άτομα με γενετική προδιάθεση παραγωγής περισσότερης IFN α/β και ολιγότερης IFN-λ, αναπτύσσεται μεγαλύτερη φλεγμονή.

Στη νόσο
COVID-19 επισυμβαίνουν και αιματολογικές επιπλοκές;

Ως γνωστόν η λοίμωξη αυτή παρουσιάζει μια ετερογένεια πορείας από ασυμπτωματική, ήπια, μέχρι βαρεία μορφή (20%) κυρίως σαν Οξεία Αναπνευστική Ανεπάρκεια ή σαν δευτεροπαθές αιμοφαγοκυτταρικό σύνδρομο (πυρετός, σπληνομεγαλία, αιμοφαγοκυττάρωση/κυτταροπενιες, απουσία ΝΚ, αύξηση CD25, υπερφερριτιναιμια, υπέρτριγλυκερίδιαμια). Αμφότερες οι επιπλοκές αποδίδονται στο Σύνδρομο Καταιγίδας  Κυτταροκίνων (πρωτοπεριγράφηκε σε αλλογενή μεταμόσχευση και σε θεραπεία με CΑRT-cells).

Αναλυτικότερα τι περιλαμβάνει αυτό το σύνδρομο;

Η υποομάδα αυτή των ασθενών παρουσιάζει δυσανάλογα υψηλές τιμές φερριτίνης, λεμφοπενία, θρομβοπενία (κακοί προγνωστικό δείκτες) . Η Μονοκυττάρωση στο αίμα ερμηνεύει την συμπαρομαρτούσα αύξηση των κυτταροκίνων IFN,IL1, IL-6,IL-8,TNFa. Συχνά αύξηση ΤΚΕ, LDH, SGOT, SGPT, τροπονίνης (βιοδείκτης καρδιακής βλάβης). Νεκροτομικά ανευρίσκεται εκ σεσημασμένη ατροφία και νεκρώσεις στα λεμφοποιητικά όργανα (λεμφαδένες και σπλήνα).

Υπάρχει και διαταραχή στην αιμόσταση;

Βεβαίως. Η υπερφλεγμονή δημιουργεί γενικευμένη θρομβοφιλική κατάσταση (συχνά ενεργοποίηση του συμπληρώματος, αυξημένα αντισώματα καρδιολιπίνης, αύξηση ινωδογόνου και D-Dimers) με εν τω βάθει φλεβικές θρομβώσεις και εν δυνάμει θανατηφόρα πνευμονική εμβολή. Συνεπώς, ασθενείς με COVID-19 περιπατητικοί και νοσηλευόμενοι χρήζουν άμεσης και παρατεταμένης θρομβοπροφύλαξης με Ηπαρίνη Χαμηλού Μοριακού Βάρους, διότι οι νεκροτομές απεκάλυψαν συχνή θρομβοεμβολική νόσο. Η αντιπηκτική αγωγή (ΑC) συνδυάζεται με ολιγότερες διασωληνώσεις και χαμηλότερη Θνητότητα στους νοσηλευόμενους ασθενείς. Η προφυλακτική ΑC συνδυάζεται με χαμηλότερη θνητότητα συγκριτικά με την θεραπευτική ΑC.


Ποια είναι σχέση της ενδογενούς Ι
FN α/β σε λοίμωξη  COVID-19;

Σε βαρεία γρίπη τα επίπεδα της ΙFN α/β είναι αυξημένα, ενώ στην COVID-19 στα αρχικά στάδια ανιχνεύονται, η πτώση των επιπέδων προηγείται της επιδείνωσης της νόσου και στην κριτική φάση είναι ελάχιστα δηλαδή ο ιός SARS-COV-2 προκαλεί απορρύθμιση και ανταγωνίζεται την παραγωγή ενδογενους IFNα/β. Η ΙFN α/β παράγεται άμεσα και διευθύνει την oρχήστρα του αντιικού προγράμματος μέσω των κινάσων JAK-STAT,ενώ η ανεπάρκεια παραγωγής της είναι το σήμα κατατεθέν της βαρείας νόσησης COVID-19.

Η ΙFN α/β εκτός από τις αντιικές, έχει άλλες ιδιότητες;

Βεβαίως κατέχει και ανοσοτροποποιητικές, ανοσοδιεγερτικές, αντιαγγειογενετικές, αποπτωτικές, διάφοροποιητικές και αντινεοπλασματικές ιδιότητες.

Σε ποια νοσήματα έχει χρησιμοποιηθεί η IFN;

Σαν αντιικό φάρμακο: σε Ηπατίτιδες Β,C σε ΑIDS -related Kaposi sarcoma και σε οξέα κονδυλώματα (τοπικά).
Σαν αντινεοπλασματικό: σε Μελάνωμα, σε Νευροενδοκρινείς όγκους, σε Τ Λευχαιμία/Λέμφωμα, σε Τ-Δερματικό Λέμφωμα, σε Οζώδες Λέμφωμα, σε Λευχαιμία εκ Τριχωτών κυττάρων και σε Μυελουπερπλαστικά (Χρόνια Μυελογενή Λευχαιμία, Μυελοσκλήρυνση, Αληθή Πολυκυτταραιμία/PV και Ιδιοπαθή Θρομβοκυτταραιμία/ET).

Σήμερα με την ανάπτυξη νεότερων και αποτελεσματικότερων φαρμάκων π.χ. στα Μυελουπερπλαστικά έχει θέση η ΙFN α/β;

Η Ιντερφερόνη είναι μη-μεταλλαξιογόνος, μη-γοναδοτοξική, μη-ανοσοσοκατασταλτική, συνεπώς είναι το μοναδικό ασφαλές φάρμακο σε εγκυμοσύνη. Η IFN α/β δρα στο Αρχέγονο αιμοποιητικά κύτταρο (Stem Cell) και στο μικροπεριβάλλον και συνεπώς μπορεί σε ένα ποσοστό ασθενών π.χ PV,ET να προκαλέσει και μοριακές υφέσεις (δηλαδή αποκαθαιρεί τους μεταλλαγμένους  JAK-2  και CALR κλώνους), μαζί με την κλινική βελτίωση (ελάττωση Σπληνομεγαλίας), την αιματολογική, την κυτταρογενετική και την ιστοπαθολογική ύφεση (αναστροφή ίνωσης σε ποσοστό ασθενών).

Πέραν της μακροχρόνιας εμπειρίας, στο Metropolitan General υπάρχει η τεχνολογία αιχμής μαζί με το έμπειρο προσωπικό, ώστε να εφαρμόζεται η Αιματολογία Ακριβείας σε διαγνωστικό και θεραπευτικό επίπεδο δηλαδή προσωποποιημένη Ιατρική.