Γνωρίζουμε ότι η επιτυχημένη απώλεια βάρους προκύπτει από τον χρυσό συνδυασμό ενός σωστού ημερήσιου ενεργειακού ισοζυγίου με την προσωπική θέληση και εγκράτεια του καθενός μας. Είναι όμως τόσο απλά τα πράγματα; Οι σύγχρονες μελέτες έρχονται να απαντήσουν ένα ηχηρό «όχι» και να εμπλέξουν στο ζήτημα της παχυσαρκίας και ισχυρούς βιολογικούς παράγοντες που σχετίζονται με την ρύθμιση των ορμονών μας. Ανάμεσα σε αυτούς τους παράγοντες, πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η λεπτίνη.

Η λεπτίνη είναι μία ορμόνη η οποία παράγεται από τα λιποκύτταρά μας. Όσο περισσότερα λιποκύτταρα έχουμε, τόσο περισσότερη λεπτίνη παράγουμε. Ο βασικός «στόχος» της λεπτίνης είναι ο υποθάλαμος, μια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου η οποία ελέγχει το ενεργειακό ισοζύγιο και τον μεταβολισμό των θρεπτικών συστατικών.
Ο βασικός ρόλος της λεπτίνης είναι ο έλεγχος των καύσεων του σώματός μας, της όρεξης, της λήψης τροφής και της αποθήκευσης λίπους στο σώμα μας. Ουσιαστικά η σύνδεση είναι απλή: όταν έχουμε αρκετά αποθέματα λίπους έχουμε περισσότερη λεπτίνη στο αίμα, η οποία δίνει σήμα στον εγκέφαλο ότι είμαστε χορτάτοι και δεν χρειάζεται να προσλάβουμε άλλη τροφή. Αντιθέτως, όταν έχουμε χαμηλό λίπος στο σώμα, έχουμε χαμηλά επίπεδα λεπτίνης, οπότε ενεργοποιείται το αίσθημα της πείνας. Λειτουργεί ουσιαστικά σαν θερμοστάτης. Πιστεύεται ότι το σύστημα της λεπτίνης αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να προστατεύει τον άνθρωπο τόσο από την ασιτία όσο και από την υπερκατανάλωση φαγητού, καθώς καμία από τις δύο καταστάσεις δεν θα μας βοηθούσε να επιβώσουμε στο φυσικό μας περιβάλλον. Σήμερα, η λεπτίνη είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στο να μας προστατεύει από την ασιτία αλλά φαίνεται πώς κάτι δεν λειτουργεί καλά στο κομμάτι της υπερφαγίας.

Τι είναι η αντίσταση στην λεπτίνη;
Τα παχύσαρκα άτομα έχουν πλεονάζον λίπος αποθηκευμένο στο σώμα τους. Άρα, επειδή το υψηλό σωματικό λίπος αντιστοιχεί στην αυξημένη παραγωγή λεπτίνης, τα παχύσαρκα άτομα έχουν υψηλότερα επίπεδα λεπτίνης στο αίμα τους. Δεδομένου του μηχανισμού δράσης της λεπτίνης, τα παχύσαρκα άτομα θα έπρεπε εκ φύσεως να περιορίζουν την πρόσληψη φαγητού, καθώς τα υψηλά επίπεδα λεπτίνης θα έπρεπε να δίνουν σήμα στον εγκέφαλό τους ότι υπάρχουν ήδη αρκετά αποθέματα ενέργειας στο σώμα. Ωστόσο, φαίνεται ότι σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί μεν η λεπτίνη να υπάρχει, ωστόσο ο εγκέφαλος δεν την «βλέπει». Αυτή η κατάσταση ονομάζεται αντίσταση (ή ανοχή) στην λεπτίνη και πλέον πιστεύεται ότι είναι ένας από τους βασικούς οργανικούς παράγοντες εμφάνισης παχυσαρκίας. Όταν ο εγκέφαλος δεν λαμβάνει το ερέθισμα της λεπτίνης, αυτόματα πιστεύει ότι δεν υπάρχει αρκετή ενέργεια, άρα θα υποσιτιστούμε. Τότε δημιουργείται το αίσθημα της πείνας με σκοπό να οδηγηθούμε στην κατανάλωση τροφής και ταυτόχρονα δίνεται εντολή να μειωθεί η δαπάνη ενέργειας, δηλαδή οι θερμίδες που «καίμε».

Πώς η αντίσταση στην λεπτίνη επηρεάζει το σωματικό βάρος
Η ανοχή στην λεπτίνη μπορεί να είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι δίαιτες αδυνατίσματος αποτυγχάνουν να επιφέρουν μακροχρόνια αποτελέσματα.
Εάν ένα άτομο έχει ανοχή στην λεπτίνη, η όποια απώλεια βάρους θα οδηγήσει σε μείωση του λίπους στο σώμα, γεγονός που θα οδηγήσει στην μείωση των επιπέδων λεπτίνης στο αίμα. Αυτό όμως δεν αναστρέφει την κατάσταση της ανοχής. Όταν μειώνεται η λεπτίνη, αυτό οδηγεί σε αυξημένη όρεξη και σε μειωμένη δαπάνη ενέργειας στην ηρεμία. Άρα ουσιαστικά το σώμα μας ξεκινάει μια διαδικασία για να επαναπροσλάβει το χαμένο λίπος μπαίνοντας σε έναν φαύλο κύκλο, γεγονός που οδηγεί συχνά στο φαινόμενο γιο-γιο.

Μπορεί να αναστραφεί η αντίσταση στην λεπτίνη;
Τα άτομα που έχουν υπερβολικό λίπος στο σώμα, ειδικά στην περιοχή της κοιλιάς, είναι αρκετά πιθανό να εμφανίζουν αντίσταση στην λεπτίνη. Παρότι δεν είναι ακόμη πλήρως γνωστοί και κατανοητοί οι παράγοντες που οδηγούν στην εμφάνιση αντίστασης στην λεπτίνη ούτε και το πώς μπορούμε να την αντιστρέψουμε, υπάρχουν ερευνητές που εκτιμούν ότι ακολουθώντας μια ισορροπημένη διατροφή και υιοθετώντας έναν συνολικά υγιεινό τρόπο ζωής μπορούμε να την περιορίσουμε.

Ακολουθούν ορισμένες απλές συμβουλές: