Το φετινό καλοκαίρι, δυστυχώς οι πυρκαγιές αυξήθηκαν αριθμητικά σε όλη την επικράτεια της χώρας, αφήνοντας πίσω τους, εκτός από ανείπωτη θλίψη και πόνο για την απώλεια ανθρώπινων ζωών, αλλά και υλικών αγαθών, ένα επώδυνο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, το οποίο είναι ιδιαίτερα επιβλαβές για την δημόσια υγεία.

Παράγοντες όπως η συχνότητα επανάληψης, η ένταση, η έκταση και η διάρκεια των πύρινων μετώπων αποτελούν ένα ενδιαφέρον πεδίο επίκαιρης επιστημονικής έρευνας, με στόχο την πλήρη κατανόηση του συνόλου των επιπτώσεων στην υγεία μας και, πιο ειδικά, στο αναπνευστικό σύστημα για το επόμενο χρονικό διάστημα.

Ο καπνός της πυρκαγιάς αποτελείται από ένα μείγμα επικίνδυνων ατμοσφαιρικών ρύπων, όπως λεπτά σωματίδια (PM2.5), διοξείδιο του αζώτου (NO2), όζον (O3), αρωματικούς υδρογονάνθρακες ή μόλυβδο. Παράλληλα, εκτός από την επιβάρυνση του ατμοσφαιρικού με τοξικούς ρύπους, οι πυρκαγιές απελευθερώνουν σημαντικές ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, το οποίο θεωρείται από τους ειδικούς ως η κινητήρια δύναμη της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής και της ενίσχυσης του φαινόμενου της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Αν και κανείς δεν παραμένει ανεπηρέαστος από τις επιπτώσεις των πυρκαγιών, ορισμένες ομάδες πληθυσμού όπως τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι, οι ασθενείς με χαμηλή άμυνα του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς και οι πάσχοντες από χρόνια μεταβολικά νοσήματα, καρδιαγγειακά και αναπνευστικά νοσήματα θα καταγράψουν τα υψηλότερα ποσοστά νόσησης και θνησιμότητας.

Ένα από τα κυριότερα συστήματα του οργανισμού που θα πληγεί είναι το αναπνευστικό, αφού οι πνεύμονες φιλτράρουν τα εκατομμύρια κυβικά ατμοσφαιρικά αέρα μέσω της διαδικασίας της αναπνοής. Πιο συγκεκριμένα, άτομα που πάσχουν από ΧΑΠ (Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια), βρογχικό άσθμα και διάμεσες πνευμονοπάθειες μπορούν να εμφανίσουν παρόξυνση της σταθερής πορείας της νόσου, λόγω της φλεγμονής των αεραγωγών, απότοκη των υψηλών θερμοκρασιακών μεταβολών και των αιωρούμενων τοξικών σωματιδίων, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να ταξιδεύουν για μεγάλες χιλιομετρικές αποστάσεις.

Κλινικά συμπτώματα όπως δύσπνοια, συριγμός, σφίξιμο στο στήθος, παραγωγικός βήχας, μη παραγωγικός βήχας ή βήχας κατά την άσκηση, κατά τις νυχτερινές ή πρωινές ώρες μπορούν να παρουσιαστούν τόσο άμεσα, όσο και ένα χρονικό διάστημα πέρα του εξαμήνου, τα οποία είναι ικανά να οδηγήσουν σε αναζήτηση άμεσης ιατρικής βοήθειας.

Μέγιστο προσδοκώμενο όφελος έχει η πρόωρη ανίχνευση και διάγνωση της παρόξυνσης της χρόνιας αναπνευστικής νόσου, με τη χορήγηση της στοχευμένης θεραπευτικής αγωγής, αλλά και την αποτροπή των ερεθιστικών και εκλυτικών παραγόντων για τους πνεύμονες.

Αν και η θεραπεία στοχεύει στον βέλτιστο έλεγχο της νόσου και στην ελαχιστοποίηση των συμπτωμάτων, χαρίζοντας μια ζωή χωρίς περιορισμούς, εντούτοις απαιτείται μια στενή συνεργασία, και συνεχή εκπαίδευση του ασθενούς, σύμφωνα με τις εξατομικευμένες ανάγκες της αναπνευστικής του υγείας, με απώτερο στόχο τη μακροπρόθεσμη μείωση της φλεγμονής, αλλά και τη θωράκιση του από απρόβλεπτους εξωγενείς περιβαντολλογικούς παράγοντες.